Φουκουγιάμα στο Economist: Να φοβόμαστε λιγότερο την AI –

Φουκουγιάμα στο Economist: Να φοβόμαστε λιγότερο την AI

Να «φοβούνται λιγότερο την Τεχνητή Νοημοσύνη» κάλεσε τους ανθρώπους ο πολιτικός επιστήμονας και καθηγητής στον Stanford Φράνσις Φουκουγιάμα, μιλώντας στο συνέδριο του Economist, επισημαίνοντας παράλληλα και τους κινδύνους που έχουν δημιουργηθεί. Ο ίδιος παρομοίασε τους φόβους που δημιουργούνται από την έλευση της ΑΙ με τους αντίστοιχους «Όταν ο Έντισον άναψε την πρώτη λάμπα το 1880», προσθέτοντας πως είναι λογικό να υπάρχει ανησυχία, αλλά υπάρχει αποδοχή από τους ανθρώπους, συμπληρώνοντας παράλληλα ότι «Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν πρέπει να είναι ασύδοτη».

Ακόμη, μιλώντας «ως Αμερικάνος», όπως είπε αναφέρθηκε και σε μια σειρά προβληματικών γεγονότων. Όπως εξήγησε «Βλέπω ότι το 70% των Ρεπουμπλικάνων δεν πίστευε ότι κέρδισε τις εκλογές ο Μπάιντεν πριν 4 χρόνια ή ότι τα εμβόλια κατά το Covid-19 έκαναν περισσότερο κακό παρά καλό. Παράλληλα, αναφέρθηκε και σε διαφόρους μύθους που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο όπως ότι «Οι Δημοκρατικοί πίνουν το αίμα ων παιδιών. Πρόκειται για Θεωρίες συνομωσίας που διακινούνται εδώ και εκεί. Όπως υπάρχει και η άποψη ότι οι κυβερνήσεις χειραγωγούνται από ανίερες δυνάμεις», προσθέτοντας πως «Το 35%-40% των Αμερικανών δεν πιστεύουν στη νομιμότητα των προέδρων τους.

Το δίλημμα και η λύση

Και σημείωσε: «Αυτό δημιουργεί πρόβλημα», για να σημειώσει με νόημα ότι «Το δίλημμα των δημοκρατιών  είναι ότι χρειάζεται έλεγχος του περιεχομένου των πλατφορμών. ‘Όμως ποιος θα ελέγχει, αυτό είναι το πολιτικό πρόβλημα. Ποιος παίρνει την απόφαση. Πόσο νομιμοποιημένος είναι;»

Ακολούθως, ο κ. Φουκουγιάμα απέρριψε τόσο το ενδεχόμενο της διενέργειας ελέγχου τόσο από κυβερνήσεις όσο και από ιδιωτικές εταιρείες, οι οποίες θα έχουν ως στόχο τη μεγιστοποίηση του κέρδους.

«Εμείς δουλεύουμε και συστήνουμε ένα πρόγραμμα που δουλεύουμε στο Stanford: Το Middleware, προσθέτοντας ότι «Αντί να δώσουμε τον έλεγχο στην κυβέρνηση να ανοίξουμε το περιεχόμενο από τρίτα μέρη για να επιλέξει ο χρήστης».

Τέλος, συμπλήρωσε ότι ούτε κάποιο επιχειρηματικό μοντέλο θα μπορούσε να δώσει τη λύση, γιατί κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στο να αποκτήσει μια εταιρεία πολύ μεγάλη δύναμη, δίνοντας το παράδειγμα του Ίλον Μασκ με το Twitter.

Οι κίνδυνοι της Τεχνητής Νοημοσύνης και η λύση που προτείνει ο διάσημος πολιτικός επιστήμονας και καθηγητής του Stanford

Να «φοβούνται λιγότερο την Τεχνητή Νοημοσύνη» κάλεσε τους ανθρώπους ο πολιτικός επιστήμονας και καθηγητής στον Stanford Φράνσις Φουκουγιάμα, μιλώντας στο συνέδριο του Economist, επισημαίνοντας παράλληλα και τους κινδύνους που έχουν δημιουργηθεί. Ο ίδιος παρομοίασε τους φόβους που δημιουργούνται από την έλευση της ΑΙ με τους αντίστοιχους «Όταν ο Έντισον άναψε την πρώτη λάμπα το 1880», προσθέτοντας πως είναι λογικό να υπάρχει ανησυχία, αλλά υπάρχει αποδοχή από τους ανθρώπους, συμπληρώνοντας παράλληλα ότι «Η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν πρέπει να είναι ασύδοτη».

Ακόμη, μιλώντας «ως Αμερικάνος», όπως είπε αναφέρθηκε και σε μια σειρά προβληματικών γεγονότων. Όπως εξήγησε «Βλέπω ότι το 70% των Ρεπουμπλικάνων δεν πίστευε ότι κέρδισε τις εκλογές ο Μπάιντεν πριν 4 χρόνια ή ότι τα εμβόλια κατά το Covid-19 έκαναν περισσότερο κακό παρά καλό. Παράλληλα, αναφέρθηκε και σε διαφόρους μύθους που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο όπως ότι «Οι Δημοκρατικοί πίνουν το αίμα ων παιδιών. Πρόκειται για Θεωρίες συνομωσίας που διακινούνται εδώ και εκεί. Όπως υπάρχει και η άποψη ότι οι κυβερνήσεις χειραγωγούνται από ανίερες δυνάμεις», προσθέτοντας πως «Το 35%-40% των Αμερικανών δεν πιστεύουν στη νομιμότητα των προέδρων τους.

Το δίλημμα και η λύση

Και σημείωσε: «Αυτό δημιουργεί πρόβλημα», για να σημειώσει με νόημα ότι «Το δίλλημμα των δημοκρατιών είναι ότι χρειάζεται έλεγχος του περιεχομένου των πλατφορμών. ‘Όμως ποιος θα ελέγχει, αυτό είναι το πολιτικό πρόβλημα. Ποιος παίρνει την απόφαση. Πόσο νομιμοποιημένος είναι;»

Ακολούθως, ο κ. Φουκουγιάμα απέρριψε τόσο το ενδεχόμενο της διενέργειας ελέγχου τόσο από κυβερνήσεις όσο και από ιδιωτικές εταιρείες, οι οποίες θα έχουν ως στόχο τη μεγιστοποίηση του κέρδους.

«Εμείς δουλεύουμε και συστήνουμε ένα πρόγραμμα που δουλεύουμε στο Stanford: Το Middleware, προσθέτοντας ότι «Αντί να δώσουμε τον έλεγχο στην κυβέρνηση να ανοίξουμε το περιεχόμενο από τρίτα μέρη για να επιλέξει ο χρήστης».

Τέλος, συμπλήρωσε ότι ούτε κάποιο επιχειρηματικό μοντέλο θα μπορούσε να δώσει τη λύση, γιατί κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στο να αποκτήσει μια εταιρεία πολύ μεγάλη δύναμη, δίνοντας το παράδειγμα του Ίλον Μασκ με το Twitter.

Πηγή: ot.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ