Βιομηχανία: Ηχηρό μήνυμα για ριζικές αλλαγές στην αγορά ηλεκτρισμού

Μείωση 9,2% των τιμών εισαγωγών στην ελληνική βιομηχανία τον Σεπτέμβριο

Του Χάρη Φλουδόπουλου

Ηχηρό καμπανάκι για τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά ηλεκτρισμού, κρούει η βιομηχανία η οποία ευθυγραμμίζεται σε καίρια σημεία με τις επισημάνσεις της έκθεσης Ντράγκι για τον κλάδο της ενέργειας. Η ενεργοβόρος βιομηχανία της χώρας παρεμβαίνει δυναμικά στη συζήτηση που έχει ξεκινήσει για την ανάγκη μεταρρύθμισης της αγοράς ηλεκτρισμού, επισημαίνοντας ότι αυτή χαρακτηρίζεται από στρεβλώσεις αλλά και από συνθήκες ολιγοπωλίου. 

Καταθέτοντας τις θέσεις της στη διαβούλευση για το νέο ΕΣΕΚ, η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας ΕΒΙΚΕΝ, που εκπροσωπεί τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας, “συμπίπτει” με τις θέσεις που διατύπωσε προ ημερών ο Μάριο Ντράγκι, ο οποίος δεν έκρυψε την ανησυχία του αλλά και τις διαφωνίες του για τις επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, των πολιτικών που εφαρμόζονται στον κλάδο της ενέργειας από τις Βρυξέλλες.

Η ΕΒΙΚΕΝ από την πλευρά της, διατυπώνει τις δικές της απόψεις για την αγορά ηλεκτρισμού της Ελλάδας, όπου τα προβλήματα για την βιομηχανία είναι ακόμη εντονότερα και το ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τις εγχώριες επιχειρήσεις ακόμη μεγαλύτερο. 

Μεταρρύθμιση αγοράς

Το πρώτο σημείο που “τέμνονται” οι προτάσεις της ΕΒΙΚΕΝ με την έκθεση Ντράγκι, είναι η επισήμανση ότι πρέπει να αλλάξει το μοντέλο της αγοράς ηλεκτρισμού ώστε να φτάνουν στη βιομηχανία και τους καταναλωτές τα οφέλη από το χαμηλό κόστος της πράσινης ενέργειας (και των πυρηνικών στην περίπτωση των χωρών της κεντρικής Ευρώπης).

Στην ελληνική αγορά, το πρόβλημα είναι ακόμη εντονότερο, όπως επισημαίνει η ΕΒΙΚΕΝ καθώς αυτή παρουσιάζει δομικά χαρακτηριστικά ολιγοπωλίου στο οποίο συμμετέχουν 4 καθετοποιημένοι παίκτες με αποτέλεσμα την παντελή έλλειψη συνθηκών ανάπτυξης και στοιχειώδους ανταγωνισμού. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΒΙΚΕΝ Α. Κοντολέων οι τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς μεταφέρονται άμεσα στα τιμολόγια των απλών καταναλωτών μέσω των κυμαινόμενων τιμολογίων, με αποτέλεσμα οι παραγωγοί να μην έχουν κανένα ρίσκο να εκτοξεύουν με τις προσφορές τους τις τιμές στη χονδρεμπορική αγορά, όταν οι συνθήκες τους το επιτρέπουν.

Η ενεργοβόρος βιομηχανία θεωρεί ότι χρειάζονται διαρθρωτικά μέτρα στη λειτουργία της χονδρεμπορικής αγοράς με πρώτη αλλαγή την κατάργηση του μοντέλου της υποχρεωτικής αγοράς, βάσει του οποίου σήμερα  όλη η ενέργεια περνάει υποχρεωτικά από το χρηματιστήριο.

Η αλλαγή θα πρέπει να γίνει στην κατεύθυνση μιας αγοράς μέσω της οποίας οι καταναλωτές θα μπορούν να επωφελούνται από την φθηνή ενέργεια των ΑΠΕ και οι προμηθευτές και οι μεγάλοι καταναλωτές θα μπορούν να αντισταθμίζουν τον κίνδυνο από τις μεταβολές των τιμών ανεξάρτητα από τη σποτ αγορά που λειτουργεί με οριακή τιμολόγηση. Ουσιαστικά εκείνο που προτείνει ο κ. Κοντολέων είναι τα τιμολόγια στην λιανική του ρεύματος να είναι σταθερά και να μη μετακυλίεται το ρίσκο της αγοράς στους απλούς καταναλωτές αλλά και τη βιομηχανία. 

Επιπλέον, σύμφωνα με την πρόταση της ΕΒΙΚΕΝ θα μπορούσε να εξεταστεί  η υιοθέτηση μέτρων για τη στήριξη των βιομηχανιών έντασης ενέργειας, παρόμοια με την πρόταση της Ιταλίας.  Αυτή προβλέπει τη διάθεση σε βιομηχανίες έντασης ενέργειας μέσω δημοπρασιών ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας 20 TWh για τα τρία επόμενα έτη σε τιμή 60 €/MWh μέσω συμβάσεων οικονομικών διαφορών (cfd) με αντίστοιχη  δέσμευση των εν λόγω βιομηχανιών να αναπτύξουν έργα ΑΠΕ, την παραγόμενη ενέργεια των οποίων θα πωλούν ακολούθως στη χονδρεμπορική αγορά στην τιμή των 60 €/MWh.

Δικαιώματα CO2 – CBAM

Το δεύτερο σημείο για το οποίο έχει εκφράζει προβληματισμό τόσο η έκθεση Ντράγκι όσο και οι ενεργοβόρες βιομηχανίες της χώρας είναι το θέμα της σταδιακής μείωσης μέχρι την πλήρη κατάργηση των δωρεάν δικαιωμάτων CO2 που διατίθενται μέχρι σήμερα σε συγκεκριμένους βιομηχανικούς κλάδους όπως το τσιμέντο, ο χάλυβας, το αλουμίνιο και τα λιπάσματα. Η επακόλουθη αύξηση της  ζήτησης στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο από τις βιομηχανίες για EUAs, μετά την κατάργηση των δωρεάν δικαιωμάτων,  θα έχει σαν αποτέλεσμα τη σταδιακή αύξηση των τιμών όταν την ίδια στιγμή στις τρίτες χώρες δεν υφίσταται υποχρέωση στις αντίστοιχες βιομηχανίες για πληρωμή περιβαλλοντικού φόρου για τις εκπομπές τους.

Σύμφωνα με την ΕΒΙΚΕΝ, από το 2026 σταδιακά θα προκύψει σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής σε μια σειρά βιομηχανικά προϊόντα κατ’ ελάχιστον 30-40% μέχρι το 2034. Η αύξηση αυτή προφανώς θα έχει σημαντική αρνητική επίπτωση στη διεθνή ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και αναπόφευκτα θα περάσει στους ευρωπαίους καταναλωτές

Τέλος, η ΕΒΙKΕΝ “συμπίπτει” με την έκθεση Ντράγκι στην κριτική που ασκεί για το μηχανισμό CBAM, το φόρο άνθρακα που εισήγαγε η Ε.Ε. με στόχο να μειώσει τις εκπομπές άνθρακα σε συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων που εισάγονται στην Ευρώπη. Σύμφωνα με την ΕΒΙΚΕΝ ο CBAM θα επιβάλει πρόσθετη χρέωση σε εισαγόμενα βιομηχανικά προϊόντα που είναι αναγκαία για την ενεργειακή μετάβαση και την απανθρακοποίηση, μεταφέροντας εμμέσως το κόστος στους καταναλωτές.

Επιπλέον η εφαρμογή του CBAM θα επηρεάσει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα των παραγόμενων προϊόντων εντός ΕΕ, τα οποία βρίσκονται πιο κάτω στις αλυσίδες αξίας (downstream). Οι αρνητικές επιπτώσεις για τις ελληνικές βιομηχανίες χάλυβα και τσιμέντου λόγω του CBAM θα είναι μεγαλύτερες ως προς τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, καθώς o δείκτης έντασης εμπορίου για το χάλυβα στην Ελλάδα  είναι 52.7% έναντι 25.3% στην ΕΕ και για το τσιμέντο 24.7% στην Ελλάδα έναντι 6.7% στην ΕΕ.    

Πηγή: capital.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ