Αθληση μετά την αγγειοπλαστική στις στεφανιαίες αρτηρίες

Στην εξουσία για τέταρτη φορά

Η στεφανιαία νόσος εξακολουθεί να αποτελεί την κυριότερη αιτία που ευθύνεται για την πρώτη θέση που κατέχουν οι καρδιοπάθειες στη συνολική θνητότητα σε παγκόσμιο επίπεδο. Στη σημερινή εποχή η επαναγγείωση των αποφραγμένων ή των εστενωμένων αρτηριών γίνεται κυρίως με την αγγειοπλαστική (stent) και σε πολύ λίγες, επιλεγμένες περιπτώσεις με χειρουργικό τρόπο (bypass). Μετά την αγγειοπλαστική, πέραν της ενδεικνυομένης φαρμακευτικής αγωγής (με αντιαιμοπεταλιακά, στατίνες και άλλα υπολιπιδαιμικά, β αναστολείς, αναστολείς του συστήματος ρενίνης-αγγειοτασίνης-αλδοστερόνης), η δίαιτα με αποφυγή λιπαρών, η διατήρηση του σωστού σωματικού βάρους, η διακοπή του καπνίσματος και η τακτική σωματική άσκηση αποτελούν βασικούς πυλώνες της θεραπευτικής διαχείρισης της στεφανιαίας νόσου.

Πολλές φορές τίθεται το ερώτημα αν τα άτομα που έχουν ιστορικό εμφύτευσης stent μπορούν να συμμετέχουν σε συναγωνιστικά αθλήματα.  Σαν γενικό κανόνα επιτρέπεται η συμμετοχή τους όταν υπάρχει χαμηλή πιθανότητα για πρόκληση δυσμενών καρδιαγγειακών επεισοδίων με την άσκηση. Αυτό ισχύει αν δεν υπάρχει σημαντική στένωση (>70%) σε στεφανιαία αρτηρία, ο ασθενής να έχει καλή συστολική απόδοση της αριστεράς κοιλίας με φυσιολογική ανοχή στην άσκηση (λαμβάνοντας υπόψιν την ηλικία του) και οπωσδήποτε με απουσία σοβαρής εκτακτοστολικής αρρυθμίας κατά τη δοκιμασία κόπωσης. Να σημειωθεί ότι η επίπτωση του αιφνίδιου καρδιακού θανάτου αυξάνεται απότομα για τους αθλητές άνω των 35 ετών σε σχέση με νεότερους αθλητές. Δεν είναι σαφές όμως αν το είδος της αθλητικής δραστηριότητας εμφανίζει συσχέτιση με τον αιφνίδιο καρδιακό θάνατο. Εκείνο που γνωρίζουμε καλά είναι ότι σε ηλικίες άνω των 35 ετών αποδίδεται επιδημιολογικά συχνότερα σε υποκείμενη αθηροσκληρωτική στεφανιαία νόσο, ενώ σε ηλικίες κάτω των 35 ετών αποδίδεται συχνότερα σε κληρονομικά νοσήματα συμπεριλαμβανομένων των γενετικών μυοκαρδιοπαθειών και τον ηλεκτρικών νοσημάτων της καρδιάς.

Ιδιαίτερη περίπτωση στεφανιαίας νόσου είναι η παρουσία μυοκαρδιακής γέφυρας, δηλαδή η πορεία ενός τμήματος της στεφανιαίας αρτηρίας (συνήθως αυτό αφορά το μεσαίο ή άνω τμήμα του προσθίου κατιόντος κλάδου) δεν είναι στην επιφάνεια της καρδιάς αλλά βυθίζεται ενδοτοιχωματικά με αποτέλεσμα αυτό να πιέζεται («στραγγαλίζεται») κατά τη συστολή του μυοκαρδίου, προκαλώντας δυνητικά ισχαιμία στο μυοκάρδιο. Η απουσία προκλητής ισχαιμίας ή σύμπλοκης κοιλιακής ταχυαρρυθμίας κατά την άσκηση σηματοδοτεί ότι η άσκηση δεν είναι επιβλαβής. Σε εκείνους που παρουσιάζουν απεικονιστικά ευρήματα ισχαιμίας ή στηθάγχη οι β-αποκλειστές αποτελούν τη θεραπεία εκλογής προκειμένου να μειώνεται η καρδιακή συχνότητα και να αυξάνεται ο χρόνος χαλάρωσης του μυοκαρδίου.

Ο Κώστας Τσιούφης είναι καθηγητής Καρδιολογίας ΕΚΠΑ – Α’ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Αθηνών

Πηγή: tanea.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ