Ζητάμε ίσους όρους με την Ευρώπη στην ενεργειακή…

Πόσες επιχειρήσεις και ποιοι κλάδοι την επέλεξαν

Του Χάρη Φλουδόπουλου

Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας συνεχίζουν να παραμένουν πολύ υψηλότερες τη Νοτιοανατολική Ευρώπη σε σύγκριση με την Κεντρική και τη Δυτική Ευρώπη, με τέτοιες διαφορές τιμών είναι δύσκολο να μιλήσουμε για μια κοινή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, υπογραμμίζουν σε νέα επιστολή τους προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τρεις βιομηχανικοί σύνδεσμοι της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. Πρόκειται για τη δεύτερη επιστολή που φτάνει στις Βρυξέλλες μετά την πρώτη που είχε σταλεί στα μέσα Ιουλίου, με τους εκπροσώπους της βιομηχανίας να ζητούν απαντήσεις επισημαίνοντας ότι δημιουργούνται άνισοι όροι ανταγωνισμού εξαιτίας των υψηλών τιμών που επικρατούν στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης συγκριτικά με τη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη. 

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα από τη βουλγαρική αγορά, η οποία μαζί με την ελληνική το προηγούμενο διάστημα συγκαταλεγόταν μεταξύ των ακριβότερων στην Ευρώπη, όπου στο δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου, η μέση τιμή στην αγορά επόμενης ημέρας ήταν 1,7 φορές υψηλότερη από την τιμή στην Τσεχία, 1,8 φορές υψηλότερη από τις τιμές στην Αυστρία και τη Γερμανία, 2,2 φορές υψηλότερη από την τιμή στο Βέλγιο και 2,7 φορές υψηλότερη από την τιμή στη Γαλλία. Παρόμοιες καταστάσεις παρατηρούνται και στις αγορές της Ελλάδας και της Ρουμανίας αναφέρει η επιστολή που υπογράφεται από την Ένωση Εταιρειών Καταναλωτών Ενέργειας στη Ρουμανία (ACCER), τη Βουλγαρική Ομοσπονδία Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (BFIEC) και την ελληνική Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (UNICEN).

Με τέτοιες διαφορές τιμών μεταξύ των διαφορετικών ζωνών προσφορών, είναι δύσκολο να μιλήσουμε για μια κοινή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, αναφέρει η επιστολή. Επιπλέον, πάνω από το 80% των συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας στη Βουλγαρία πραγματοποιείται στην αγορά Επόμενης Ημέρας, γεγονός που εκθέτει όλους τους μη οικιακούς χρήστες στις υψηλές τιμές. Το αποτέλεσμα είναι ακόμη πιο έντονο στις ενεργοβόρες βιομηχανίες, όπου η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί το 20% έως 60% του κόστους παραγωγής.

Οι τρεις σύνδεσμοι που είχαν διαμαρτυρηθεί και τον Ιούλιο προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή χωρίς να λάβουν ουσιαστικά απάντηση, υπογραμμίζουν ότι τέτοιες διαφορές τιμών δεν συμβάλλουν σε ένα ισότιμο ανταγωνιστικό περιβάλλον στην κοινή αγορά. Αποδίδουν το πρόβλημα των πιέσεων στις τιμές κυρίως στους περιορισμούς της μεταφορικής ικανότητας μεταξύ της Κεντρικής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, με την κατάσταση να επιδεινώνεται εξαιτίας των εξαγωγών προς την Ουκρανία. “Η δέσμευση για υποστήριξη της Ουκρανίας με παραδόσεις ενέργειας, όταν μεγάλο μέρος του ενεργειακού της συστήματος έχει καταστραφεί, είναι αδιαμφισβήτητη. Ωστόσο, το αρνητικό παρεπόμενο είναι οι πιέσεις στις τιμές που φαίνεται να επιβαρύνουν μόνο τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, εις βάρος της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας της”, αναφέρει η επιστολή. 

Οι τρεις σύνδεσμοι εκτός από το θέμα των τιμών στην αγορά ηλεκτρισμού κάνουν μνεία και στην αγορά του φυσικού αερίου και τις υψηλές τιμές που επικρατούν στην Ευρώπη πιέζοντας την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων: το φυσικό αέριο που διαπραγματεύεται στο Henry Hub των ΗΠΑ είναι σχεδόν 4,5 φορές φθηνότερο από το φυσικό αέριο που διαπραγματεύεται στον ευρωπαϊκό κόμβο TTF, ο οποίος χρησιμοποιείται ευρέως ως σημείο αναφοράς για την τιμολόγηση.

“Δεδομένου ότι η υποστήριξη προς την Ουκρανία αποτελεί κοινή ευρωπαϊκή προσπάθεια, θεωρούμε σκόπιμο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να δημιουργήσει εργαλεία για την άμβλυνση των αρνητικών επιπτώσεων των τιμών στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, που προκύπτουν από τις αυξημένες εξαγωγές. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης βρίσκονται ήδη σε μειονεκτική θέση λόγω των προαναφερθέντων περιορισμών στη μεταφορική ικανότητα”, τονίζει η επιστολή η οποία ζητεί από την Ε.Ε. να δράσει στο πνεύμα της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και να υποστηρίξει μέτρα που θα ανακουφίσουν τις αυξήσεις τιμών που αντιμετωπίζει η ΝΑ Ευρώπη στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. 

Η δεύτερη αυτή επιστολή των βιομηχανικών συνδέσμων έρχεται μετά την απάντηση που έστειλε η Επιτροπή στην επιστολή της 17ης Ιουλίου με την οποία ουσιαστικά οι Βρυξέλλες “νίπτουν τας χείρας τους” για την κρίση που έπληξε την περιοχή μας. “Κατανοούμε τη σοβαρότητα της κατάστασης και συμμεριζόμαστε τις ανησυχίες σας σχετικά με τις επιπτώσεις αυτών των αυξήσεων τιμών στην ανταγωνιστικότητα των ενεργοβόρων βιομηχανιών. Σας διαβεβαιώνουμε ότι, σε συνεργασία με τον ACER, η Επιτροπή παρακολουθεί στενά την κατάσταση στην περιοχή αυτή, συμπεριλαμβανομένων των μειωμένων μεταφορικών ικανοτήτων”, ανέφερε στην απάντησή της η Επιτροπή, η οποία επικαλείται τη δυνατότητα των κρατών μελών σε περίπτωση παρατεταμένης περιόδου υψηλών τιμών να εξετάσουν την εισαγωγή προσωρινών μέτρων σε εθνικό επίπεδο για την άμβλυνση των επιπτώσεων των αυξήσεων στους τελικούς καταναλωτές. 

“Οποιαδήποτε τέτοια μέτρα θα πρέπει να είναι σύμφωνα με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων και τη νομοθεσία της Ένωσης για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα, δεν θα πρέπει να παρεμβαίνουν στη δυναμική της αγοράς ούτε να αποδυναμώνουν τα κίνητρα για τη μετάβαση σε μια οικονομία με χαμηλές εκπομπές άνθρακα, όπως μέσω ρυθμίσεων στις χονδρεμπορικές τιμές της αγοράς, κάτι που απαγορεύεται από τους κανόνες της Ένωσης για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας”, αναφέρει η επιστολή, με την οποία η Ε.Ε. ουσιαστικά αποφεύγει να πάρει ουσιαστική θέση για την έκρηξη τιμών που παρατηρήθηκε το τελευταίο τρίμηνο στις χονδρεμπορικές αγορές ηλεκτρισμού της Νοτιανατολικής Ευρώπης. 

Πηγή: capital.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ