Η κρίση στη Μέση Ανατολή και το πυρηνικό πρόγραμμα της Τουρκίας

Στην εξουσία για τέταρτη φορά

Η κλιμάκωση των ισραηλινών πολεμικών επιχειρήσεων και ο κίνδυνος γενικής περιφερειακής συρράξεως στη Μέση Ανατολή έχουν αυτονοήτως αναδειχθεί σε κύριο πολιτικό ζήτημα στην Τουρκία. Και τούτο δεν συνδέεται απλώς με την εγγύτητα της Τουρκίας στην εμπόλεμη περιοχή, αλλά και με τις διακηρυχθείσες περιφερειακές της φιλοδοξίες. Η Τουρκία αδυνατεί να προσφέρει στους μουσουλμάνους της Μέσης Ανατολής τη διπλωματική και στρατιωτική προστασία την οποία επαγγέλλετο ο πρόεδρός της. Ηδη κατά τα τελευταία έτη υποχρεώθηκε να μειώσει την υποστήριξή της στην Ισλαμική Αδελφότητα ως προϋπόθεση για την αποκατάσταση των σχέσεών της με κράτη όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Αίγυπτος. Αυτή μπορεί μεν να συνέβαλε στη βελτίωση των δεικτών της τουρκικής οικονομίας, η οποία όμως παραμένει ευάλωτη. Μία πιθανή εκτίναξη των τιμών της ενεργείας μπορεί να εκτροχιάσει το πρόγραμμα εξυγιάνσεως το οποίο με βαρύ πολιτικό κόστος εφαρμόζει η τουρκική κυβέρνηση. Επιπλέον οι τουρκικές εξαγωγές αλλά και επενδύσεις στη Μέση Ανατολή απειλούνται με κάθε νέα κρίση.

Πέραν όμως των οικονομικών επιπτώσεων, υπάρχει και μια σημαντική συζήτηση στρατηγικού χαρακτήρος. Η αδυναμία ή αδιαφορία της διεθνούς κοινότητος να επιβάλει στην κυβέρνηση Νετανιάχου στοιχειώδεις κανόνες του διεθνούς δικαίου πιθανόν να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Η δήλωση Ερντογάν ότι μετά την Παλαιστίνη και τον Λίβανο η Τουρκία βρίσκεται στο στόχαστρο του Ισραήλ μπορεί να ακούγεται υπερβολική ή άτοπη, είναι ενδεικτική όμως των συζητήσεων για τη στρατηγική αυτονομία και το δόγμα ασφαλείας της Τουρκίας. Οι υπάρχουσες αντιδυτικές και αντιαμερικανικές τάσεις εντός της τουρκικής κοινωνίας πρόκειται να ενισχυθούν με λογικοφανή ή και λογικά επιχειρήματα. Η αντίληψη ότι η Δύση είναι ανακόλουθη όταν πρόκειται για την προστασία της εδαφικής ακεραιότητος της Ουκρανίας και του Λιβάνου ή της ζωής των Ουκρανών και των Παλαιστινίων εμπεδώνεται. Αν διαπιστώνεται η αδυναμία ή αδιαφορία της διεθνούς κοινότητος να επιβάλει στοιχειώδεις κανόνες του διεθνούς δικαίου και να προστατεύσει την περιφερειακή ασφάλεια και σταθερότητα, τότε κράτη όπως η Τουρκία πιθανόν να στραφούν στην αυτοπροστασία πέραν του υπάρχοντος πλαισίου του διεθνούς δικαίου.

Το πυρηνικό πρόγραμμα της Τουρκίας αποτελούσε την πλέον αμφιλεγόμενη πτυχή της συζητήσεως για τη «στρατηγική αυτονομία» της Τουρκίας ακριβώς διότι αντέκειτο σε μια θεμελιώδη αρχή του συστήματος διεθνούς ασφαλείας, τη μη διασπορά των πυρηνικών όπλων. Ηδη με την αποπεράτωση και λειτουργία του πρώτου πυρηνικού εργοστασίου στο Ακουγιου της Μερσίνας η Τουρκία θα συμπεριληφθεί στα κράτη που χρησιμοποιούν πυρηνική ενέργεια για ειρηνικούς σκοπούς. Bάσει της συμφωνίας λειτουργίας της ο απόλυτος έλεγχος της λειτουργίας αλλά και της τεχνολογίας του εργοστασίου παραμένει στα χέρια της ρωσικών συμφερόντων εταιρείας Rosatom. Το κίνητρο όμως της Τουρκίας να αποκτήσει πυρηνικά όπλα ενισχύεται σημαντικά από τα γεγονότα των τελευταίων ημερών.

Οπως η απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2015 συνέβαλε στην αύξηση της ρωσικής επιρροής επί της Τουρκίας, έτσι και η παρούσα κρίση στη Μέση Ανατολή μπορεί να λειτουργήσει ως αφορμή για περαιτέρω στρατηγική αποξένωση της Τουρκίας από τη Δύση. Η περιφερειακή αναξιοπιστία των Ηνωμένων Πολιτειών και η ανάδειξη του Ισραήλ σε απειλή εθνικής ασφαλείας για την Τουρκία περιπλέκουν τις ήδη δύσκολες σχέσεις της Τουρκίας με τον δυτικό κόσμο.

Ο Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης είναι αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ και επικεφαλής του Προγράμματος Τουρκίας του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Πηγή: tanea.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Τα 6 πρόσωπα του δράματος

Τα 6 πρόσωπα του δράματος

Μπενιαμίν Νετανιάχου Παραμονές της πρωτοφανούς τρομοκρατικής επίθεσης που εξαπέλυσε η Χαμάς στο νότιο Ισραήλ στις 7…