Η οικονομία υπεραποδίδει αλλά ο Έλληνας καταναλωτής δεν είναι…

Wood: Η οικονομία υπεραποδίδει αλλά ο Έλληνας καταναλωτής δεν είναι χαρούμενος, ούτε αισιόδοξος

Της Ελευθερίας Κούρταλη

Τα ελληνικά νοικοκυριά δεν εμφανίζονται καθόλου αισιόδοξα ούτε για τις μελλοντικές οικονομικές τους θέσεις, ούτε για τις προοπτικές της οικονομίας, παρά την πολύ καλή πορεία της ανάπτυξης στην Ελλάδα, τονίζει η Wood.

Όπως επισημαίνει ο οίκος, οι έρευνες του Οκτωβρίου για το επιχειρηματικό κλίμα αποκάλυψαν μια αξιοσημείωτη πτώση σε όλους τους τομείς, αλλά η όρεξη για προσλήψεις παραμένει πολύ υψηλή, σε ιστορική προοπτική. Αυτό που εκπλήσσει περισσότερο την Wood είναι ότι ούτε η ισχύς της αγοράς εργασίας ούτε η συνολική επέκταση της οικονομίας έχουν ολοένα και πιο θετικό αντίκτυπο στους καταναλωτές. Αντίθετα, τα ελληνικά νοικοκυριά δεν αναφέρουν βελτιώσεις στον πληθωρισμό, έχουν πτωτικές προσδοκίες για τις προοπτικές της οικονομίας και αδύναμες προσδοκίες για τις δαπάνες και την αποταμίευση. 

Ο οίκος πάντως διατηρεί σταθερές τις εκτιμήσεις του για την ανάπτυξη στην Ελλάδα, στο 2,4% φέτος και στο 2,3% το 2025, με τον πληθωρισμό να διαμορφώνεται στο 2,4% φέτος και στο 2% το επόμενο έτους.

Ειδικότερα, όπως αναφέρει, τον Οκτώβριο, όλοι οι επιχειρηματικοί τομείς ανέφεραν πτώση της εμπιστοσύνης στην αγορά: ο δείκτης του βιομηχανικού κλάδου μειώθηκε στο 1,9, από 8,2 τον Σεπτέμβριο. Ο δείκτης του τομέα των υπηρεσιών μειώθηκε στο 37,3, από 41,1 τον Σεπτέμβριο. Ο δείκτης του κλάδου λιανικής μειώθηκε στο 5,5, από 13,8  και ο δείκτης του κατασκευαστικού κλάδου συρρικνώθηκε κατά 0,6, από +5,2 τον Σεπτέμβριο. Οι δείκτες εμπιστοσύνης στην Ελλάδα είναι σημαντικά πιο ευμετάβλητοι από ό,τι σε άλλες χώρες, επομένως το μέγεθος αυτών των αλλαγών δεν θα πρέπει να ερμηνευθεί ως σήμα επικείμενης “σκληρής” προσγείωσης της οικονομίας, αλλά όλες οι κλαδικές έρευνες δείχνουν ότι η δραστηριότητα μειώνεται, επισημαίνει ο οίκος.

Κατά την άποψη της Wood, η αδυναμία στον τομέα των κατασκευών αποτελεί έκπληξη, τη στιγμή που θα πρέπει να συνεχίσουν να επωφελείται από το RRF και την αυξανόμενη αύξηση των δανείων σε μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες. Αυτός ο τομέας αντιμετωπίζει σημαντικές ελλείψεις εργατικού δυναμικού, οι οποίες έχουν βελτιωθεί φέτος μέχρι στιγμής χάρη στις προσπάθειες πολιτικής για την αύξηση των εισροών ξένων εργαζομένων. Σύμφωνα με την έρευνα που έδωσε στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το 67,8% των εταιρειών που απάντησαν στη μηνιαία έρευνα δηλώνουν ότι η έλλειψη εργατικού δυναμικού αποτελεί σοβαρό πρόβλημα στην παραγωγή και η κορύφωση ήταν τον Αύγουστο του 2024, στο 92%. Άλλοι παράγοντες που εμποδίζουν την παραγωγή είναι οι οικονομικοί περιορισμοί (που επηρεάζουν το 27% των ερωτηθέντων) και η έλλειψη ζήτησης (29%).

Ο πληθωρισμός των τιμών των διαμερισμάτων αυξάνεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια και σύμφωνα με τα στοιχεία του β’ τριμήνου του 2024, συνέχισε να αυξάνεται, αν και πιο αργά από πριν, στο 9,2% σε ετήσια βάση. Ο δείκτης τιμών κατοικιών σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος επέστρεψε στο υψηλότερο επίπεδο του 2008 το β’ τρίμηνο φέτος σε ονομαστικούς όρους. Ο δείκτης των τιμών των γραφείων άρχισε επίσης να ανακάμπτει πέρυσι, αυξημένος κατά 5% σε ετήσια βάση το δεύτερο εξάμηνο του 2023. Οι καθαρές άμεσες ξένες επενδύσεις στην ελληνική ακίνητη περιουσία ανήλθαν σε 1,2 δισ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2024, γεγονός που υποδηλώνει ότι, φέτος, πιθανότατα θα καταγραφεί άλλη μια επέκταση σε σχέση με το ρεκόρ των 2,1 δισ. ευρώ το 2023. 

Ο τομέας όπου υπάρχει ελάχιστη έως καθόλου βελτίωση παραμένουν τα στεγαστικά δάνεια, τα οποία συνεχίζουν να συρρικνώνονται σε ετήσια βάση, τονίζει η Wood. Σύμφωνα με την Έρευνα Τραπεζικών Χορηγήσεων του γ’ τριμήνου “η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια μειώθηκε, λόγω του γενικού επιπέδου των επιτοκίων, αλλά και επειδή τα νοικοκυριά υιοθετούν στάση αναμονής ενόψει του επικείμενου κρατικού προγράμματος επιδότησης “Το σπίτι μου ΙΙ”. Η ζήτηση για καταναλωτικά δάνεια παραμένει σχεδόν αμετάβλητη. Το επόμενο τρίμηνο, η ζήτηση τόσο για στεγαστικά όσο και για καταναλωτικά δάνεια αναμένεται επίσης να παραμείνει αμετάβλητη.

Οι καταναλωτές δεν αισθάνονται αισιόδοξοι

Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης βελτιώθηκε στο -50 τον Οκτώβριο, από -51 τον Σεπτέμβριο. Αν και αυτά είναι καλά νέα, ο δείκτης εκτινάχθηκε προς τα κάτω τον Σεπτέμβριο και, ακόμη και με αυτήν την ανάκαμψη, παραμένει σημαντικά χαμηλότερος από ό,τι είχε παρατηρηθεί νωρίτερα το έτος και σε επίπεδο συγκρίσιμο με τον Νοέμβριο του 2022, επισημαίνει η Wood. 

Η ανάλυση των στοιχείων δείχνει ότι ο επίμονα υψηλός αντιληπτός πληθωρισμός είναι σοβαρό πρόβλημα για την Ελλάδα, πολύ περισσότερο από ό,τι σε άλλες χώρες της ΕΕ, όπου η υψηλή αντίληψη για τον πληθωρισμό είναι και για αυτές πρόβλημα, ειδικά για τις χώρες που βρίσκονται στη ζώνη του ευρώ, αλλά τουλάχιστον παρουσιάζει ταχύτερη βελτίωση από ό,τι στην Ελλάδα. 

Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι οι καταναλωτές γίνονται πιο απαισιόδοξοι για τις μελλοντικές τους οικονομικές θέσεις και τις προοπτικές της οικονομίας, κάτι που προκαλεί έκπληξη, δεδομένου ότι η οικονομική δραστηριότητα είναι υψηλότερη από ό,τι σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες και η αγορά εργασίας συνεχίζει να γίνεται πιο “σφιχτή”.

Όπως σημειώνει ο οίκος, το μηνιαίο δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνει ότι η αναλογία των μισθολογικών συμφωνιών που περιλαμβάνουν αύξηση μισθών βελτιώνεται φέτος, αλλά παραμένει κάτω από το μισό. Τα νοικοκυριά επωφελούνται από τις περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης από ό,τι στο παρελθόν και τις πληρωμένες υπερωριών/μπόνους, αλλά η αγορά εργασίας και η δύναμη των εταιρικών ισολογισμών δεν επαρκούν για να προσφέρουν εκτεταμένα κέρδη πραγματικών μισθών. Επιπλέον, τα νοικοκυριά έχουν την πλειοψηφία των αποταμιεύσεών τους σε μετρητά, τα οποία συνεχίζουν να έχουν σημαντική αρνητική επίδραση στον πλούτο, λόγω του πληθωρισμού.

γφην


 

Πηγή: capital.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ