Η πιθανή επανεκλογή Τραμπ θα οφείλεται – και θα ενισχύσει – την πόλωση που παρουσιάζει τις τελευταίες δεκαετίες το αμερικανικό πολιτικό σύστημα. Αν και η πολιτική πόλωση προϋπήρχε, ο Τραμπ την ανέδειξε, πρώτα ως εργαλείο για να κατακτήσει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και την προεδρία, και κατόπιν ως μέσο για να διατηρήσει τη λαϊκή υποστήριξη. Η πόλωση στη χώρα έχει πολλά αίτια που συνδέονται με την αυξανόμενη διαφοροποίηση των αντιλήψεων των πολιτών για τις κοινές αρχές και αξίες πάνω στις οποίες είναι χτισμένη η αμερικανική κοινωνία. Μεταξύ αυτών είναι:
Η αυξανόμενη ιδεολογική διαφοροποίηση των δύο μεγάλων κομμάτων που δυσχεραίνει την ικανότητά τους να επιτυγχάνουν συναινετικές λύσεις για τα μεγάλα ζητήματα της χώρας, όπως απαιτεί το σύστημα των θεσμικών αντιβάρων (checks and balances).
Μία αξιακή πόλωση: μετά τις μεγάλες κοινωνικές αλλαγές της δεκαετίας του 1960 ένα συντηρητικό κομμάτι της κοινωνίας αντέδρασε στην «επέλαση» της νεωτερικότητας στη χώρα. Η εξύψωση της αξίας της αγέννητης ζωής, η αναγωγή του απαραβίαστου της ιδιωτικότητας σε θεμελιώδη συνταγματική αρχή, η διεκδίκηση απεριόριστης προστασίας του ιδιωτικού πλούτου αποτελούν τον καμβά της αντίστασης των παραδοσιακών συντηρητικών και γεννούν ουσιαστικές διαφορές αξιών στην αμερικανική κοινωνία.
Η φυλετική πόλωση. Οι προσπάθειες για την αποκατάσταση των ιστορικών αδικιών έναντι των Αφροαμερικανών και η ερμηνεία πολλών από τα προβλήματα της κοινωνίας μέσα από τη διάσταση της φυλετικής ανισότητας αντιμετωπίστηκαν από ένα μέρος των λευκών Αμερικανών ως απόπειρα ενοχοποίησης όλων των λευκών και ακύρωσης της ιστορίας της χώρας. Η εκλογή του Ομπάμα εξόργισε ακόμα περισσότερο το κομμάτι εκείνο του λευκού πληθυσμού που αισθάνεται εγκαταλελειμμένο από το κράτος και παραγκωνισμένο, οικονομικά και πολιτικά, από την τελευταία πληθυσμιακή ομάδα που θεωρούσε κατώτερη, τους Αφροαμερικανούς.
Ο Τραμπ στηρίχθηκε σε όλες αυτές τις πλευρές της πόλωσης για να εκλεγεί το 2016. Εμφανίστηκε ως ο εκπρόσωπος των παραγκωνισμένων λευκών Αμερικανών, χωρίς ενδοιασμούς πολιτικής ορθότητας, εξέφραζε την Αμερική που παλιότερα κέρδιζε οικονομικά και κυριαρχούσε με τον «τσαμπουκά» της και ενέπνευσε εκείνες τις ομάδες πληθυσμού που θεωρούσαν ότι τα κόμματα, και ιδίως το Δημοκρατικό, ήταν η αιτία της παρακμής της χώρας και της κατάρρευσης των παραδοσιακών αξιών.
Κατά την πρώτη θητεία του αναμόρφωσε ριζικά τη σύνθεση του Ανώτατου Δικαστηρίου και αποδυνάμωσε τις σχέσεις των ΗΠΑ με τους συμμάχους της αλλά στην πράξη στηρίχθηκε στην παραδοσιακή γραφειοκρατία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και, παρά τον συχνά διχαστικό του λόγο, δεν άλλαξε ουσιαστικά τα θεμελιώδη στοιχεία της αμερικανικής δημοκρατίας.
Μία νέα θητεία Τραμπ δεν θα έχει τα ίδια χαρακτηριστικά. Εν πρώτοις, ο ίδιος ο Τραμπ έρχεται με περισσότερη οργή και μνησικακία, απέναντι στο Δημοκρατικό κόμμα που του «έκλεψε» την εκλογή και τον κυνήγησε και απέναντι σε όσους τον εγκατέλειψαν, τον κορόιδεψαν ή απλώς τον ενοχλούν. O Bob Woodward στο νέο του βιβλίο τον χαρακτήρισε ως τον πιο απερίσκεπτο και παρορμητικό πρόεδρο των ΗΠΑ και οι προεκλογικές του ομιλίες δείχνουν έναν άνθρωπο ανισόρροπο και χωρίς αυτοσυγκράτηση. Η διοίκησή του θα περιβάλλεται από πιστούς του που θα κυβερνούν στο όνομά του καθώς ο ίδιος – πιθανώς και λόγω ηλικίας – θα ασχολείται όλο και λιγότερο με το κράτος. ‘Η θεσμικά αντίβαρα θα ατονήσουν είτε γιατί ο πρόεδρος θα αγνοεί τις θέσεις των άλλων θεσμών (με περισσότερα εκτελεστικά διατάγματα) είτε γιατί θα τους ελέγχει. Αλλωστε πλέον ο έλεγχος του Τραμπ στον Ρεπουμπλικανικό μηχανισμό είναι απόλυτος και στο Ανώτατο Δικαστήριο πολύ ισχυρός. Οπως και στην προηγούμενη θητεία του θα κυβερνήσει με ένα μείγμα λαϊκισμού και συντηρητισμού. Ο ίδιος θα προωθεί τα λαϊκιστικά μέτρα που τον οδήγησαν στην εξουσία (μείωση φόρων, οικονομικό προστατευτισμό, καταγγελία διεθνών συμβάσεων και συμφωνιών) ενώ θα αφήνει στη συντηρητική βάση του κόμματός του την επιβολή ή παγίωση πολιτισμικών και κοινωνικών θέσεων (στην εκπαίδευση, τη δικαιοσύνη και τις εκλογικές διαδικασίες). Η νίκη του Τραμπ θα δείξει ότι αυτό το μείγμα που αντλεί από τον λαϊκισμό, τον εγγενή ανισοτισμό ενός μέρους της κοινωνίας και τροφοδοτείται από την πόλωση είναι πλέον θεωρία – και θα βρει μιμητές και διαδόχους. Η θητεία αυτή θα είναι και η τελευταία για τον Τραμπ, αλλά όχι για τον τραμπισμό. Ο νέος αντιπρόεδρος, και άλλοι επίδοξοι διάδοχοί του θα αγωνίζονται για την εύνοια του προέδρου και της βάσης, ενισχύοντας τα πολωτικά στοιχεία στη χώρα. Η ήττα του Δημοκρατικού Κόμματος θα το οδηγήσει σε μία περίοδο εσωτερικής αναζήτησης και κατά την επόμενη περίοδο δεν θα διαθέτει εθνική ηγεσία για να αντισταθεί στην εξέλιξη αυτή. Ωστόσο θα οδηγήσει τις παραδοσιακά φιλελεύθερες πολιτείες σε τροχιά θεσμικής σύγκρουσης με το κέντρο και θα αποδυναμώσει περαιτέρω τη συνοχή της χώρας. Και όλα αυτά χωρίς να λάβουμε υπόψη τις επιπτώσεις της εκλογής του στις διεθνείς σχέσεις, από το Ουκρανικό στο Μεσανατολικό, περνώντας από την Κίνα και το ΝΑΤΟ.
Μία νέα θητεία Τραμπ θα μετατρέψει τη χώρα σε μία πολωμένη κοινωνία, όχι πλέον υπέρ ή κατά ενός ατόμου, του Τραμπ, αλλά υπέρ ή κατά μίας ιδεολογίας, του τραμπισμού. Η Αμερική μετά τον Τραμπ δεν θα είναι βέβαια μία δικτατορία, θα είναι όμως ένα άλλο υβριδικό πολιτικό σύστημα χωρίς θεσμικά αντίβαρα και με έντονες τις εσωτερικές αντιθέσεις – μία αδύναμη χώρα. Και αυτό δεν θα είναι καλό για κανένα.
O Γιάννης Παπαγεωργίου είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Πηγή: tanea.gr