Του Νίκου Ρουσάνογλου
Επιβεβαιώνεται η αρνητική αντίληψη της κοινής γνώμης για το επάγγελμα του μεσίτη ακινήτων, καθώς σύμφωνα σχετική έρευνα που πραγματοποίησε το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για λογαριασμό του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, το 40% των συμμετεχόντων εξέφρασε αρνητική άποψη. Μάλιστα, στην Αττική το σχετικό ποσοστό είναι ακόμα υψηλότερο, καθώς αρνητική, ή μάλλον αρνητική άποψη εκφράζει το 44% των συμμετεχόντων, ενώ θετική είναι η άποψη μόλις του 21,6% του δείγματος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Συλλόγου Μεσιτών Αθηνών-Αττικής, πάνω από το 50% όσων δραστηριοποιούνται στη μεσιτεία ακινήτων στο λεκανοπέδιο της Αττικής, ανήκει στην κατηγορία των λεγόμενων “παραμεσιτών”, δηλαδή πρόκειται για ανθρώπους χαμηλής επαγγελματικής κατάρτισης, δεν είναι μέλη του Συλλόγου και συχνά αντιποιούνται το επάγγελμα του μεσίτη, με στόχο να αποκομίσουν ένα γρήγορο κι ευκαιριακό κέρδος, επωφελούμενοι από την ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων.
Η ζημιά όμως που προκαλούν είναι πολυεπίπεδη, καθώς, όπως αποδεικνύεται πλέον και από τη σχετική έρευνα, έχουν δημιουργήσει αποστροφή σε μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης για το επάγγελμα του μεσίτη, ενώ λειτουργούν και με γνώμονα το προσωπικό κέρδος και όχι την σωστή εκπροσώπηση όλων των πλευρών, δηλαδή τόσο του πωλητή, όσο και του αγοραστή, με δεδομένο ότι στην ελληνική αγορά, απουσιάζει ο ρόλος του συμβούλου αγοράς κατοικίας.
Σε ό,τι αφορά τα χαρακτηριστικά που χρήζουν βελτίωσης στις μεσιτικές υπηρεσίες, κυρίαρχο αναδεικνύεται η ακρίβεια στην παροχή πληροφοριών για το 52,68% όσων έχουν συνεργαστεί με κάποιο μεσίτη ή κάποια μεσίτρια. Ακολουθούν η επιθυμία για πιο εξειδικευμένη γνώση (32,76%) και το κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών (29,34%). Στα υπόλοιπα χαρακτηριστικά που θα ήθελαν οι ερωτώμενοι/ες να βελτιωθούν, παρατηρείται μια συγκέντρωση μεταξύ του 22% και του 25% και συγκεκριμένα αναδεικνύονται η ευγένεια και ο επαγγελματισμός (25,05%), η διαφάνεια στις χρεώσεις (24,63%), η ευελιξία στις ανάγκες των πελατών/ισσών (24,20%), η ταχύτητα εξυπηρέτησης (22,27%) και τα περισσότερα διαθέσιμα ακίνητα (22,06%).
Ένα ακόμα χαρακτηριστικό συμπέρασμα από την έρευνα είναι ότι παρά την αύξηση του αριθμού των συναλλαγών στην αγορά ακινήτων, τόσο στις ενοικιάσεις, όσο και στις αγοραπωλησίες τα τελευταία χρόνια, μόλις το 52,5% των ερωτώμενων που έχουν προβεί σε συναλλαγή δηλώνει ότι αξιοποίησε μεσιτικές υπηρεσίες, έναντι του 47,5% που ολοκλήρωσε τη συναλλαγή χωρίς τη διαμεσολάβηση κάποιου μεσίτη. Το 67,4% δηλώνει ότι μπόρεσε να διεκπεραιώσει τη συναλλαγή της αγοράς, πώλησης ή ενοικίασης μόνο του και δεν χρειάστηκε να απευθυνθεί σε μεσιτικό γραφείο. Αντίθετα, το 26,7% δηλώνει έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους μεσίτες και μόλις το 3,8% δηλώνει ότι προέβη σε αυτήν την επιλογή λόγω κόστους.
Παρόλα αυτά, όπως φαίνεται, όσοι τελικά χρησιμοποίησαν μεσίτη, έμειναν σχετικά ικανοποιημένοι από τις υπηρεσίες που έλαβαν. Συγκεκριμένα, περίπου οι μισοί δηλώνουν ικανοποιημένοι (αρκετά, ή πολύ), ενώ μέτρια (24%) ή καθόλου (14%) ικανοποιημένοι δηλώνουν οι υπόλοιποι, με το 11% να επιλέγει να μην απαντήσει στο συγκεκριμένο ερώτημα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα στοιχεία σχετικά με το οικονομικό αποτύπωμα του μεσιτικού κλάδου. Από το 2012 έως το 2021, προκύπτει αύξηση κατά 71% του αριθμού των εταιρειών παροχής μεσιτικών υπηρεσιών, από 8.175 σε 14.000, τη στιγμή που την ίδια περίοδο, στο σύνολο της οικονομίας, ο αριθμός των επιχειρήσεων μειώθηκε κατά 11%. Αντίστοιχα, αύξηση κατά 137% καταγράφει και ο κύκλος εργασιών των μεσιτικών γραφείων την ίδια περίοδο, από τα 922 εκατ. ευρώ το 2012 σε 2,19 δις ευρώ το 2021, με αποκορύφωμα όμως το 2019 όταν ο κύκλος εργασιών ανήλθε σε 2,5 δις ευρώ. Τη συγκεκριμένη χρονιά, ο τζίρος ανά γραφείο ανήλθε σε 233.000 ευρώ, αλλά έκτοτε κινείται πτωτικά, με το 2021 να υποχωρεί σε 156,8 χιλιάδες ευρώ, κυρίως επειδή αυξήθηκε ο αριθμός των δραστηριοποιούμενων στην μεσιτική αγορά.
Στην Αττική συγκεντρώνεται το 62,1% του συνόλου των γραφείων (8.666), πραγματοποιείται το 77% του κύκλου εργασιών με 1,69 δις ευρώ και απασχολείται το 66% του συνόλου των απασχολούμενων με 18.911 εργαζόμενους. Στην έρευνα συμμετείχαν 1.026 άνθρωποι, με το 86,7% του δείγματος έχει προβεί σε μία ή περισσότερες συναλλαγές ακινήτων, είτε αυτή αφορά ενοικίαση είτε πώληση/αγορά. Από την άλλη μεριά το 13,3% του δείγματος δήλωσε ότι δεν έχει προβεί ποτέ σε κάποια συναλλαγή που να αφορά ακίνητη περιουσία.
Πηγή: capital.gr