Εχουν περάσει δεκαετίες από τότε που ο Χένρι Κίσινγκερ (φέρεται να) αναρωτήθηκε: «Ποιον καλώ όταν θέλω να μιλήσω με Ευρώπη;». Και παρότι το ερώτημα πιθανόν να μην τέθηκε στην πραγματικότητα ποτέ με αυτόν τον τρόπο, αποκτά επείγοντα χαρακτήρα μετά την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Η ΕΕ χρειάζεται κάποιον να κρατήσει σταθερά το τιμόνι την περίοδο της θαλασσοταραχής που ξεκινάει και ταυτόχρονα κάποιον ικανό να ασκήσει ένα μίνιμουμ επιρροής στον διαβόητα απρόβλεπτο νεοεκλεγμένο πρόεδρο των ΗΠΑ. Το πρόβλημα είναι πως ο πάντα πρόθυμος για τέτοιους ρόλους Εμανουέλ Μακρόν, που κάλεσε τις προάλλες την ΕΕ να πάψει να είναι «χορτοφάγος» και να προσθέσει το κρέας στη διατροφή της, είναι πια ιδιαίτερα αποδυναμωμένος λόγω της πολιτικής αστάθειας στη χώρα του· όσο για τον εταίρο του στον γαλλογερμανικό άξονα, τον Ολαφ Σολτς, αυτός είναι υπερβολικά απασχολημένος με την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού του. Υπάρχει πάντα βέβαια η πρόεδρος της Κομισιόν, αλλά η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έχει μόνο όση δύναμη είναι πρόθυμοι να της δώσουν οι «27». Υπάρχει, τέλος, ο Βίκτορ Ορμπαν και η Τζόρτζια Μελόνι, δύο ηγέτες που πλασάρονται ως συμβατοί-με-τον-Τραμπ, αντιμετωπίζονται ωστόσο με καχυποψία από πολλούς εταίρους τους. Και αυτοί είναι κάποιοι από τους λόγους για τους οποίους στρέφονται τις τελευταίες ημέρες τα βλέμματα προς τη Βαρσοβία – και τον άλλο, τον ευρωπαίο «Ντόναλντ», τον πολωνό πρωθυπουργό Ντόναλντ Τουσκ.
Ο Ράφαου Τσασκόφσκι, ο δήμαρχος της πολωνικής πρωτεύουσας και πιθανός υποψήφιος της Πλατφόρμας των Πολιτών, του κόμματος του Τουσκ, στις προεδρικές εκλογές της επόμενης χρονιάς, το είπε καθαρά: «Η Πολωνία θα μπορούσε να γίνει πολιτικός ηγέτης στην ΕΕ». Και πρόσθεσε ακόμα έναν λόγο στον κατάλογο σημειώνοντας πως η χώρα του είναι το μοναδικό κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ που δαπανά «σχεδόν το 5% του ΑΕΠ της» για την άμυνα, γεγονός που την καθιστά «πρότυπο στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ» – η Πολωνία θα αφιερώσει πάνω από 4% του ΑΕΠ της σε αμυντικούς στόχους το 2024, με την προοπτική να φτάσει έως και το 4,7% το 2025. Κάτι αντίστοιχο, αλλά με τον δικό του τραμπικό τρόπο, είπε και ο Ελμπριτζ Κόλμπι, ένας πρώην υφυπουργός Αμυνας και αναλυτής σε θέματα ασφάλειας που αναφέρεται συχνά ως πιθανή επιλογή για το υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησης «Τραμπ 2», σε συνέντευξη που παραχώρησε στον Τάκερ Κάρλσον: τονίζοντας πως ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αναζωογονήσει τον στρατό της Ρωσίας, επέκρινε τους ευρωπαίους συμμάχους, ιδίως τη Γερμανία, που δεν δαπανούν περισσότερα για την άμυνα. «Οι Ευρωπαίοι έχουν ουσιαστικά αποκοιμηθεί, δεν προχώρησαν στην αμυντική τους ανάπτυξη, με μερικές αξιοσημείωτες εξαιρέσεις όπως η Πολωνία» δήλωσε.
Ο ίδιος ο πολωνός πρωθυπουργός μοιάζει κάτι παραπάνω από πρόθυμος να αναλάβει ηγετικό ευρωπαϊκό ρόλο. Μιλώντας μετά την επανεκλογή του Τραμπ, προανήγγειλε σειρά συναντήσεων με ευρωπαίους ομολόγους του, τον βρετανό πρωθυπουργό καθώς και τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, στη Βαρσοβία, στο Λονδίνο ή στη Στοκχόλμη, προκειμένου να συζητήσουν το μέλλον της Ευρώπης – αλλά και της Ουκρανίας. «Αυτό το νέο πολιτικό τοπίο αποτελεί μια σοβαρή πρόκληση για όλους, ιδιαίτερα στο πλαίσιο ενός πιθανού τερματισμού του ρωσο-ουκρανικού πολέμου» δήλωσε, προειδοποιώντας πως ο Τραμπ θα μπορούσε να επιδιώξει μια συμφωνία με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, «ίσως όχι εντός ημερών, αλλά μέσα στους επόμενους μήνες»». «Κανείς δεν επιθυμεί κλιμάκωση της σύγκρουσης» επεσήμανε ο Τουσκ. «Ταυτόχρονα, κανείς δεν θέλει η Ουκρανία να αποδυναμωθεί ή ακόμη και να συνθηκολογήσει». Πόσο μπορεί άραγε να επηρεάσει σε αυτό το σημείο τον Τραμπ; Ας ελπίσουμε μόνο να μην πολυθυμάται ο νεοεκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ όσα «γαλλικά» του είχε επιφυλάξει στο παρελθόν ο πολωνός πρωθυπουργός ως πρόεδρος, τότε, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Πηγή: tanea.gr