Του Νίκου Ρουσάνογλου
Βιομηχανικής κλίμακας θα πρέπει να είναι οι ενεργειακές αναβαθμίσεις των επόμενων ετών, για να μπορέσει η χώρα να “πιάσει” τους στόχους περί μείωσης των εκπομπών ρύπων από τα κτίρια, βάσει του εθνικού στόχου που έχει τεθεί. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά δύσκολο “στοίχημα”, το οποίο δεν πρόκειται να κερδηθεί αν τα προγράμματα τύπου “Εξοικονομώ” συνεχίσουν να υλοποιούνται με την παρούσα μορφή, όπου κάθε ιδιώτης ξεχωριστά αναζητά μηχανικό, προμηθεύεται μόνος του τα υλικά και προσλαμβάνει τεχνίτες για τις εργασίες, αφού ασφαλώς εξασφαλίσει και την σχετική επιδότηση. Πρόκειται για μια διαδικασία χρονοβόρα, γραφειοκρατική και ουδόλως αποτελεσματική, ενώ και το κόστος είναι σχετικά υψηλό.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η Ε.Ε. έχει δώσει κατευθυντήριες γραμμές, στο πλαίσιο της πολιτικής Fit for 55 για την μείωση των εκπομπών ρύπων, προκειμένου όλα τα κράτη-μέλη να ακολουθήσουν διαφορετική προσέγγιση και να μοχλεύσουν κεφάλαια και ανθρώπινο δυναμικό, για να πετύχουν τους στόχους που έχουν τεθεί. Μια πρόγευση του τι μέλλει γενέσθαι έδωσε πρόσφατα ο κ. Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης, γενικός γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτού Πλούτου του Υπ. Ενέργειας, ο οποίος στο πλαίσιο σχετικής ομιλίας του σε συνέδριο, έκανε λόγο για κεντρική διαχείριση των μελλοντικών προγραμμάτων “Εξοικονομώ”, προκειμένου να μειωθεί το κόστος αγοράς των υλικών (π.χ. θερμοπροσόψεις, μονωτικά υλικά κτλ.), παράλληλα με επιτάχυνση των διαδικασιών υλοποίησης, μέσω της μείωσης της γραφειοκρατίας.
Μεταξύ άλλων, εξετάζεται η κατάργηση μιας σειράς δικαιολογητικών, ενώ πιθανή θεωρείται η ανάθεση της διαχείρισης των προγραμμάτων σε εταιρείες που θα αναδειχθούν κατόπιν διαγωνισμού και θα αναλάβουν εργασίες, όπως η συγκέντρωση και η υποβολή των δικαιολογητικών, οι πιστοποιήσεις και η υλοποίηση των παρεμβάσεων. Μια άλλη εκδοχή είναι να δημιουργηθεί ένα μητρώο επιχειρήσεων, ώστε να μπορεί ο καθένας να επιλέξει τον φορέα υλοποίησης. Κύριος στόχος είναι να επιτευχθούν οικονομίες κλίμακας, ώστε να μειωθεί το κόστος και να καταστεί οικονομικότερη η διαδικασία της ενεργειακής αναβάθμισης. Αν για παράδειγμα, μπορεί να γίνει κεντρικά η προμήθεια π.χ. των αντλιών θερμότητας, προφανώς και το κόστος ανά μονάδα θα είναι χαμηλότερο.
Στόχος είναι η αναβάθμιση 400.000 κατοικιών έως το 2030, κάτι που μεταφράζεται σε 67.000 σπίτια τον χρόνο, για τα επόμενα έξι χρόνια. Με δεδομένο ότι μια μέση αναβάθμιση κατά δύο-τρεις κατηγορίες του ενεργειακού πιστοποιητικού απαιτεί περίπου 20.000 ευρώ, το συνολικό ετήσιο κόστος υπολογίζεται σε 1,3 δις ευρώ, ή περίπου 8 δις ευρώ έως το τέλος του 2030. Για να έχει κανείς μέτρο σύγκρισης του μεγέθους της παρέμβασης, αρκεί να σημειωθεί ότι όλα τα προηγούμενα πέντε χρόνια, έχουν υλοποιηθεί αναβαθμίσεις μόλις 146.000 κατοικιών, με συνολικό προϋπολογισμό 2,1 δις ευρώ.
Πρόκειται λοιπόν για ένα δυσθεώρητο έργο, που όμως είναι απαραίτητο, αν ληφθεί υπόψη ότι πάνω από το 50% του οικιστικού αποθέματος της χώρας, είναι ηλικίας άνω των 45-50 ετών, δηλαδή έχει κατασκευαστεί πριν το 1980 και δεν διαθέτει καμία απολύτως μόνωση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις ενεργειακές ανάγκες και το κόστος θέρμανσης και ψύξης.
Τους προσεχείς μήνες, προβλέπεται να “τρέξουν” προγράμματα ενεργειακής αναβάθμισης ύψους 700 εκατ. ευρώ. Το σημαντικότερο πρόγραμμα είναι το “Αναβαθμίζω το Σπίτι μου”, τόσο λόγω του ύψους του προϋπολογισμού του, όσο και επειδή δεν έχει κανένα εισοδηματικό κριτήριο. Θα ξεκινήσει να “τρέχει” από τον προσεχή Ιανουάριο με προϋπολογισμό 400 εκατ. ευρώ. Εξ αυτών τα 300 εκατ. ευρώ θα προέλθουν από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα άλλα 100 εκατ. ευρώ, από τραπεζικά κεφάλαια, επίσης επιδοτούμενα. Πρόκειται για ένα δάνειο για ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών και αφορά όλες τις κατοικίες, κύριες ή δευτερεύουσες. Χρηματοδοτούνται η θερμομόνωση, η πράσινη στέγη, η αντικατάσταση κουφωμάτων, ηλιακός θερμοσίφωνας, τα συστήματα θέρμανσης-ψύξης, η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών, μικρών ανεμογεννητριών και άλλων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως και οι εργασίες. Το μέγιστο ποσό ανά ενδιαφερόμενο θα είναι έως 25.000 ευρώ, δεν θα υπάρχουν ηλικιακά, ή εισοδηματικά κριτήρια και η διάρκεια του άτοκου δανείου είναι από 3 έως 7 έτη. Στόχος είναι να επωφεληθούν 20.000 ενδιαφερόμενοι.
Προς το τέλος του έτους θα τρέξει και το “Εξοικονοµώ 2024”, µε προϋπολογισµό 110 εκατ. ευρώ, επίσης χωρίς εισοδηματικά κριτήρια. Εξ αυτών, περίπου 30 εκατ. ευρώ θα αφορούν αποκλειστικά τα νοικοκυριά της Θεσσαλίας που επλήγησαν από τις πλημμύρες και τα σπίτια τους έχουν χαρακτηριστεί κίτρινα. Το ποσοστό επιδότησης θα ανέρχεται στο 50% και ειδικά για τα νοικοκυριά της Θεσσαλίας στο 80%, µε µέγιστο προϋπολογισµό 25.000 ευρώ.
Πηγή: capital.gr