Ενας αόρατος πόλεμος που μαίνεται κατά της ανθρωπότητας είναι η εξελισσόμενη μικροβιακή αντοχή, αποτελώντας μείζονα απειλή για τη δημόσια υγεία. Μάλιστα, τα νεότερα δεδομένα δείχνουν ότι παρά τους στόχους για μείωση της κατανάλωσης αντιβιοτικών κατά 20% έως το 2030 στην Ευρώπη, εν τέλει την περίοδο 2019-2023 καταγράφηκε αύξηση της τάξεως του 1%, χάνοντας έτσι μία ακόμη σημαντική… μάχη.
Και δυστυχώς, όπως αποκαλύπτουν τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) με αφορμή την Ευρωπαϊκή Ημέρα Ευαισθητοποίησης για τα Αντιβιοτικά (18 Νοεμβρίου), οι Ελληνες παραμένουν οι μεγαλύτεροι καταναλωτές. Πιο συγκεκριμένα, η χώρα μας κατατάσσεται πρώτη στην ΕΕ/ Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ) με συνολική κατανάλωση (δηλαδή, τόσο στην κοινότητα όσο και στα νοσοκομεία) 28,5 ημερησίων δόσεων ανά 1.000 κατοίκους, όταν ο μέσος όρος της ΕΕ δεν ξεπερνά τις 20 ημερήσιες δόσεις.
Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι το 90% της κατανάλωσης αντιβιοτικών γίνεται στην κοινότητα, με τους συντάκτες των σχετικών εκθέσεων να υπογραμμίζουν πως χρειάζεται επιπλέον ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού, ώστε να τεθεί σταδιακά το πρόβλημα υπό αποτελεσματικό έλεγχο και να περιοριστεί η αντοχή των σούπερ μικροβίων. Πιο συγκεκριμένα, η μέση κατανάλωση στην κοινότητα πέρυσι σε ευρωπαϊκό επίπεδο ήταν 18,3 ημερήσιες δόσεις ανά 1.000 κατοίκους, με σημαντικές εντούτοις διακυμάνσεις ανά χώρα. Ετσι, κατά το ίδιο διάστημα εντός των συνόρων οι ημερήσιες δόσεις ανέρχονταν σε 26,7 ανά 1.000 κατοίκους (επρόκειτο για την υψηλότερη κατανάλωση) όταν στην Ολλανδία δεν ξεπερνούσαν τις 8,8.
Στα νοσοκομεία. Η εικόνα πάντως είναι καλύτερη στα νοσοκομεία, όπου ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν 1,61 ημερήσιες δόσεις ανά 1.000 άτομα, με τις λιγότερες (0,77) στην Ολλανδία και τις περισσότερες στην Τσεχία (3,17). Στα νοσοκομεία της Ελλάδας, πάλι, η χορήγηση αντιβιοτικών περιορίζεται σε 1,8 δόσεις ανά 1.000 άτομα, στη σχετική έρευνα όμως υπάρχει και ένας σημαντικός αστερίσκος. Στα νοσοκομεία της χώρας μας χορηγούνται συχνότερα στους ασθενείς αντιβιοτικά τα οποία ανήκουν σύμφωνα με τη σχετική λίστα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) στην κατηγορία «για δύσκολα περιστατικά» (reserve) και συνεπακόλουθα θα έπρεπε να αποτελούν την τελευταία, «ύστατη» επιλογή των γιατρών.
Μοιραία και όπως αποκαλύπτουν οι εκθέσεις του ECDC αυξήθηκε στη χώρα μας η ανθεκτικότητα όλων των υπό εξέταση επικίνδυνων μικροβίων στα αντιβιοτικά, όπως:
n Το κολοβακτηρίδιο (e.coli)
n Η κλεμπσιέλλα της πνευμονίας
n Η ψευδομονάδα η πυοκυανική (aeruginosa)
n Τα ακινητοβακτήρια (acinetobacter)
n Ο χρυσίζων σταφυλόκοκκος
n Ο στρεπτόκοκκος της πνευμονίας
n Διάφορα είδη εντερόκοκκου.
Θέλουν όλες οι λοιμώξεις αντιβίωση;
Οι λοιμώξεις στον άνθρωπο, όπως εξηγούν οι ειδικοί του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ), προκαλούνται κυρίως από ιούς και μικρόβια. Τα αντιβιοτικά είναι τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση λοιμώξεων που προκαλούνται από μικρόβια, ενώ δεν είναι αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση ασθενειών που προκαλούνται από ιούς. Τι σημαίνει αυτό; «Οτι δεν πρέπει να λαμβάνονται αντιβιοτικά για λοιμώξεις που προκαλούνται από ιούς, όπως η γρίπη, το κοινό κρυολόγημα και οι περισσότερες φαρυγγοαμυγδαλίτιδες και γαστρεντερίτιδες», υπογραμμίζουν μεταξύ άλλων.
Πώς δημιουργούνται τα ανθεκτικά μικρόβια;
Η λανθασμένη και αλόγιστη χρήση αντιβιοτικών έχει ως αποτέλεσμα την επικράτηση μικροβίων ανθεκτικών στα αντιβιοτικά, που αντικαθιστούν τα ευαίσθητα μικρόβια τα οποία ζουν στις φυσιολογικές μας χλωρίδες, δηλαδή στο στόμα, τον φάρυγγα, τη μύτη, τον εντερικό σωλήνα, τον κόλπο, την ουρήθρα και το δέρμα. Η αντοχή είναι το αποτέλεσμα ενός μηχανισμού άμυνας, που τα μικρόβια ενεργοποιούν προκειμένου να εξουδετερώσουν τη δράση του αντιβιοτικού.
Επειτα και όπως εξηγούν οι ειδικοί του ΕΟΦ, τα ανθεκτικά μικρόβια που επικρατούν στον οργανισμό μας μεταφέρονται σε άλλους ανθρώπους, υγιείς ή ασθενείς, που δεν έχουν πάρει αντιβιοτικά με αποτέλεσμα οι θεραπείες με αντιβιοτικά να γίνονται λιγότερο αποτελεσματικές.
Ποιοι είναι οι στόχοι που έχει θέσει η ΕΕ;
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπως τονίζει ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), έχοντας ως έτος αναφοράς το 2019 για τα δεδομένα αντιμικροβιακής αντοχής, κατανάλωσης αντιβιοτικών και επίπτωσης λοιμώξεων, θέτει συγκεκριμένους στόχους με ορίζοντα το 2030. Οι προτεινόμενοι στόχοι αποτελούν έναν αποτελεσματικό τρόπο παρακολούθησης της προόδου προγραμμάτων επιτήρησης αντιμικροβιακής αντοχής και λοιμώξεων που σχετίζονται με τη φροντίδα υγείας. Αναλυτικότερα, οι στόχοι αφορούν:
n τη συνολική μείωση κατανάλωσης αντιβιοτικών στους ανθρώπους κατά 20% στην ΕΕ, ενώ ο σχετικός στόχος για την Ελλάδα είναι 27%
n το ποσοστό των αντιβιοτικών που ανήκουν στην κατηγορία «Access», σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση του ΠΟΥ, να είναι τουλάχιστον 65% της συνολικής κατανάλωσης
n τη συνολική μείωση της επίπτωσης μικροβιαιμιών που οφείλονται:
n σε ανθεκτικά στη μεθικιλλίνη στελέχη χρυσίζοντος σταφυλόκοκκου (MRSA) κατά 15%
n σε ανθεκτικά στις κεφαλοσπορίνες 3ης γενιάς στελέχη Escherichiacoliκατά 10%
n σε ανθεκτικά στις καρμπαπενέμες στελέχη Klebsiella-pneumoniaeκατά 5%.
Πηγή: tanea.gr