Της Ελευθερίας Κούρταλη
Σταθερή διατηρεί την εκτίμησή της για την ανάπτυξη στην Ελλάδα φέτος η Wood, στο 2,4%, ωστόσο μειώνει την πρόβλεψη για την ανάπτυξη του 2025 στο 2% από 2,3% πριν, ενώ αναμένει ισχυρή ανάπτυξη της τάξης του 2,7% το 2026, όπως επισημαίνει στην έκθεσή της για τις προοπτικές του 2025. Η προσδοκία του οίκου είναι ότι η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να υπεραποδίδει σημαντικά της ευρωζώνης και να αναπτύσσεται κατά 2% ή περισσότερο τα επόμενα χρόνια χάρη στην ενίσχυση των επενδύσεων και των σταδιακών βελτιώσεων του τουρισμού και του βιομηχανικού τομέα. Όπως σημειώνει παράλληλα, η Ελλάδα είναι καλύτερα προστατευμένη έναντι της επιδείνωσης των εμπορικών εντάσεων παγκοσμίως από τις περισσότερες άλλες χώρες της ΕΕ.
Ειδικότερα, όπως επισημαίνει η Wood, η ελληνική οικονομία διατηρεί μία ισχυρή προοπτική επέκτασης, υπεραποδίδοντας έναντι της ζώνης του ευρώ κατά 1,5-2 ποσοστιαίες μονάδες, κατά μέσο όρο, σε πραγματικούς όρους, αποκαλύπτοντας έτσι την τρέχουσα ισχύ της στις επενδύσεις, οι οποίες συνέχισαν να βελτιώνονται τα τελευταία τρίμηνα, συμπεριλαμβανομένης της ανανέωσης αποθεμάτων.
Οι δαπάνες των νοικοκυριών αυξήθηκαν σε πραγματικούς όρους το πρώτο εξάμηνο του 2024 κατά 2%, κατά μέσο όρο, καλύτερα από το 1,6% το 2023, αλλά υστερούν σε σχέση με αυτό που θα περίμενε να δει ο οίκος δεδομένης της συνεχιζόμενης μείωσης του ποσοστού ανεργίας. Ο λόγος για αυτό είναι ουσιαστικά αμφίπλευρος: οι έρευνες για τα νοικοκυριά δεν αποκαλύπτουν καμία αντιληπτή βελτίωση στην πραγματική αγοραστική δύναμη από το 2019 και οι μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες παραμένουν σε μια μακρά διαδικασία βελτίωσης των ισολογισμών τους, η οποία αρχίζει να αποφέρει σημαντικά κέρδη, αλλά όχι εκτεταμένα αρκετά για να προσφέρει σημαντική αύξηση στις προοπτικές των μισθών για τους εργαζόμενους.
Την ίδια στιγμή, η σταθερή δημοσιονομική εκτέλεση συνεχίζει να συμβάλλει στην εξομάλυνση του μελλοντικού πιστωτικού κύκλου, μέσω των τακτικών εκταμιεύσεων των πόρων της ΕΕ και των υψηλότερων δημόσιων επενδύσεων απ’ ό,τι στο παρελθόν, καθώς και με καλά εδραιωμένο χαμηλό κόστος δανεισμού.
Ποια είναι η κατάσταση της εγχώριας ζήτησης
Καταναλωτές: αυτό που κάνει την κατάσταση των ελληνικών νοικοκυριών να ξεχωρίζει στο πλαίσιο της ΕΕ είναι ότι οι έρευνες αποκαλύπτουν στάσιμες προσδοκίες για την οικονομία, στάσιμες προσδοκίες για προσωπικές μελλοντικές οικονομικές θέσεις ή αποταμιεύσεις και καμία σημαντική πτώση του πληθωρισμού. Αυτή η αρνητική εικόνα, όπως τονίζει η Wood, έρχεται σε αντίθεση με τις επιδόσεις ανάπτυξης της οικονομίας και είναι ίσως κάπως απαισιόδοξη, δεδομένου ότι κάποια ανάκαμψη της αύξησης της κατανάλωσης έχει πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια του 2024.
Η προσδοκία της Wood είναι ότι η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται κατά 2% ή περισσότερο τα επόμενα χρόνια σε πραγματικούς όρους, κυρίως λόγω του αυξανόμενου ποσοστού επενδύσεων και των σταδιακών βελτιώσεων του τουρισμού και του βιομηχανικού τομέα. Η όρεξη για προσλήψεις στην Ελλάδα έχει μειωθεί από το ιστορικό υψηλό της τον Απρίλιο του 2024, αλλά παραμένει υψηλή σε ένα ιστορικό πλαίσιο και θα συνεχίσει να υποστηρίζει την απασχόληση και την αργή βελτίωση των μισθολογικών κερδών. Αυτή η κατάσταση είναι αντίθετη με αυτά που αναφέρουν τα νοικοκυριά στις έρευνες, αλλά πρέπει να θυμόμαστε ότι η Ελλάδα συνεχίζει βιώνει σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές που είναι απαραίτητες για να επιτύχει τελικά πιο ανταγωνιστικές τιμές στην προσφορά κατοικιών και στα αγαθά που παράγονται τοπικά, τα οποία συνεχίζουν να εμφανίζονται κάπως ακριβά επειδή η παραγωγική διαδικασία δεν έχει ακόμη ουσιαστική κλίμακα (ειδικά σε παγκόσμιο πλαίσιο), σημειώνει η Wood.
Όσον αφορά την παραγωγικότητα της εργασίας, μετρούμενη από τη μεταβολή του λόγου ονομαστικού ΑΕΠ και απασχόλησης, αυξήθηκε κατά 4%, κατά μέσο όρο, το 2024 και κατά 7,6% σε ετήσια βάση το 2023. Συνολικά, τα κέρδη στην οικονομία αυξήθηκαν κατά 5% σε ετήσια βάση το πρώτο εξάμηνο του 2024 και η τάση δείχνει βελτίωση από το χαμηλό σημείο που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της COVID-19 το 2020. Τα τελευταία χρόνια, οι τιμές των ακινήτων έχουν αυξηθεί απότομα και ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί σημαντικά, στα 830 ευρώ/μήνα επί του παρόντος και πιθανότατα θα αυξάνεται σταθερά πάνω από τον ρυθμό πληθωρισμού τα επόμενα χρόνια. Ως αποτέλεσμα, η εκτίμηση του οίκου είναι ότι ο εταιρικός τομέας έχει βελτιωθεί μέχρι στιγμής, αλλά απομένουν πολλά ακόμη να γίνουν.
Εξετάζοντας τους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, τα συνολικά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία των μη χρηματοπιστωτικών εταιρειών διαμορφώθηκαν στο 52,7% του ΑΕΠ το β’ τρίμηνο του από 54,3% ένα χρόνο νωρίτερα. Το χρέος του τομέα διαμορφώθηκε στο 67,2% του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο του 2024, ήπια μειωμένο από το 67,7% ένα χρόνο νωρίτερα. Τα μετρητά (καταθέσεις) διαμορφώθηκαν στο 8,5% του ΑΕΠ το β’ τρίμηνο, σχεδόν αμετάβλητο από το 2022 και μέτρια σε ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Οι χρηματοοικονομικοί ισολογισμοί των νοικοκυριών δείχνουν τα συνολικά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία στο 107% του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο, όχι πολύ κάτω από το 109% του ΑΕΠ ένα χρόνο νωρίτερα, με τις συνολικές καταθέσεις να παρουσιάζουν πτωτική τάση, αλλά να παραμένουν υψηλά σε διεθνές πλαίσιο, στο 78,3% του ΑΕΠ στο β’ τρίμηνο. Το συνολικό χρέος διαμορφώθηκε στο 49% του ΑΕΠ το β’ τρίμηνο, σημειώνοντας σταθερή πτώση τα δύο τελευταία χρόνια.
Επενδύσεις
Το ποσοστό επενδύσεων στην Ελλάδα έχει αυξηθεί στο 18,5% του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο του 2024, από 14,6% ένα χρόνο νωρίτερα, επιβεβαιώνοντας ότι ο συνδυασμός δυναμικών κεφαλαίων της ΕΕ, άμεσων ξένων επενδύσεων και καλύτερων εταιρικών ισολογισμών, προσφέρουν μια βελτίωση στον κύκλο κεφαλαίων που έλειπε για την περασμένη δεκαετία. Η Ελλάδα είναι επιλέξιμη για συνολική κατανομή του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ύψους 36,1 δισ. ευρώ για την περίοδο 2021-2026 και, μέχρι στιγμής, έχει αξιοποιήσει την τέταρτη δόση (συνολικά 17,2 δισ. ευρώ), αφήνοντας άφθονα περιθώρια για θετική στήριξη της ανάπτυξης τα επόμενα δύο χρόνια
Δημοσιονομική στάση
Σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα 2025-2028, η Ελλάδα στοχεύει να διατηρήσει πρωτογενές ισοζύγιο 2-2,5% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια, με στόχο την εξυγίανση του ελλείμματος του γενικού προϋπολογισμού από 1% του ΑΕΠ το 2024Ε στο 0,6% του ΑΕΠ το 2025. ‘Όπως σημειώνει η Wood, οι υποκείμενες προβλέψεις ανάπτυξης που αναλαμβάνονται στα δημοσιονομικά σχέδια φαίνονται πιο ρεαλιστικές, σε σύγκριση με τις παραδοχές ανάπτυξης που χρησιμοποιούνται στα δημοσιονομικά σχέδια άλλων χωρών της ΕΕ. Η κυβέρνηση υποθέτει αύξηση του ΑΕΠ της τάξης του 2,2-2,3% την περίοδο 2025-2626, κάτι που είναι συνεπές με τις εκτιμήσεις που δίνει και η ίδια.
Πληθωρισμός
Ο συνολικός πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 2,4% σε ετήσια βάση τον Οκτώβριο, μετριάζοντας από μια σύντομη επιτάχυνση στο 3% το καλοκαίρι και, κατά την άποψη της Wood, θα κυμανθεί γύρω στο 2-2,5% τους επόμενους μήνες.
Αν και ο ρυθμός πληθωρισμού δεν είναι υψηλός, είναι αρκετός για να τροφοδοτήσει τη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων και είναι ένας από τους λόγους για την πρόσφατη εθνική απεργία των εργαζομένων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα τον Νοέμβριο του 2024.
Από την άποψη της νομισματικής πολιτικής, η Ελλάδα είναι καλύτερα προστατευμένη έναντι της επιδείνωσης των εμπορικών εντάσεων παγκοσμίως από τις περισσότερες άλλες χώρες της ΕΕ. Ως αποτέλεσμα, το προφίλ του πληθωρισμού είναι ελαφρώς υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, αλλά όχι αρκετά σημαντικό ώστε να επηρεάσει τις προοπτικές πολιτικής της ΕΚΤ. Η Wood αναμένει ότι το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ θα μειωθεί απότομα το επόμενο έτος και τονίζει ότι είναι πιθανό, αλλά όχι ακόμη το βασικό σενάριο, ότι το επιτόκιο καταθέσεων θα μειωθεί έως και 1% τους επόμενους 18 μήνες.
Πηγή: capital.gr