Ο Ο χάρτης της Συρίας αλλάζει διαρκώς και με κινηματογραφική ταχύτητα – σε καθημερινή, μάλιστα, βάση. Ο κατακερματισμός της πάλαι ποτέ κραταιάς χώρας μοιάζει να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, έστω κι αν ουδείς το παραδέχεται επισήμως. Και, μαζί του, ξεδιπλώνεται το σχέδιο – ή, για την ακρίβεια, τα (σε αρκετές περιπτώσεις ανταγωνιστικά) σχέδια – για της δημιουργία μιας «νέας τάξης» στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, στο φόντο της κατάρρευσης του συριακού και αραβικού «Τείχους του Βερολίνου» και του τέλους μιας ολόκληρης εποχής.
Δεν πρόκειται, φυσικά, για κάτι καινούργιο. Τον Σεπτέμβριο του 2023, για του λόγου το αληθές, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου ανέβηκε στο βήμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών επιδεικνύοντας έναν χάρτη που προέβαλλε αυτό ακριβώς το «σύνθημα». Ειδικά δε μετά την 7η Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς, τόσο ο ίδιος όσο και κορυφαία στελέχη της κυβέρνησής του δεν έχασαν ευκαιρία να αναφέρονται σε αυτό ακριβώς – μια «νέα τάξη» που θα εξυπηρετεί, πρωτίστως, το Ισραήλ.
Ηδη, από τον Μάρτιο του 2023, το αμερικανικό διπλωματικό περιοδικό «Foreign Affairs» δημοσίευε άρθρο με αντίστοιχο τίτλο, έστω και υπό μορφή ερωτήματος: «Μια νέα τάξη στη Μέση Ανατολή;». Σε αυτό σημείωνε, ανάμεσα στα άλλα: «Το Ριάντ και η Τεχεράνη ανακοίνωσαν την απόφασή τους να εξομαλύνουν τις σχέσεις τους. Αυτή η συμφωνία – σταθμός έχει τη δυναμική να μεταμορφώσει τη Μέση Ανατολή, ευθυγραμμίζοντας εκ νέου τις μεγάλες δυνάμεις της και αντικαθιστώντας τον υπάρχοντα διχασμό ανάμεσα σε Αραβες και Ιράν με ένα περίπλοκο πλέγμα σχέσεων, προσανατολίζοντας την περιοχή στις φιλοδοξίες της Κίνας. Για το Πεκίνο, η ανακοίνωση (της συμφωνίας) αποτέλεσε ένα μεγάλο βήμα στην αντιπαράθεσή του με την Ουάσιγκτον».
Μεγάλο ενδιαφέρον έχει και σχετική ανάλυση στη γαλλική «le Monde» στις αρχές Οκτωβρίου, λίγες μέρες πριν από τη συμπλήρωση ενός έτους από την επιδρομή στο έδαφος του Ισραήλ. Αφού υπενθύμιζε – παραπέμποντας στην εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003, αλλά και σε εκείνη του Ισραήλ στον Λίβανο το 2006 – πως «Ισραηλινοί και Αμερικανοί ονειρεύονται από το 1982 να “ανοικοδομήσουν” την περιοχή, μέχρι στιγμής όμως κάθε προσπάθεια έχει φέρει το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επεδίωκαν», κατέληγε σε ένα συμπέρασμα που έβγαινε από τα χείλη του λιβανέζου πολιτικού επιστήμονα Καρίμ Εμίλ Μπιτάρ: «Το να θέλει κανείς να αναμορφώσει την περιοχή ισοδυναμεί με το άνοιγμα του Κουτιού της Πανδώρας».
Με τις πρόσφατες εξελίξεις, έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε πως αυτό έχει ήδη συμβεί. Ολα δείχνουν, για παράδειγμα, πως πρέπει να ξεχάσουμε τη Συρία και τον Λίβανο με τη μορφή που τις γνωρίσαμε ως χώρες. Σύντομα δε, ίσως αναθεωρήσουμε ριζικά τις κρατούσες αντιλήψεις για τη θέση και τον ρόλο του Ισραήλ στη Μέση Ανατολή, καθώς και του Ιράν. Και μαζί, τη συνολική ισορροπία δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή, κάτι που αφορά τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Κίνα αλλά και την Τουρκία και την Ελλάδα.
Ολα τα παραπάνω στρέφουν ήδη την προσοχή στην επόμενη ημέρα και στο τι θα μεσολαβήσει μέχρις ότου φτάσουμε εκεί. Σε αυτό το φόντο, τίθενται ορισμένα μείζονα ερωτήματα που ζητούν επιτακτικά απαντήσεις.
Εχει έρθει η ώρα για μια «Γιάλτα της Μέσης Ανατολής»;
Οχι ακόμη και όχι μέχρι να κριθεί οριστικά το «ποιος – ποιον». Παρά το γεγονός ότι το Ισραήλ έχει ενισχύσει σημαντικά τη θέση του και ανήκει στους νικητές αυτού του γύρου, έχοντας καταφέρει ισχυρά πλήγματα και να αποδυναμώσει τους βασικότερους εχθρούς του (Χαμάς, Χεζμπολάχ, αλλά και Ιράν), αλλά και διευρύνοντας ντε φάκτο τα σύνορά του, η παρτίδα δεν έχει ακόμη κριθεί. Ειδικά η Τεχεράνη παραμένει υπολογίσιμος παίκτης και ένας συμβιβασμός του Νετανιάχου μαζί της θα είναι δύσκολος – όπως, άλλωστε, και με τα αραβικά καθεστώτα της περιοχής, ειδικά ύστερα από όσα έχουν υποστεί οι Παλαιστίνιοι.
Θα γίνει πόλεμος Ισραήλ – Ιράν;
Μέχρι στιγμής, οι δύο πλευρές έχουν δείξει στην πράξη πως δεν επιδιώκουν μια κατά μέτωπο σύγκρουση και έχουν περιοριστεί σε πλήγματα που έχουν ως βασικό στόχο να στείλουν μηνύματα και να αποδείξουν τις δυνατότητες που έχουν σε περίπτωση που ξεσπάσει ολοκληρωτικός πόλεμος. Πάντως, η Τεχεράνη είναι αυτή που βρίσκεται σε μειονεκτική θέση – με αρκετούς να υποστηρίζουν πως πούλησε τη Συρία και τον Ασαντ για να οχυρώσει καλύτερα το δικό της κάστρο. Αυτό, ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως παύει να έχει φιλοδοξίες ή ότι το Ισραήλ τη θεωρεί τελειωμένη.
Μέχρι πού φτάνει η φιλοδοξία του Ερντογάν;
Η Τουρκία ανήκει επίσης στους μεγάλους κερδισμένους. Είναι κοινό μυστικό ότι η συριακή αντιπολίτευση, συμπεριλαμβανομένων των τζιχαντιστών, άντεξε και κατάφερε να ανασυγκροτηθεί στηριζόμενη σε μεγάλο βαθμό στη δική της βοήθεια. Οι Κούρδοι, επίσης, είναι στριμωγμένοι και δύσκολα θα επιχειρήσουν οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί απειλητικό για την Αγκυρα, η οποία ελέγχει τμήμα της Βόρειας Συρίας, ενώ ταυτόχρονα έχει καταφέρει να αποκαταστήσει τις σχέσεις με τα αραβικά καθεστώτα. Τέλος, ο Ερντογάν αναμένει και ένα σημαντικό όφελος στο εσωτερικό, καθώς ελπίζει ότι μεγάλο μέρος από τα 2 και πλέον εκατομμύρια σύρους πρόσφυγες θα επιστρέψουν στην πατρίδα τους.
Πέτυχαν τους στόχους τους οι ΗΠΑ;
Στην πρώτη του δημόσια παρέμβαση μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Ασαντ, ο Τζο Μπάιντεν ισχυρίστηκε πως η πολιτική του δικαιώθηκε. Οπως είπε, η στήριξη που πρόσφεραν οι ΗΠΑ στο Ισραήλ απέναντι στο Ιράν, τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ, αλλά και η αντίστοιχη στην Ουκρανία στον πόλεμο κατά της Ρωσίας, έφεραν Μόσχα και Τεχεράνη στο σημείο να μην είναι σε θέση να υπερασπίσουν τον σύμμαχό τους, το καθεστώς του οποίου κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Η Ουάσιγκτον, ωστόσο, γνωρίζει καλύτερα από όλους ότι η νέα ισορροπία, με την ίδια ως εγγυήτρια, δεν έχει επιτευχθεί ακόμη.
Τι θα κάνει τώρα ο Πούτιν;
Στην πράξη, η Ρωσία φάνηκε να κάνει την ίδια επιλογή με το Ιράν σε αυτή την κρίση: εγκατέλειψε τον Ασαντ και έκαψε ό,τι είχε επενδύσει πάνω του, προκειμένου να διασφαλίσει κάτι που γι’ αυτήν έχει σαφώς μεγαλύτερη σημασία: μια ευνοϊκή κατάληξη του πολέμου στην Ουκρανία, όπου έχει επικεντρώσει τις δυνάμεις της. Σε κάθε περίπτωση, η Αρκούδα έχει πληγωθεί και ενδεχομένως οδηγηθεί σε… ακρωτηριασμό, εφόσον εξαναγκαστεί να εγκαταλείψει τις δύο στρατηγικής σημασίας βάσεις της στη Συρία, που της διασφαλίζουν έξοδο στη Μεσόγειο και άμεση πρόσβαση στην Αφρική.
Τι σκέφτεται και τι επιδιώκει το Πεκίνο;
Ουσιαστικά, η Κίνα ανήκει στο στρατόπεδο των χαμένων. Αν και έχει αναπτύξει στενές οικονομικές και ενεργειακές σχέσεις με αρκετά από τα καθεστώτα της Μέσης Ανατολής – η Σαουδική Αραβία ανήκει στους μεγαλύτερους προμηθευτές της σε πετρέλαιο, ενώ επιχειρεί να την εντάξει και στην ομάδα των BRICS – η απόπειρά της να αναδειχθεί σε ηγεμονική δύναμη μάλλον ναυαγεί. Οι ΗΠΑ αποδεικνύουν πως, παρά τη μερική τους υποχώρηση, εξακολουθούν να κρατούν τα πιο καλά και ισχυρά χαρτιά και σε αυτή την περιοχή.
Πηγή: tanea.gr