Πριν από σχεδόν 25 χρόνια, όταν η Γαλλία και Γερμανία βίωναν μία από τις περιόδους «έρωτα και συνεργασίας» ο τότε Γάλλος πρόεδρος Ζακ Σιράκ τόνιζε: «Όταν η Γαλλία και η Γερμανία προχωρούν, όλη η Ευρώπη προχωρά. Όταν δεν το κάνουν, σταματάει».
Η εικόνα σήμερα έχει αλλάξει: οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης διάγουν βίους παράλληλους, με τις οικονομίες τους να παραπαίουν. Αμφότερες βρίσκονται σε μία πολιτική περιδίνηση με τις κυβερνήσεις τους να μην επιβιώνουν της πρότασης μομφής. Κι ενώ η Γερμανία οδεύει σε πρόωρες εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου, το σύνταγμα της Γαλλίας δεν επιτρέπει πρόωρη προσφυγή στις κάλπες πριν από το επόμενο καλοκαίρι. Ως εκ τούτου, ο νεοδιορισθείς πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού έχει μπροστά του το εξαιρετικά δύσκολο έργο να συγκροτήσει μια σταθερή κυβέρνηση μετά την κατάρρευση την περασμένη εβδομάδα της πιο βραχύβιας κυβέρνησης της χώρας από το 1958.
Γαλλία – Γερμανία: Οι πολιτικοί τριγμοί και οι οικονομικές επιπτώσεις στην ευρωζώνη
Χαρακτηριστικό γνώρισμα
Η πολιτική αστάθεια φαίνεται να μετατρέπεται σε χαρακτηριστικό γνώρισμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τις μεγαλύτερες οικονομίες της να να παλεύουν με την εσωτερική αταξία. Γερμανία και Γαλλία κλυδωνίζονται αμφότερες, αλλάζοντας σημαντικά τα δεδομένα για ολόκληρο το μπλοκ. Και η τάση αυτή, η οποία αποτέλεσε πρωτοσέλιδο για το μεγαλύτερο μέρος του 2024, φαίνεται ότι θα επεκταθεί βαθιά μέσα στο 2025…
Οι πάλαι ποτέ ατμομηχανές της ευρωπαϊκής οικονομίας ξέμειναν από καύσιμα, και ο γαλλικογερμανικός άξονας που κινούσε τα γρανάζια της ΕΕ είναι ανενεργός τόσο εξαιτίας των εσωτερικών προβλημάτων όσο και συνέπεια της διαμάχης Βερολίνου – Παρισιού σε μια σειρά από θέματα.
Η πρόταση μομφής κατά της κεντροαριστερής κυβέρνησης του Όλαφ Σολτς , μετά από εβδομάδες αναταράξεων, η οποία υπερψηφίστηκε σηματοδοτεί βαθύτερα υπόγεια ρεύματα στη Γερμανία, την οικονομική δύναμη της Ευρώπης και ουδείς μπορεί να διαβλέψει τι θα βγάλουν οι κάλπες από τις πρόωρες εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου.
Το διαφαινόμενο κενό στην ηγεσία θα μπορούσε να ωθήσει τη Γερμανία στο ίδιο πολιτικό καθαρτήριο που μαστίζει τη Γαλλία, δημιουργώντας ένα κενό ηγεσίας που η ΕΕ δεν μπορεί να αντέξει οικονομικά τη δεδομένη κομβική στιγμή. Καθώς πλησιάζει το 2025, οι προοπτικές για τις δύο κεντρικές δυνάμεις της Ευρώπης φαίνονται ζοφερές. Τόσο η Γερμανία όσο και η Γαλλία προσπαθούν να χαράξουν την πολιτική για το νέο έτους χωρίς επί της ουσίας λειτουργικές κυβερνήσεις, εγκεκριμένους προϋπολογισμούς ή συνεκτικές στρατηγικές. Αντίθετα, η εξτρεμιστική ρητορική διαμορφώνει τον δημόσιο λόγο, πλησιάζοντας περισσότερο στο να επηρεάσει τους θεσμούς τους.
Αυτή η κοινή αστάθεια μεταξύ των δύο μεγαλύτερων μηχανών προόδου της ΕΕ απειλεί να σταματήσει την ικανότητα δράσης του μπλοκ. Κι έρχεται σε μια στιγμή που οι προκλήσεις —τόσο εντός όσο και εκτός των ευρωπαϊκών συνόρων— συνεχίζουν να αυξάνονται. Χωρίς αποφασιστική ηγεσία από το Βερολίνο και το Παρίσι, το μέλλον της ΕΕ είναι όλο και πιο αβέβαιο σε έναν κόσμο που απαιτεί γρήγορες, συλλογικές απαντήσεις στις κρίσεις. Και όλα αυτά την ώρα που, από τις 20 Ιανουαρίου στον Λευκό Οίκο θα βρίσκεται και πάλι ο Ντόναλντ Τραμπ.
Το δύσκολο σταυροδρόμι
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε ένα επικίνδυνο σταυροδρόμι, αντιμετωπίζοντας όχι μόνο εξωτερικές απειλές, αλλά και μια εσωτερική διάβρωση που θα μπορούσε να υπονομεύσει τα ίδια τα θεμέλιά της. Ενώ η Ρωσία φαίνεται ως υπαρξιακή απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια και η Κίνα κάνει μεθοδικά παγκόσμιες οικονομικές εισβολές, ο μεγαλύτερος κίνδυνος μπορεί να βρίσκεται πιο κοντά στο σπίτι. Η αναζωπύρωση του ευρωπαϊκού λαϊκισμού, που πιθανώς ενισχύεται από την επιστροφή του Τραμπ ή της ρητορικής Τραμπ στην παγκόσμια σκηνή το 2025, θέτει μια σοβαρή πρόκληση για τη συνοχή της ΕΕ.
Η εικόνα στη Γαλλία
Ο Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος αγωνίζεται να κρατηθεί στην εξουσία , επέλεξε τον κεντρώο Φρανσουά Μπαϊρού ως τον τρίτο πρωθυπουργό του έτους, αλλά όλα τα παλιά προβλήματα παραμένουν: η ακροδεξιά ανεβαίνει, οι κεντρώοι έχουν χάσει στρέμματα πολιτικού εδάφους και η κυβέρνηση βρίσκεται σε αδιέξοδο. Παρόλα αυτά, η ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση της Μαρίν Λεπέν – υπεύθυνη για την ανατροπή της τελευταίας κυβέρνησης – παίζει καταλυτικό ρόλο. Μετά από συναντήσεις με τον Μπαϊρού, η Λεπέν είπε ότι νιώθει ότι ο νέος ηγέτης τελικά την «άκουσε».
Η Γερμανία απέφυγε οριακή την ύφεση αυτό το καλοκαίρι, ενώ η Γαλλία έχει το υψηλότερο έλλειμμα μεταξύ των οικονομιών της Ευρωζώνης, οπότε ίσως δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι διαφωνίες σχετικά με τους αντίστοιχους προϋπολογισμούς της έχουν ωθήσει τις κυβερνήσεις τους σε κατάρρευση. Με τη Γερμανία να μην μπορεί να διεξαγάγει εκλογές μέχρι τον Φεβρουάριο και τη Γαλλία μέχρι τον Ιούνιο του 2025, και οι δύο χώρες έχουν δημιουργήσει ένα « πολιτικό κενό » στην Ευρώπη.
Ένα πολιτικό κενό στη Γαλλία και τη Γερμανία, τους δύο μεγαλύτερους και πιο σημαντικούς παίκτες της ΕΕ, δημιουργεί προβλήματα σε μια ήδη προβληματική ευρωπαϊκή οικονομία.
Προειδοποιήσεις
Τους τελευταίους μήνες, δύο πρώην Ιταλοί πρωθυπουργοί Μάριο Ντράγκι και Ενρίκο Λέτα εξέδωσαν ζοφερές προειδοποιήσεις σχετικά με την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, με το κενό με τις ΗΠΑ να διευρύνεται διαρκώς.
Αλλά με ελάχιστη καθοδήγηση από το Παρίσι και το Βερολίνο, τις δύο πρωτεύουσες που θεωρούνται οι κινητήρες του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, δεν είναι σαφές εάν οι προτεινόμενες λύσεις τους θα ληφθούν υπόψη.
Ο Ντράγκι και ο Λέτα έχουν προτείνει μερικές πολιτικά δύσκολες ιδέες: κοινό δανεισμό μέσω ευρωομολόγων, δημιουργία κεφαλαιαγορών ή ένα νέο πανευρωπαϊκό επενδυτικό ταμείο, που ταιριάζει με τις τεράστιες επιδοτήσεις πράσινης τεχνολογίας των ΗΠΑ.
Στην πράξη, αυτές οι ιδέες θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την κατανομή του κινδύνου με άλλες κυβερνήσεις, την αύξηση των οικονομικών συνεισφορών στις Βρυξέλλες, την περαιτέρω μεταρρύθμιση των συνταξιοδοτικών συστημάτων ή την εξάλειψη των εθνικών χρηματοπιστωτικών εποπτών.
Πηγή: ot.gr