Η Προεδρία της Δημοκρατίας οφείλει να έχει ενωτικό χαρακτήρα

Δεν θα στηρίξουμε αλλοίωση του εκλογικού νόμου

“Τα χαρακτηριστικά που πρέπει να αναζητάμε σε έναν θεσμό, όπως του Προέδρου της Δημοκρατίας, είναι η εθνική ενότητα, η πολιτική σταθερότητα και η εγγύηση της θεσμικής ομαλότητας”, τόνισε σε παρουσία του στο Mega ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Κώστας Τσουκαλάς, αναφορικά με τα γνωρίσματα που πρέπει να έχει το πρόσωπο που θα αναλάβει την Προεδρία της Δημοκρατίας.

“Εμείς έχουμε μιλήσει για μία ισχυρή παράδοση που υπάρχει στη χώρα και εγκαινιάστηκε από τον αείμνηστο Ανδρέα Παπανδρέου το 1995 με τον Κωστή Στεφανόπουλο και υπαγορεύει όταν κυβερνά μία παράταξη ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να προέρχεται από τον “αντίπαλο” πολιτικά χώρο. Με άλλα λόγια, είθισται όταν μία από τις δύο μεγάλες παρατάξεις κυβερνά να επιλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας από την άλλη παράταξη για την επίτευξη της πολιτικής εξισορρόπησης”, συμπλήρωσε. “Επειδή η παράδοση αυτή έχει θετικό αποτύπωμα, εμείς ως ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής θεωρούμε ότι το πρόσωπο που θα προτείνει ο πρωθυπουργός πρέπει να προέρχεται από την κεντροαριστερά. Βέβαια κάθε πρόσωπο έχει το δικό του συμβολικό φορτίο και αξιολογείται αυτόνομα. Φυσικά πρέπει να έχει το εκτόπισμα ώστε να μπορεί να παίξει το ρόλο που καλείται λόγω της τρέχουσας συγκυρίας. Μπορεί να βρεθούν και πρόσωπα που δεν ανήκουν σε παρατάξεις αλλά έχουν το φορτίο που χρειάζεται”, είπε. Ο κ. Τσουκαλάς σημείωσε ότι “το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής δεν έχει μία ευκαιριακή αντίληψη των θεσμών και των αναγκών της χώρας και η Προεδρία της Δημοκρατίας οφείλει να έχει ενωτικό χαρακτήρα”. “Αυτό σημαίνει ότι εμείς δεν θα μπούμε σε παιχνίδια αρνούμενοι μία πρόταση που φέρνει η Νέα Δημοκρατία, ακόμη και αν αυτή είναι καλή. Αν όμως η κυβέρνηση φέρει μία πρόταση στενά κομματική και πάει να κάνει τα δικά της θεσμικά αδιέξοδα προφανώς θα είμαστε απέναντι”, ανέφερε ο κ. Τσουκαλάς.

Κληθείς να σχολιάσει τις γεωπολιτικές εξελίξεις τόσο στη Μέση Ανατολή όσο και στην Ουκρανία, καθώς και τον ρόλο της Ελλάδας και της Ευρώπης, τόνισε πως “τόσο η Ευρώπη όσο και η χώρα μας είναι σε μία αμηχανία σχετικά με τις εξελίξεις. Είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχει έλλειψη ενός οράματος διορατικότητας και στρατηγικής για τα μείζονα ζητήματα γεωπολιτικής”. “Μάλιστα τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση μιλούσε με τον κ. Φιντάν και είχε βάλει πάρα πολύ ψηλά τον πήχη στο προ της συναντήσεως διάστημα, εντούτοις φαίνεται πως ο κ. Φιντάν προετοίμαζε την πτώση τους καθεστώτος Άσαντ. Αυτό είναι κάτι που ούτε η Ευρώπη ούτε η χώρα μας είχε προβλέψει και γι’ αυτό βλέπουμε να υπάρχει μεγάλη αμηχανία”, σχολίασε. Πρόσθεσε ότι “χρειάζεται ένας νέος ευρωπαϊσμός και όσον αφορά στην κριτική μας προς την κυβέρνηση δεν σημαίνει ότι θεωρούμε τα ζητήματα αυτά εύκολα αλλά πιστεύουμε ότι θα έπρεπε να είναι πιο ενεργητική”. “Η Ελλάδα οφείλει να ασκεί μία πίεση προς την Ευρώπη ώστε εκείνη με τη σειρά της να έχει μία ολιστική προσέγγιση σε σχέση με τα τεκταινόμενα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Ανατολική Μεσόγειος είναι μια γειτονιά στην οποία εμείς έχουμε συμφέροντα, έχουμε το ευρωπαϊκό μας σπίτι αλλά μπορούμε να είμαστε και η πύλη εισόδου προς την Ανατολική Μεσόγειο. Δεν φροντίσαμε να το κάνουμε σαφές αυτό, όπως κάλλιστα θα μπορούσαμε. Έχουμε προφανώς στρατηγικές συμμαχίες και με το Ισραήλ και με την Κύπρο, δεν τίθεται ζήτημα διαφωνίας σε αυτό το πεδίο”, τόνισε.

Επιπλέον ο κ. Τσουκαλάς έθεσε το ζήτημα της Αιγύπτου, υπενθυμίζοντας πως “είναι μια συμμαχική χώρα, παρατηρούμε οικονομική κρίση και φόβους και γι’ αυτό πρέπει να οχυρωθούμε ώστε να μη βρεθούμε μάρτυρες συμφωνιών στο πρότυπο του παράνομου Τουρκολιβυκού Συμφώνου”. Εξήγησε πως “οι καταστάσεις αυτές θέλουν μία προετοιμασία, ενώ πρέπει να δούμε και σε σχέση με τον ορθόδοξο κόσμο που κατοικεί στην Ανατολική Μεσόγειο τρόπους που θα μπορέσουμε να διασφαλίσουμε την προστασία του. Να γίνουμε η φωνή αυτού του κόσμου προς την Ευρώπη”. 

Σχετικά με τη διακοπή, από χθες, της ροής του ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω της Ουκρανίας, ανέφερε πως “η ροή του φυσικού αερίου της Ρωσίας μέσω των ουκρανικών εδαφών ήταν μία σύμβαση του 2019 και ξέρουμε ότι θα λήξει τώρα. Από το 2022 η Ευρώπη γνώριζε ότι δεν θα την ανανεώσει παρά τις πιέσεις της Ρωσίας, άρα υπήρξε η προετοιμασία που έπρεπε”.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Πηγή: capital.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ