Δάφνη Σημίτη

Δάφνη Σημίτη

Από την καλή

Φωτογραφικοί και τηλεοπτικοί φακοί στράφηκαν αρκετές φορές πάνω στη Δάφνη Σημίτη την Πέμπτη. Μόνο τη στιγμή που έριχνε ένα λευκό λουλούδι στον τάφο του πρώην πρωθυπουργού την απαθανάτισαν να αφήνει αυτά που είχε στο μυαλό της να αποτυπωθούν στο πρόσωπό της. Το οπτικοακουστικό υλικό από τη Μητρόπολη, την πομπή αλλά και το Α’ Νεκροταφείο θύμισε σε πολλούς τον διακριτικό τρόπο με τον οποίο εμφανιζόταν σε επίσημες εκδηλώσεις, ή συμπεριφερόταν στις ιδιωτικές τους εξόδους, την περίοδο της σημιτικής διακυβέρνησης.

Μέσα σε μια οκταετία δημοσιεύθηκαν εκατοντάδες στιγμιότυπά της κι έπαιξαν άλλα τόσα πλάνα της δίπλα του. Κι όμως, δεν υπάρχει ούτε μια δημόσια δήλωσή της. Πρέπει να σκάψει κανείς πολύ στα αρχεία των εφημερίδων για να βρει μια και μοναδική παρέμβασή της, την ώρα που ο σύζυγός της έδινε συνέντευξη στο «ΒΗΜΑ». Το 1983, ενώ αυτός βρισκόταν στο υπουργείο Γεωργίας, είχε επισημάνει πως το μόνο που έχει αλλάξει στην καθημερινότητά τους είναι οι «συχνές απουσίες». Κι είχε διακόψει τη συνομιλία του με τη δημοσιογράφο για να πει για λογαριασμό του πως «ναι, είναι συνεσταλμένος. Θα ήταν εντελώς ακατάλληλος για δημόσιες σχέσεις!».

Ο,τι ξέρουμε για εκείνη το μάθαμε μέσα από τις σελίδες της πολιτικής αυτοβιογραφίας του Κώστα Σημίτη, που κυκλοφόρησε το 2015. Από τον μετρημένο και μεθοδικό πατριάρχη του ελληνικού εκσυγχρονισμού, ας πούμε, πληροφορηθήκαμε ότι ήταν «διαφορετικοί χαρακτήρες». Ο ίδιος, εξηγεί στο βιβλίο «Δρόμοι Ζωής», ήταν «προσεκτικός, εκείνη αυθόρμητη». Αλλά και «πιο ανοιχτή στο περιβάλλον και σε διάφορες πλευρές της ζωής» ή «με πολλή προσοχή στην αισθητική, στην αρμονία και στο ωραίο». Παρότι δεν το αναφέρει ευθέως, ο αναγνώστης ψυχανεμίζεται από τις περιγραφές πως το κορίτσι που γνώρισε το 1961 στη βρετανική πρωτεύουσα (ενώ φοιτούσαν στο LSE), και «δεν είχε το προσποιητό ύφος με το οποίο κάλυπταν την ανασφάλειά τους οι κοπέλες εκείνης της εποχής», ένιωθε πιο άνετα απ΄αυτόν στο Swinging London των 1960’s – το μέρος που οδηγούσε τον κόσμο σε μια πολιτιστική επανάσταση πριν από 60 χρόνια και κάτι.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(“300x250_middle_2”); });

Οι περισσότεροι επίσης αγνοούν πως κατά τη διάρκεια της χούντας, όταν o άντρας της διέφυγε παράνομα στο εξωτερικό, το καθεστώς τη συνέλαβε και την κράτησε δύο μήνες στην απομόνωση – θέλοντας έτσι να τον αναγκάσει να επιστρέψει.

Η εικόνα που έχουν σχηματίσει τόσο φανατικοί καταναλωτές ειδήσεων, όσο και η κοινή γνώμη που την παρακολουθούσε πιο αποστασιοποιημένα όσο ήταν πρώτη κυρία, «δεν απέχει καθόλου από την πραγματικότητα», λέει πολιτικός που συμμετείχε στα σημιτικά υπουργικά συμβούλια.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(“300x250_m2”); });

και από την ανάποδη

«Είναι μια αξιοπρεπής γυναίκα, η οποία ποτέ δεν αναμείχθηκε στα κυβερνητικά πράγματα, εμφανώς ή παρασκηνιακά», εξηγεί. «Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είχε πολιτική άποψη και μάλιστα σαφέστατη και συγκροτημένη, όπως κάθε καλλιεργημένος άνθρωπος», συμπληρώνει, ανακαλώντας στη μνήμη του μια εκ βαθέων κουβέντα που είχαν κάνει οι δυο τους για θέματα υψηλής πολιτικής, όχι για τη μικροκομματική ρουτίνα του Κινήματος.

Η αίσθηση που έχει αποκομίσει ένας στενός συνεργάτης του Σημίτη είναι πως «πάντα ήταν υποστηρικτική στον πρόεδρο». Ισως και γι’ αυτό «όποτε μιλούσε για εκείνη, η έκφρασή του γλύκαινε», αναφέρει.

Κατά τα λεγόμενα μιας από τις παραπάνω πηγές, «δεν είχε αυλές», σαν μια «προκάτοχό» της. Οπως επιβεβαιώνουν κι άλλα μεγαλοστελέχη του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ, ούτε μια φορά δεν ακούστηκε στους λαλίστατους γενικά κεντροαριστερούς κόλπους η παραμικρή γκρίνια – ή έστω μια υπόνοια παραπόνου. Κανείς δεν έχει να της προσάψει πως κάποτε αποπειράθηκε να επηρεάσει κάπως τον αρχηγό του κόμματος στις αποφάσεις που αφορούσαν τη στελέχωση της κυβέρνησης – μια κατηγορία που έχουν εκτοξεύσει οφ δε ρέκορντ πολλοί υπουργοί, διαφορετικών κομμάτων, σε πρώιμη και ύστερη Μεταπολίτευση.

Το μοντέλο δημόσιας παρουσίας το οποίο υιοθέτησε ήταν απόλυτα συμβατό με την άσκηση των καθηκόντων ενός ρόλου που δεν απέκτησε ποτέ θεσμικό στάτους στο ελληνικό πλαίσιο αλλά άπαντες εξέφραζαν, ρητά ή άρρητα, ορισμένες απαιτήσεις από τη γυναίκα που τον ενσάρκωνε.

Ετσι, κατόρθωσε να μη γίνει ούτε επικοινωνιακό βαρίδι, ούτε όμως και μιντιακό όπλο για τον Σημίτη. Κατάφερε, δηλαδή, να διαχωρίσει με επιτυχία την ιδιωτική απ’ τη δημόσια ζωή τους. Παρ’ όλα αυτά, δεν ξέφυγε από τα πυρά εκπροσώπων του πολιτικού περιθωρίου, που επιτίθεντο σχεδόν από αυτοματισμό στον σύζυγό της ακόμη κι αφού είχε αποσυρθεί από την ενεργό πολιτική. Το 2014, για παράδειγμα, ο νούμερο ένα Ανεξάρτητος Ελληνας είχε ισχυριστεί στην πρωινή ζώνη της τηλεόρασης πως είναι θεία του Σταύρου Θεοδωράκη, επιχειρώντας να αποκαλύψει τη νιοστή φανταστική συνωμοσία εις βάρος του αντιμνημονιακού στρατοπέδου. Φυσικά, του απάντησε μόνο το Ποτάμι, τρολάροντάς τον με μια φωτογραφία μισοφαγωμένης καρυδόπιτας που τάχα είχε στείλει στον «ανιψιό» της.

Με τα σημερινά δεδομένα – αυτά που έχουν δημιουργήσει τα σόσιαλ μίντια, η έλευση του κινήματος #ΜeΤoo και μια επικαιρότητα που βρίθει γεγονότων τα οποία προκαλούν συζητήσεις για τη θέση και τα δικαιώματα του φύλου της – ίσως κρινόταν υπερβολικά αμέτοχη ως σύντροφος κάποιου που είχε εξουσία. H Δάφνη Σημίτη, ωστόσο, ανήκει σε έναν κόσμο μακρινό πια. Εναν κόσμο όπου η υπερέκθεση στις οθόνες των άλλων δεν καθορίζει την αυτοεκτίμησή μας.

Πηγή: tanea.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ