Με τις εγχώριες συστημικές τράπεζες να οδεύουν για δεύτερη σερί επιβράβευση των μετόχων τους, ύστερα από ένα μεγάλο διάστημα παύσης, εγχώριοι και ξένοι αναλυτές σπεύδουν να ανεβάσουν τον πήχη για τις τιμές στόχους τους. Την ίδια στιγμή, εμφανίζονται θετικοί παρά τις προκλήσεις που υπάρχουν για την πορεία της εγχώριας κεφαλαιαγοράς αλλά και συνολικά της ελληνικής οικονομίας.
Εξαγορές – συγχωνεύσεις: Αυξάνονται οι προσδοκίες για deals στις τράπεζες στην Ευρώπη μέσα στο 2025
Ειδικότερα, η Bank of America παραμένει εποικοδομητική για τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο, επισημαίνοντας πως οι αντισταθμίσεις που έχουν ληφθεί θα τον βοηθήσουν να περιορίσει τις αρνητικές επιπτώσεις της μείωσης των επιτοκιακών εσόδων.
Καταλύτης τα τραπεζικά μερίσματα
Στις κορυφαίες επιλογές της βρίσκεται η Eurobank, θέτοντας την τιμή στόχο στα 3,10 ευρώ ενώ για την Alpha Bank την τοποθετεί στα 2,06 ευρώ (με σύσταση outperform), για την Πειραιώς στα 5,30 ευρώ (με σύσταση outperform) και για την Εθνική Τράπεζα στα 8,40 ευρώ (με σύσταση underperform).
H BofA αναμένει άνοδο των χορηγήσεων στην Ελλάδα κατά 7-10% λόγω των μεγάλων εταιρικών έργων που ωφελούνται από τα ευρωπαϊκά κονδύλια, χωρίς ωστόσο να παραλείπει να τονίσει ότι οι προκλήσεις για τον κλάδο δεν λείπουν, ειδικά στο μέτωπο των επιτοκιακών εσόδων, στη σκιά της χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ.
Τα νέα τριετή business plan
Τον ερχόμενο Φεβρουάριο οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών θα παρουσιάσουν νέα τριετή business plans, με την εστίαση να παραμένει στους τρόπους αναπλήρωσης των χαμένων εσόδων από τα δανειακά χαρτοφυλάκια.
«Ταύρος» για τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο είναι και η Alpha Finance. Σύμφωνα με την χρηματιστηριακή, το 2025 αναμένεται μια μία ακόμη θετική χρονιά δεδομένου ότι η κερδοφορία θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα (απόδοση επί των ιδίων κεφαλαίων >13%) ενώ αναμένονται υψηλότερες μερισματικές αποδόσεις της τάξεως του 8% από τα κέρδη του 2024.
Έτσι, η Alpha Finance θέτει την τιμή στόχο για την Eurobank στα 3 ευρώ αντανακλώντας μεταξύ άλλων τις συνέργειες από την ενσωμάτωση της Ελληνικής Τράπεζας ενώ σημαντικά περιθώρια ανόδου έχουν τόσο η Τράπεζα Πειραιώς με τιμή στόχο €5,30 όσο και η Εθνική Τράπεζα (τιμή στόχος €9,70).
Το Χρηματιστήριο Αθηνών
Με θετικό πρόσημο αποτιμούν και την πορεία του Χρηματιστηρίου Αθηνών τη νέα χρονιά, με δεδομένη και την επικείμενη αναβάθμιση σε… άλλη πίστα. Υπογραμμίζουν ωστόσο πάντοτε τις προκλήσεις και τους κινδύνους που ελλοχεύουν στο διεθνές περιβάλλον.
Ενδεικτική είναι η πρόσφατη έρευνα της Eurobank Equities, η οποία «βλέπει» άνοδο μεγαλύτερη του 20% για το Χρηματιστήριο Αθηνών λόγω ενός μείγματος επαναξιολόγησης και αύξησης κερδών (>10% διάμεση αύξηση κερδών ανά μετοχή-EPS).
Η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής όπως λέει είναι σίγουρα θετική, υπό την έννοια ότι θα μπορούσε να δικαιολογήσει υψηλότερες αποτιμήσεις, αλλά ο κύριος μοχλός της επαναξιολόγησης θα ήταν η επίλυση της κρίσης που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία, κάτι που αφορά και το σύνολο της Ευρώπης.
«Ταύρος» και για την Ελλάδα
Θετική στάση κρατούν οι διεθνείς επενδυτικοί οίκοι και για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Κατά την JP Morgan, η Ελλάδα είναι μία από τις λίγες χώρες της Ευρωζώνης που είναι πιθανό να δουν αύξηση του ΑΕΠ πάνω από 2% 2025, με τις χαμηλές αποτιμήσεις και τη σταθερή οικονομική πορεία να συνηγορούν σε overweight θέση.
Παρόμοια η προσέγγιση και τις UBS. Στην ανάλυσή της, η ελβετική τράπεζα επισημαίνει τέσσερα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας που υποστηρίζουν την εποικοδομητική της στάση για τις προοπτικές.
Πρώτον, προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ 2,8% για το 2025 κυρίως χάρη στην αυξημένη εκταμίευση επιχορηγήσεων και δανείων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) στους τελικούς δικαιούχους. Αυτές οι εκταμιεύσεις θα πρέπει να φτάσουν το 4% του ΑΕΠ το 2025 έναντι 2,3% του ΑΕΠ το 2024.
Η Ελλάδα έχει ήδη λάβει ή έχει ζητήσει περίπου το 60% του συνολικού πακέτου RRF (16% του ΑΕΠ).
Δεύτερον, πιστεύει ότι η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να είναι σε θέση να επιτύχει εύκολα τον στόχο πρωτογενούς δημοσιονομικού πλεονάσματος 2,5% του ΑΕΠ για το 2025.
Τρίτον, η επίμονη προσπάθεια της Ελλάδας να αναχρηματοδοτήσει το πιο ακριβό μέρος του αποθέματος χρέους, όπως η πρόωρη αποπληρωμή των 17,8 δισ. ευρώ από τα ευρωπαϊκά δάνεια GLF το 2024 – της επιτρέπει επίσης να διατηρεί το συνολικό κόστος εξυπηρέτησης του χρέους πιο ευνοϊκό και να επιτρέπει ταχύτερη μείωση του δημόσιου χρέους.
Τέταρτον, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει σαφές περιθώριο επαναμόχλευσης δεδομένης της μείωσης των NPLs στο 4,6% (το χαμηλότερο από τότε που ξεκίνησαν τα στοιχεία το 2002.
Πηγή: ot.gr