Με μια υπέροχη ομιλία ο Έντι Ράμα αποχαιρέτισε τον Έλληνα ιερέα που έμελλε να γίνει ο Αναστάσιος της Αλβανίας, με μεταφορές και παραδείγματα από την Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά και την βαριά πολιτική την οποία ο Αρχιεπίσκοπος χειρίστηκε πυροσβεστικά μεταξύ των λαών.
Στάθηκε στον πολύ συναινετικό χαρακτήρα του ακόμα και όταν δέχονταν επιθέσεις για την καταγωγή του και στο γεγονός πως αποφάσισε και θεωρούσε δεδομένο πως ο διάδοχός του θα είναι Αλβανός, «Δεν πήγαμε στην Αλβανία για να χτίσουμε μια αποικία, πήγαμε για να ιδρύσουμε μια αυτοκέφαλη εκκλησία της Αλβανίας» ανέφερε ο Ράμα τιμώντας τον Αναστάσιο.
Παρουσίασε τον Αναστάσιο ως έναν ειρηνοποιό στην σκληρή γωνιά του κόσμου που ζούμε, τα Βαλκάνια, που ενώ όλοι είναι με το δάχτυλο στην σκανδάλη, ο Αναστάσιος επί 33 χρόνια επέλεξε την Ειρήνη και τον διάλογο, επιλέγοντας να ανοίγει πόρτες μεταξύ των κρατών, αντί να κλείνει. Ουσιαστικά τον επαίνεσε για τον διπλωματικό του ρόλο υπέρ της Αλβανίας και το πολυδιάστατο έργο του ως ειρηνοποιού.
Ο Έντι Ράμα ξεκίνησε την ομιλία του με έναν στίχο από την Αποκάλυψη
«Μακάριοι είναι όσοι πεθαίνουν εν Κυρίω από τώρα και στο εξής. Ναι, λέει το Άγιο Πνεύμα, ας ξεκουραστούν από τους κόπους τους, γιατί τα έργα τους τους ακολουθούν»
(Αποκάλυψη, XIV, 13)».
Παναγιότατε, Οικουμενικέ Πατριάρχη Βαρθολομαίε, Αξιότιμα μέλη και ιεράρχες της Ιεράς Συνόδου της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας, Σεβασμιώτατε Μητροπολίτη Ιωάννη, τοποτηρητή της Ιεράς Μητρόπολης Τιράνων και Δυρραχίου, Αξιότιμε και ευπρόσδεκτε φίλε, Πρωθυπουργέ της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κυριάκο Μητσοτάκη.
Η Ορθόδοξη κοινότητα βρίσκεται σήμερα σε πένθος. Η Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας πενθεί σήμερα.
Η ζωή του Αρχιεπίσκοπου Αναστάσιου και το έργο του
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος ολοκλήρωσε την αποστολή του, ως διάδοχος του αποστόλων, στην υπηρεσία των ορθόδοξων πιστών της Αλβανίας. Η ζωή του, αξιοσημείωτα μακρά αλλά, πάνω απ’ όλα, βαθιά ουσιαστική, ήταν μια ζωή αφιερωμένη στην Παγκόσμια Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, με την πατερική έννοια του όρου, υπό την πλήρη έννοια που κατοχυρώνεται στο Σύμβολο της Πίστεως της Νίκαιας, που διατυπώθηκε πριν από 1700 χρόνια υπό τον υπό την αιγίδα του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Τριάντα τρία χρόνια ευαγγελισμού στα εδάφη της Αλβανίας, από το μακρινό έτος 1992 μέχρι σήμερα, είναι ένας βαθύτατα σημαντικός αριθμός, όχι μόνο συμβολικά ευθυγραμμισμένος με την με την ηλικία του Ιησού Χριστού.
Από αυτά τα 33 χρόνια, τα τρία ήταν αφιερωμένα στο κήρυγμα της ανάστασης του μυστηριακού σώματος της αλβανικής Ορθοδοξίας, και τα υπόλοιπα τριάντα ολόκληρα δαπανήθηκαν για να εργαστούν επίμονα, όπως ένας αποφασισμένος ξυλουργός, για την ανοικοδόμηση των απανθρακωμένων ερειπίων της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας.
Από καθαρά ανθρώπινη άποψη, καθώς και από βαθιά πνευματική άποψη, η ζωή του Αναστάσιου Γιαννουλάτου ήταν μια ζωή που εκπληρώθηκε πλήρως, γιατί μέσω αυτής, το όνειρο ενός παιδιού πραγματοποιήθηκε καθ’ ολοκληρίαν. «Όταν ήμουν παιδί», θυμήθηκε κάποτε ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος, »δεν ήταν αρκετό για να δώσω κάτι στον Θεό, έπρεπε να δώσω τον εαυτό μου ολοκληρωτικά σ’ Αυτόν. Ήθελα όλη μου η ύπαρξη να ζει εν Χριστώ».
Βρήκε μια θρησκευτική κοινότητα διασκορπισμένη και αποδυναμωμένη και την έκανε σώμα
Ως ιεράρχης μιας ιστορικά σημαντικής κοινωνικής κοινότητας, με μεγάλη επιρροή στην στο εθνικό μωσαϊκό της Αλβανίας, το πρόσωπο του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου και το έργο του ως επικεφαλής της Εκκλησίας και του ποιμνίου της έχει εξεταστεί, θαυμαστεί, ευλογηθεί, επικριθεί και ακόμη και αναθεματιστεί.
Τα πιο αντιφατικά πάθη έχουν αναδυθεί στην γειτονιά μας, όταν επρόκειτο για το δημόσιο πρόσωπό του και τον πολιτικό του ρόλο. Είτε το ήθελε είτε όχι, σήκωσε στους ώμους του ακόμη και τις φλόγες των παιδαριωδών συγκρούσεων της γειτονιάς μας, οι οποίες αναζωπυρώνονταν ταυτόχρονα με την την ανάσταση της Εκκλησίας.
Αυτό και μόνο μαρτυρεί τη στωικότητα του ποιμένα -μια ιδιότητα όλο και πιο σπάνια σε μια εποχή και σε έναν κόσμο όπου ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι ταλαντεύονται από τον άνεμο και ολοένα και λιγότεροι επιτρέπουν στο «Άγιο Πνεύμα να φυσήξει όπου θέλει» (Ιωάννης ΙΙΙ, 8).
Ωστόσο, πέρα από αυτές τις φωτιές, που άναψαν σαν αστραπές σε έναν καθαρό ουρανό, και στις δύο πλευρές των συνόρων που ξανάνοιξαν μετά από μισό αιώνα θανατηφόρας σιωπής και στη συνέχεια φροντίζονται ως κοινά προβλήματα στην κοινή μας αυλή, πέρα από τις χρόνιες προκαταλήψεις και τις υποψίες των Βαλκανικής γειτονιάς, κανείς δεν αμφισβήτησε ποτέ την αυθεντικότητα του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου για την ποιμαντική δέσμευση στο ποίμνιο που βρήκε θανάσιμα τραυματισμένο, διασκορπισμένο και σχεδόν διαγραμμένο πριν από 33 χρόνια.
Ο Αναστάσιος ως ειρηνοποιός μεταξύ των λαών των Βαλκανίων
Με αφοσίωση και απέραντη υπομονή, τους επανένωσε σε μια αγέλη που θυμίζει το σπίτι που αποκαταστάθηκε μετά την εγκατάλειψή του στους δαίμονες, όπως ο Ιησούς
περιγράφει στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου (XII, 43-45).
Δεν σκοπεύω εδώ να εκφωνήσω έναν επικήδειο ή μια νεκρολογία για αυτόν τον ιεράρχη, για τον οποίο ο κόσμος ζήλεψε πολύ την Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας, είτε μεταξύ των τιμημένες θρησκευτικές προσωπικότητες, διανοούμενους που έχουν δεσμευτεί για την ειρήνη μέσω του διαθρησκειακού διαλόγου, τεχνίτες της επικοινωνίας μεταξύ θρησκειών και πολιτισμών, ή ακόμη και μεταξύ αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων που τον γνώριζαν.
Είμαι βέβαιος ότι ο φίλος μου, Κυριάκος Μητσοτάκης, που μας τιμά σήμερα με την παρουσία του και την παρουσία της αξιότιμης αντιπροσωπείας του, συμμερίζεται απόλυτα αυτή την άποψη και με την παρουσία του εδώ σήμερα ο πρωθυπουργός όχι μόνο αποτίει φόρο τιμής στην κοσμοϊστορική μορφή του Αρχιεπισκόπου αλλά τιμά και την Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας και το κράτος στο οποίο αναπνέει πλέον ελεύθερα, στέλνοντας ένα βαθύ μήνυμα αδιαίρετου στη ζωή και στο πένθος μεταξύ των δύο εθνών και λαών μας
Είχα το προνόμιο να είμαι παρών σε αυτόν ακριβώς τον καθεδρικό ναό, που αφιέρωσε ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος στην Ανάσταση του Χριστού, την ανάσταση του μυστηριακού Του σώματος στο στην Αλβανία, στα εγκαίνια και τα θυρανοίξια.
Το κύρος του αρχιεπισκόπου πέρα από τα Αλβανικά σύνορα
Ήταν η ημέρα της ανταμοιβής του μακροχρόνιου μόχθου του, ένα ταξίδι στο οποίο είχα την ευκαιρία να τον συνοδεύσω μεταξύ άλλων, πρώτα ως δήμαρχο και αργότερα ως πρωθυπουργό, μέχρι που τελικά εκπλήρωσε το πραγματικά δύσκολο έργο του. Εκείνη την ημέρα, οι ανυπολόγιστες προσπάθειές του απέδωσαν καρπούς, καθώς ο καθεδρικός ναός άνοιξε τις πόρτες του, γιορτασμένος από την παρουσία πατριαρχών και μητροπολιτών από όλες τις ορθόδοξες εκκλησίες παγκοσμίως.
Τέτοιο κύρος και επιρροή, σε μια κλίμακα που απέχει πολύ πέρα από τα εθνικά μας σύνορα, δεν είχε ποτέ πριν γίνει αισθητή ή ενσωματωθεί στη θρησκευτική
είτε από την αλβανική Ορθοδοξία είτε από την ίδια την Αλβανία.
Ήταν ένας πανηγυρικός φόρος τιμής που αποδόθηκε από ολόκληρο τον Ορθόδοξο κόσμο στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της και στην Αλβανία, κάτι που αδιανόητο χωρίς την παρουσία, το ρόλο και την παγκοσμίως σεβαστή προσωπικότητα του Αρχιεπισκόπου μας.
Σήμερα, τιμώντας τη μνήμη του, θυμάμαι κάτι που πολλοί έχουν δει ή αισθανθεί, αν και άλλοι δεν έχουν καταλάβει ή έχουν αρνηθεί να πιστέψουν.
Ωστόσο, τελικά, το απέδειξε επί 33 χρόνια και το αποδεικνύει και σήμερα, με την το γήινο σώμα του παραμένει εδώ, στη γη της Αλβανίας, για να ταφεί, κατόπιν αιτήματός του, σε αυτό το Καθεδρικό Ναό της Ανάστασης του Χριστού -που ονομάστηκε έτσι από τον ίδιο και ενσαρκώνει την ίδια την έννοια του ονόματός του, Αναστάσης (Ανάσταση).
Ήρθε ως Έλληνας ιερέας και έφυγε ως Αναστάσιος της Αλβανίας
Έτσι, την ημέρα αυτή που σηματοδοτεί το κλείσιμο ενός κύκλου ζωής αφιερωμένου στην Ανάσταση, πρέπει να ειπωθεί χωρίς καμία αμφιβολία: στη μόνη διάσταση που είχε πραγματικά σημασία γι’ αυτόν -την διάσταση της πίστης, ο Αναστάσιος ήρθε ανάμεσά μας πριν από 33 χρόνια ως ιερέας από την Ελλάδα και μας αφήνει σήμερα, μετά από 33 χρόνια, ως Αναστάσιος της Αλβανίας.
Είναι δύσκολο να βρούμε, στην ιστορική μας μνήμη, οποιονδήποτε-οποιασδήποτε άλλης εθνικότητας-που έχει ταυτιστεί τόσο περήφανα και αφοσιωμένα, με λόγια και έργα, με το όνομα της Αλβανίας όπως ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος.
Γνωρίζω ότι πολλοί από εμάς, τους Αλβανούς, μπορεί να διαφωνούν με αυτά που μόλις είπα. Αλλά ας έχουμε υπομονή και ας τους αφήσουμε να σκεφτούν με ανοιχτή καρδιά, απαλλαγμένοι από προκαταλήψεις ή υποψίες για γείτονες, και να κοιτάζουν μόνο τις πράξεις του, γιατί όπως ένα καλό δέντρο γίνεται γνωστό από τους καρπούς του, έτσι είναι εμφανής η ταύτισή του με την Αλβανία μας πέρα από κάθε αμφισημία.
Σήμερα, το όνομα του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας ακούγεται στα ιερά δίπτυχα όλων των λειτουργικών γλωσσών της ορθόδοξης Οικουμένης, κατατάσσεται αμέσως μετά το πατριαρχικό εδρών και των δύο αρχαιότερων αυτοκέφαλων εκκλησιών – αυτών της Κύπρου και της Ελλάδας. Ακούγοντας αυτή τη λειτουργική τιμή, είναι αδύνατο να μην ευγνωμονεί κανείς τον άνθρωπο που αποχαιρετούμε σήμερα, ιδιαίτερα όταν θυμόμαστε ότι μετά από 23 χρόνια στις φλόγες της κόλασης της αθεΐας, η Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας δεν ήταν παρά μια σκιά ανάμνησης.
Δεν πήγαμε στην Αλβανία για να χτίσουμε μια αποικία – Πήγαμε για να ιδρύσουμε μια αυτοκέφαλη εκκλησία
Με το πνεύμα που της έδωσε ο ποιμένας της, ο Αναστάσιος της Αλβανίας, η Εκκλησία αυτή σήμερα αποτελεί ένα θεμελιώδες κεφάλαιο της ανεξαρτησίας, της ακεραιότητας και της κυριαρχίας της Αλβανίας – μια Ελεύθερη Εκκλησία σε ένα ελεύθερο κράτος.
Πόσο συγκινητικό, μέσα στη στωική συνοχή της ποιμαντικής του ζωής, και πόσο εξίσου συγκλονιστικό για τον όλους τους σκεπτικιστές και αμφισβητίες του, ακούγεται η δήλωσή του σήμερα, παρουσία του άψυχου σώματος του – του σώματος του ανακαινιστή της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Αλβανίας – ενός που έκανε δήλωση δημοσίως μόλις πρόσφατα, σε συνέντευξη που έδωσε στον ελληνικό Τύπο, μια δήλωση που τώρα ακούγεται πιο αλβανική από την αλβανική οποιουδήποτε είχε προκαταλάβει και αμφισβητήσει τον Αρχιεπίσκοπο της Αλβανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας ως Έλληνα, απλά και μόνο επειδή ήταν Έλληνας κατά την εθνικότητα:
«Ο διάδοχός μου θα είναι Αλβανός. Ταξιδεύω στον κόσμο από το 1963. Έχω μάθει να σέβομαι τους άλλους όπως είναι, να λαμβάνω υπόψη μου τα δικαιώματά τους. Φανταστείτε να είχαμε μια παρόμοια κατάσταση στην Ελλάδα: θα δεχόμασταν ότι της Εκκλησία της Ελλάδας να ηγείται ένας Βούλγαρος ή ένας Σέρβος; Φυσικά και όχι!»
«Το θεωρώ δεδομένο ότι ο διάδοχός μου θα είναι Αλβανός. Δεν πήγαμε στην Αλβανία για να χτίσουμε μια αποικία, πήγαμε για να ιδρύσουμε μια αυτοκέφαλη εκκλησία της Αλβανίας. Δεν είναι μέρος της Εκκλησίας της Ελλάδας, είναι μία από τις 14 αυτοκέφαλες ορθόδοξες εκκλησίες του κόσμου». Τι άνθρωπος, τι ποιμένας, τι συμφιλιωτής και ειρηνοποιός, τι Έλληνας από εθνικότητα και Αλβανός στην κρατική υπόσταση!
Ο στωικός Αναστάσιος ως εγγυητής της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας της Αλβανικής Εκκλησίας
Η μαρτυρική αξιοπρέπεια αυτής της εκκλησίας και του ηγέτη της, που ξεπλύθηκε με τον ιδρώτα και το αίμα των του μεγάλου μαρτυρίου του Κριστοφόρ Κίσι, του Νταμιάν Κοκονέσι, του Ειρηναίου Μπανούσι και τόσων άλλων, αποκαταστάθηκε πλήρως από τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο στο βωμό της αναγέννησής της.
Αυτός παραχώρησε στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας, στον κλήρο της και στους πιστούς της την ευκαιρία να παραλάβουν τη δάδα από αυτόν τον θριαμβευτή αθλητή του Χριστού και να τη μεταφέρουν μπροστά σε πλήρη ελευθερία, αμετάκλητη ανεξαρτησία και εγγυημένη ασφάλεια.
Αν κάποιος μόνο το επιθυμεί, υπάρχουν πολλά να μάθει από την κληρονομιά αυτού του ανθρώπου, ο οποίος, με σπάνια σοφία, απέρριψε εκατοντάδες, ίσως χιλιάδες, προσκλήσεις για εχθρότητα, μονομαχίες και πολεμική, που του επιτέθηκαν αμείλικτα από όλες τις πλευρές, μέχρι την τελευταία μέρα της ζωής του.
Αυτός, ο οποίος δεν ήταν γηγενής και ο οποίος ως εκ τούτου θα μπορούσε να έχει ακόμη μεγαλύτερη νομιμοποίηση να θρηνήσει για τις διακρίσεις και την κακομεταχείριση, αντ’ αυτού επέλεξε να ακολουθήσει την καθοδήγηση των Αποστόλου Παύλου ή Παύλου, όπως τον αποκαλούν οι Ορθόδοξοι: «Αν και είμαι ελεύθερος και δεν ανήκω σε κανέναν, έκανα τον εαυτό μου δούλο όλων, για να κερδίσω όσο το δυνατόν περισσότερους για τον λόγο του Κυρίου» (1 Κορινθίους ΙΧ, 19).
Η ευρυμάθεια και η πολυμάθεια του Αρχιεπισκόπου Αναστάσιου
Εξαιρετικά πολυμαθής όσο λίγοι άλλοι και ανοιχτός στους μεγάλους πολιτισμούς του κόσμου, ο Αρχιεπίσκοπος των εννέα γλωσσών ο οποίος, στις συζητήσεις μας, είχε την ευχαρίστηση να ανταλλάσσει λόγια για τα κοσμήματα της Βίβλου ή της κοσμικής λογοτεχνίας στις στιγμές που απέμεναν μετά τις αναφορές των προβλημάτων της Εκκλησίας, σίγουρα δεν θα μου το κρατούσε κακία.
Αντιθέτως, είμαι πεπεισμένος ότι θα χαμογελούσε αν τον αποχαιρετούσα με ένα απόσπασμα από το De Profundis του Όσκαρ Γουάιλντ:
«Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν για την αγάπη και τον θαυμασμό των άλλων. Αλλά εμείς πρέπει να ζούμε για να αγαπάμε και να θαυμάζουμε τους άλλους. Αν κάποιος μας δίνει αγάπη, πρέπει να δεχτούμε ότι εμείς είμαστε ανάξιοι γι’ αυτήν. Κανείς δεν είναι άξιος να αγαπηθεί. Το ίδιο το γεγονός ότι ο Θεός αγαπάει τον άνθρωπο μας λέει ότι στη θεία τάξη πραγμάτων, η αιώνια αγάπη δίνεται ακριβώς σε εκείνους που είναι αιώνια ανάξιοι γι’ αυτήν. Αν αυτό φαίνεται πολύ πικρό, ας το αντιστρέψουμε και ας πούμε ότι όλοι οι άνθρωποι αξίζουν να αγαπηθούν, εκτός από αυτούς που πραγματικά το αξίζουν».
Χάσατε τον Αρχιεπίσκοπο που υπηρέτησε 33 χρόνια, αλλά κερδίσατε τον Αναστάσιο της Αλβανίας
Οι πιο αγαπημένοι Ορθόδοξοι πιστοί συγκεντρώθηκαν από όλες τις γωνιές της χώρας και όχι μόνο. Σήμερα, η ορθόδοξη κοινότητα, όχι μόνο στην Αλβανία αλλά παντού, βρίσκεται σε πένθος. Σήμερα, η Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας βρίσκεται σε πένθος. Αλλά ας πούμε και πάλι, με τον Άγιο Παύλο:
«Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε! Το ξαναλέω, να χαίρεστε!»(Φιλιππησίους IV, 4).
Χάσατε στη ζωή αυτή τον Αρχιεπίσκοπο 33 ετών, ο οποίος, με το πέρασμά του στην Κύριο, «άλλαξε τη ζωή» -μια έκφραση που ο ίδιος θεωρούσε μια από τις πιο όμορφες στην αλβανική γλώσσα – αλλά κερδίσατε τον Αναστάσιο της Αλβανίας. Κερδίσατε έναν συνήγορο, εκεί ψηλά, δίπλα στον Κύριο, τον οποίο η λειτουργία του Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου αποκαλεί τόσο όμορφα «Φίλο της ανθρωπότητας».
Κερδίσατε το παράδειγμα ενός υπηρέτη της συμφιλίωσης επί της γης, τον οποίο τώρα πέφτει σε όλους σας να ακολουθήσετε. Είθε η ειρήνη να διακατέχει την ψυχή του Αναστασίου της Αλβανίας στην αιωνιότητα και είθε η θλίψη αυτής της ημέρας να φέρει σε κάθε καρδιά την παρηγοριά του Κυρίου της Ζωής.
Αμήν.
Πηγή: in.gr