Σε επιφυλακή βρίσκεται η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα για τη γρίπη των πτηνών, την ώρα που οι ειδικοί επαναλαμβάνουν πως ο συγκεκριμένος ιός αποτελεί σήμερα τη μεγαλύτερη υγειονομική απειλή. Και παρότι προς το παρόν (ευτυχώς) δεν έχει προκύψει μετάλλαξη που του επιτρέπει να περνά με ευκολία από άνθρωπο σε άνθρωπο, τα σποραδικά κρούσματα κρατούν σε εγρήγορση τα αντανακλαστικά των Αρχών.
Είναι ενδεικτικό πως μόλις στις αρχές της εβδομάδας ένα άτομο σε περιοχή της κεντρικής Αγγλίας διαγνώστηκε με γρίπη των πτηνών, με τη βρετανική Υπηρεσία Υγειονομικής Ασφάλειας (UKHSA) να τονίζει σε ανακοίνωσή της πως τέτοιες περιπτώσεις παραμένουν σπάνιες στη χώρα.
Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση, ο συγκεκριμένος ασθενής, που είναι καλά στην υγεία του, προσβλήθηκε από το στέλεχος H5N1 έπειτα από επαφή με μεγάλο αριθμό μολυσμένων πτηνών σε φάρμα, με τους ειδικούς να προσθέτουν πάντως πως ο κίνδυνος παραμένει χαμηλός για τους πολίτες.
Εν τω μεταξύ, σε εγρήγορση βρίσκεται και η χώρα μας, με την αναπληρώτρια υπουργό Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη να καλεί σε πρόσφατη εγκύκλιό της τις Διευθύνεις Υγείας να βρίσκονται σε επιφυλακή. Οπως άλλωστε τονίζεται σε αυτήν, είναι «υπαρκτός ο κίνδυνος ανάδυσης στελεχών του ιού με πανδημικό δυναμικό». Συνεπώς, «η έγκαιρη αναγνώριση των κρουσμάτων και οι δράσεις παρέμβασης είναι ζωτικής σημασίας καθώς μπορούν να προστατέψουν από την μετάδοση ιού στον πληθυσμό».
Τι είναι η γρίπη των πτηνών. Η γρίπη των πτηνών είναι μια ιογενής λοίμωξη που μεταδίδεται κυρίως μεταξύ πτηνών αλλά μπορεί να μολύνει και ανθρώπους, ειδικά όσους βρίσκονται σε άμεση ή παρατεταμένη επαφή με προσβεβλημένα πτηνά ή ζώα, σημειώνεται στην ίδια εγκύκλιο. Και τονίζεται ότι οι υγειονομικές Αρχές οφείλουν να είναι επαρκώς ενημερωμένες και έτοιμες να ανταποκριθούν σε περίπτωση που η νόσος εμφανιστεί σε πτηνά, ζώα ή ανθρώπους, δεδομένου πως αποτελεί εν δυνάμει βασικό… ύποπτο για μία επόμενη πανδημία.
Αναλυτικότερα, διαφορετικοί υπότυποι του ιού της γρίπης των πτηνών έχουν ανιχνευθεί διαχρονικά, ωστόσο ο A(H5N1) είναι ο υπότυπος που επικρατεί στην Ευρώπη και παγκοσμίως κατά τα τελευταία έτη με αποτέλεσμα να βρίσκεται μονίμως στο… μικροσκόπιο.
Τι προβλέπεται σε περίπτωση κρούσματος. Σε περίπτωση επιβεβαιωμένου κρούσματος, οι Διευθύνσεις Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας (ΔΔΥΚΜ) καλούνται να καταγράψουν και να παρακολουθήσουν άτομα που εκτέθηκαν στον ιό, να διερευνήσουν επιδημιολογικά τους τρόπους μετάδοσης και να ενημερώσουν το κοινό για τααπαραίτητα μέτρα προφύλαξης.
Οι άνθρωποι που εκτέθηκαν στον ιό, γνωστοί ως «επαφές», πρέπει να εντοπίζονται αμέσως και να καταγράφονται με ακρίβεια. Η έκθεση περιλαμβάνειάμεση επαφή ή παραμονή σε κοντινή απόσταση (μέχρι ένα μέτρο)από μολυσμένα ζώα ή το επιμολυσμένο περιβάλλον τους. Επιπλέον, η συμμετοχή σε καθαρισμό ή απολύμανση χώρων με μολυσμένα πτηνά ή ζώα θεωρείται επικίνδυνη. Σημαντική είναι και η επαφή με ανθρώπους – φορείς του ιού. Ως επαφές ορίζονται, σύμφωνα με την εγκύκλιο, άτομα που είχαν στενή ή απροστάτευτη επαφή με κρούσματα κατά τη διάρκεια της μεταδοτικότητάς τους, η οποία εκτείνεται έως και 10 ημέρες πριν από την εμφάνιση των συμπτωμάτων και μία εβδομάδα μετά την παύση τους.
Πότε μπορεί να μεταδοθεί ο ιός; Οπως τονίζεται στην ίδια εγκύκλιο, το διάστημα μεταδοτικότητας του κρούσματος είναι από 10 ημέρες πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων έως και μία εβδομάδα μετά την παύση του πυρετού και την πλήρη ή σε σημαντικό βαθμό υποχώρηση των συμπτωμάτων και την αρνητικοποίηση της μοριακής εξέτασης για λοιμογόνο ιό A(H5N1).
Εναλλακτικά, «το κρούσμα μπορεί να θεωρηθεί μη μεταδοτικό μετά την παύση του πυρετού και την πλήρη ή σε σημαντικό βαθμό υποχώρηση των συμπτωμάτων και 2 συνεχόμενες – με διαφορά τουλάχιστον 24ώρου – μοριακές εξετάσεις με αρνητικό αποτέλεσμα για λοιμογόνο ιό A(H5N1)».
Σημειώνεται ότι η μετάδοση του ιού είναι πολύ πιθανότερη κατά το διάστημα που το κρούσμα είναι συμπτωματικό, ωστόσο δεν υπάρχουν αρκετά δεδομένα για να αποκλείσουν την απέκκριση του ιού από τον ασθενή και κατά τις 10 ημέρες πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων (περίοδος επώασης). Η βιωσιμότητα του ιού σε επιφάνειες ή αντικείμενα μειώνεται δραστικά με την πάροδο του χρόνου, σε γενικές γραμμές θεωρείται ότι μπορεί να παραμείνει βιώσιμος έως το πολύ 24 – 48 ώρες.
Ποια είναι τα ύποπτα συμπτώματα των «επαφών»; Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι επαφές πρέπει να φορούν προστατευτικές μάσκες FFP2 ή FFP3, να τηρούν αυστηρά μέτρα υγιεινής (π.χ. απολύμανση χεριών και επιφανειών) και να αποφεύγουν την επαφή με άλλα άτομα. Αν εμφανιστούνσυμπτώματα όπως πυρετός, βήχας, δύσπνοια, γαστρεντερικά προβλήματα, ζαλάδα, αστάθεια, πονοκέφαλος, πόνος ή δυσκαμψία στην αυχένα κ.ά. είναι υποχρεωμένοι να ενημερώσουν αμέσως τις υγειονομικές Αρχές και τον γιατρό τους, αναφέροντας την έκθεση στον ιό.
Πηγή: tanea.gr