Το Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του ρομαντικού Νορβηγού συνθέτη Έντβαρντ Γκρηγκ αποτελεί ένα από τα πιο αγαπημένα έργα τού είδους, τόσο για τους πιανίστες όσο και για το κοινό. Η μεγάλη του φήμη οφείλεται στις ιδιαίτερες μελωδίες του, στη δραματουργία του, αλλά και στον διάλογό του με τη λαϊκή μουσική παράδοση στην οποία ο Γκρηγκ αναζητούσε το υλικό του. Η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών θα ερμηνεύσει το διάσημο έργο σε σύμπραξη με τον Αλεξάντερ Γκαβρίλιουκ, έναν σολίστ ξεχωριστής ιδιοσυγκρασίας. Το πρόγραμμα συμπληρώνεται με την ρομαντική Εισαγωγή Οι Εβρίδες, του Φέλιξ Μέντελσον, και με το Κοντσέρτο για άρπα, βαρύτονο και ορχήστρα με τίτλο Ερατώ Ψάλτριαν, του Έκτορα Ταρτανή, ο οποίος θα είναι και ο μαέστρος τής συναυλίας. Στο νέο έργο του Ταρτανή συμπράττουν η Γωγώ Ξαγαρά, κορυφαία Α’ αρπίστα της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, και ο βαρύτονος Δημήτρης Τηλιακός.
Το πρόγραμμα με μια ματιά
ΦΕΛΙΞ ΜΕΝΤΕΛΣΟΝ (1809-1847)
Οι Εβρίδες (Σπήλαιο του Φίνγκαλ), Εισαγωγή για ορχήστρα, έργο 26
ΕΚΤΟΡΑΣ ΤΑΡΤΑΝΗΣ (γεν. 1987)
Ερατώ Ψάλτριαν, Κοντσέρτο για άρπα, βαρύτονο και ορχήστρα
ΕΝΤΒΑΡΝΤ ΓΚΡΗΓΚ (1843-1907)
Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα σε λα ελάσσονα, έργο 16
ΣΟΛΙΣΤ:
Αλεξάντερ Γκαβρίλιουκ: πιάνο
Γωγώ Ξαγαρά: άρπα
Δημήτρης Τηλιακός: βαρύτονος
ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: Έκτορας Ταρτανής
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ
Τιμές εισιτηρίων: 35€, 25€, 20€, 15€ και 10€ (εκπτωτικό)
Περισσότερα εδώ
Online αγορά εδώ
Για την Ιστορία…
ΦΕΛΙΞ ΜΕΝΤΕΛΣΟΝ (1809-1847): Οι Εβρίδες (Σπήλαιο του Φίνγκαλ), Εισαγωγή για ορχήστρα, έργο 26
Η πρώτη από τις πολλές επισκέψεις του Φέλιξ Μέντελσον στη Βρετανία, όπου λατρεύτηκε και εκτιμήθηκε περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, πραγματοποιήθηκε την άνοιξη του 1829. Πρώτος σταθμός του ταξιδιού ήταν το Λονδίνο, όπου ο εικοσάχρονος συνθέτης και πιανίστας γοήτευσε το κοινό με διαδοχικές εμφανίσεις του. Στα μέσα Ιουλίου, συνοδευόμενος από τον φίλο του Καρλ Κλίνγκεμαν, Γερμανό διπλωματικό εκπρόσωπο του Βασιλείου του Ανόβερου στο Λονδίνο, ο Μέντελσον επισκέφθηκε τη Σκωτία, έναν τόπο που στη σκέψη του ήταν κυρίως συνδεδεμένος με τη Μαρία Στιούαρτ, καθώς και με τα μυθιστορήματα και τα ποιήματα του Σερ Γουόλτερ Σκοτ. Ευρισκόμενος σε ένα σύμπλεγμα νησιών στις δυτικές ακτές της Σκωτίας, επισκέφτηκε το προϊστορικό Σπήλαιο του Φίνγκαλ, στη νοτιοδυτική ακτή του ακατοίκητης νησίδας Στάφα. Εμπνεόμενος από τις φυσικές ομορφιές συνέλαβε ένα μουσικό θέμα, που έσπευσε να καταγράψει και να στείλει μάλιστα με γράμμα στην αδελφή του, στις 7 Αυγούστου 1829. Το θέμα αυτό έμελλε να αποτελέσει την αρχή μίας συμφωνικής εισαγωγής, που ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του 1831 και τότε έφερε τον τίτλο Εισαγωγή στο μοναχικό νησί. Λίγο αργότερα όμως, σε ένα άλλο χειρόγραφο του ίδιου έργου, εμφανιζόταν ο τίτλος Οι Εβρίδες. Στις 14 Μαΐου 1832, σε συναυλία της Φιλαρμονικής Εταιρείας του Λονδίνου, δόθηκε η πρώτη εκτέλεση της Εισαγωγής υπό τη διεύθυνση του Τόμας Άτγουντ· εκείνη την εποχή το έργο ονομαζόταν «Τα νησιά του Φίνγκαλ». Τελειομανής ως συνήθως, ο Μέντελσον συνέχισε να κάνει βελτιώσεις στο έργο μέχρι το 1835, όταν και εκδόθηκε με τη μορφή που είναι γνωστό σήμερα.
Στην Εισαγωγή αυτή, που είναι γραμμένη σε κλασική φόρμα σονάτας, η μουσική δεν είναι περιγραφική, όσο κι αν κάποιοι θέλουν οπωσδήποτε να «βλέπουν» σε αυτή άγρια κύματα, ένα ελαφρύ θαλασσινό αεράκι ή απειλητικές καταιγίδες. Είναι όμως μία από τις πιο κομψές και υποβλητικές μουσικές σελίδες του συμφωνικού έργου του Μέντελσον και γι’ αυτό διατηρεί πάντα περίοπτη θέση στο συναυλιακό ρεπερτόριο καταφέρνοντας να διεισδύσει ακόμα και στον κινηματογράφο (μεταξύ άλλων και στο υπερρεαλιστικό αριστούργημα «Χρυσή Εποχή», που υπέγραψαν το 1930 ο Λουίς Μπουνιουέλ και ο Σαλβαντόρ Νταλί). Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η Εισαγωγή αυτή είναι μία από τις πρώτες συνεισφορές στο πρωτοεμφανιζόμενο είδος τότε της «συμφωνικής εισαγωγής», που προοριζόταν να παίζεται σε συμφωνικές συναυλίες και όχι ως εισαγωγή σε όπερες.
ΕΚΤΟΡΑΣ ΤΑΡΤΑΝΗΣ (γεν. 1987): Ερατώ Ψάλτριαν, Κοντσέρτο για άρπα, βαρύτονο και ορχήστρα
Η Ερατώ ήταν μία από τις εννέα Μούσες που ζούσαν στον Ελικώνα. Απεικονίζεται με μια λύρα στην αγκαλιά και θεωρείται σαγηνευτική τραγουδίστρια, εξού και το προσωνύμιό της «Ψάλτρια». Η παρούσα μουσική σύνθεση είναι καρπός ενός διαλογιστικού ταξιδιού στη σημασιολογία αυτών των λίγων δεδομένων που έχουμε για αυτήν.
Ο Έρως – και η ποιότητα που συμβολίζει – κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στον αρχαιοελληνικό πνευματικό κόσμο. Αυτό που σήμερα «κατάντησε» ερωτισμός αντιπροσώπευε στην ερμηνευτική κλίμακα, μεταξύ άλλων, μια κοσμογενετική αρχή – τον νόμο τής «έλξης και απώθησης». Υπό αυτή την έννοια, η Ερατώ συμβολίζει την παρόρμηση για ενοποίηση – «ως εν τοις άνω, ούτω και εν τοις κάτω». Η πιο γενική προσέγγιση αυτού του Ερμητικού Νόμου θα ήταν η ερμηνεία του «πάνω» ως πνεύματος και του «κάτω» ως ύλης. Ωστόσο, η ενοποίησή τους επιτυγχάνεται μόνο μέσω μιας τρίτης συνδετικής, ελκτικής, μαγνητικής δύναμης, της δύναμης της ψυχής.
Αυτή η τριάδα είναι το θέμα – ή το πρόγραμμα – του έργου. Το πνεύμα αντιπροσωπεύεται από τον βαρύτονο και αντικατοπτρίζεται από το σαγηνευτικό ψαλμωδικό τραγούδι. Η ύλη αντιπροσωπεύεται με όλη της την ποικιλομορφία από την ορχήστρα και συμβολίζει την εγκόσμια κατοικία της μούσας, το όρος Ελικών. Η ψυχή, τέλος, γεννιέται από αυτούς τους δύο πόλους και συμβολίζεται από την άρπα.
ΕΝΤΒΑΡΝΤ ΓΚΡΗΓΚ (1843-1907):
Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα σε λα ελάσσονα, έργο 16
- Allegro molto moderato
- Adagio
- Allegro moderato molto e marcato
Η τεράστια απήχηση και δημοτικότητα του Κοντσέρτου για πιάνο του Νορβηγού συνθέτη Έντβαρντ Γκρηγκ είναι αξιοσημείωτη, δεδομένου ότι αποτελεί το μοναδικό ολοκληρωμένο κοντσέρτο που έγραψε ο συνθέτης, και μάλιστα μόλις σε ηλικία 25 ετών. Η σύνθεση του έργου έλαβε χώρα κατά κύριο λόγο το καλοκαίρι του 1868 στη Δανία. Απογοητευμένος από το περιορισμένο κοινό «σοβαρής» μουσικής και από τη συγκρατημένη αποδοχή των πρώτων του συνθέσεων στη γενέτειρά του, ο Γκρηγκ φρόντισε να γίνει και η πρώτη εκτέλεση του κοντσέρτου του στη Δανία (Κοπεγχάγη), στις 3 Απριλίου 1869, με σολίστα τον Έντμουντ Νόιπερτ. Ο συνθέτης δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει την πρεμιέρα λόγω ανειλημμένων καλλιτεχνικών υποχρεώσεων στο Όσλο, αλλά ο Νόιπερτ έσπευσε να του γράψει για τον πραγματικό θρίαμβο που είχε συντελεστεί. Λίγο καιρό αργότερα, ο Γκρηγκ συνάντησε τον Φραντς Λιστ, ο οποίος είχε την ευκαιρία να δει και να παίξει το κοντσέρτο και ενθάρρυνε σημαντικά το νέο συνθέτη δίνοντας του παράλληλα συμβουλές κυρίως ενορχηστρωτικής φύσεως, πολλές από τις οποίες ο Γκρηγκ έλαβε υπόψη του σε μεταγενέστερες αναθεωρήσεις του έργου.
Το πιάνο εν γένει υπήρξε βασικός πόλος στη συνθετική δημιουργία του Γκρηγκ, με αποτέλεσμα ο Χανς φον Μπύλοβ να τον αποκαλέσει «Σοπέν του Βορρά». Όμως ο Γκρηγκ δεν ήταν επ’ ουδενί ένας απλός μιμητής. Αντιθέτως, ενώ στηρίχθηκε στιλιστικά και μορφολογικά στην οικεία για αυτόν γερμανική ρομαντική παράδοση, επηρεάστηκε εξίσου από τη δημοτική μουσική της ιδιαίτερης πατρίδας του, η οποία με ανάγλυφο τρόπο σφράγισε υφολογικά το κοντσέρτο του, όπως άλλωστε και το σύνολο της δημιουργίας του. Ο ιδιαίτερος τρόπος, με τον οποίο ο συνθέτης εξισορρόπησε τον αστείρευτο λυρισμό του με μία πρόδηλη πιανιστική δεξιοτεχνία, κατέστησε το Κοντσέρτο ως ένα από τα δημοφιλέστερα της φιλολογίας του πιάνου, ενώ κορυφαίοι συνθέτες, όπως ο Τσαϊκόφσκι ή ο Σαίνμπεργκ, εξέφρασαν ανοιχτά την αμέριστη εκτίμησή τους για το έργο.
Μετά την εντυπωσιακή είσοδο του πιάνου, το πρώτο μέρος συνεχίζει με την ορχήστρα να εκθέτει το ρομαντικό και δραματικό πρώτο θέμα, που κατόπιν περνάει στο πιάνο. Τα βιολοντσέλα εισάγουν το λυρικότερο δεύτερο θέμα, που αποτελεί παραλλαγή ενός νορβηγικού τραγουδιού. Μετά την επεξεργασία των θεμάτων και την επανέκθεσή τους, όπως επιτάσσει μία κλασική φόρμα σονάτας, ακολουθεί μία άκρως δεξιοτεχνική και μεγαλοπρεπής καντέντσα του πιάνου και μία λαμπερή coda. Το δεύτερο μέρος είναι ένα ήρεμο, ποιμενικού χαρακτήρα Adagio, που ξεκινά με μία σκοτεινή μελωδία από τα έγχορδα. Το πιάνο στη συνέχεια σχολιάζει ραψωδικά έως ότου συμπαρασύρει την ορχήστρα σε δραματική κορύφωση, που με τη σειρά της καταλαγιάζει επαναφέροντας την αρχική ατμόσφαιρα. Το άκρως δεξιοτεχνικό για το πιάνο φινάλε βασίζεται σε δύο αντιθετικά θέματα, το πρώτο εξωστρεφές και έντονα χορευτικού χαρακτήρα, ενώ το δεύτερο ήπιο και αιθέριο. Το μέρος ολοκληρώνεται με το δεύτερο θέμα σε μεγαλοπρεπή μεταμόρφωση, όπου πιάνο και ορχήστρα από κοινού οδηγούνται σε μεγαλειώδη καταληκτική κορύφωση.
www.ertnews.gr
Πηγή: ertnews.gr