Η ψηλότερη κορυφή των ΗΠΑ και της Βόρειας Αμερικής γενικότερα στέκεται στα 6.194 μέτρα και βρίσκεται στην Αλάσκα. Μέχρι τις 20 Ιανουαρίου, το επίσημο όνομα του βουνού ήταν Ντενάλι, πρόκειται για μία παλαιότερη ονομασία που είχε επαναφέρει ο Μπαράκ Ομπάμα το 2015 προκειμένου να τιμήσει την πολιτισμική της σημασία για τους αυτόχθονες της Αλάσκας. Με (ακόμα ένα) εκτελεστικό του διάταγμα, ωστόσο, ο Ντόναλντ Τραμπ το βάφτισε εκ νέου Μακίνλεϊ, προς τιμήν του αγαπημένου του αμερικανού προέδρου, Ουίλιαμ Μακίνλεϊ (1897-1901).
Η Αμερικανική Ενωση Πολιτικών Επιστημόνων (APSA) κατέταξε πέρυσι τον Μακίνλεϊ 24ο σε σύνολο 45 προέδρων. Θα έχει προφανώς προσβληθεί και αυτή από τον «ιό του woke», γιατί τον Τραμπ 1.0 τον κατέταξε τελευταίο. Σε κάθε περίπτωση, ο τελευταίος θεωρεί τον πρώτο «σπουδαίο αλλά εξαιρετικά υποτιμημένο». Μεγαλώνοντας στη σιδηροπαραγωγική περιοχή του ανατολικού Οχάιο τη δεκαετία του 1840, ο Ουίλιαμ Μακίνλεϊ άκουγε τον πατέρα του να παραπονιέται πως ο ξένος ανταγωνισμός έριχνε τους μισθούς και ανάγκαζε τους τίμιους ανθρώπους να μειώσουν την παραγωγή τους. Αργότερα λοιπόν, στη ζωή του ως πολιτικός, θα δήλωνε άνθρωπος των δασμών – με πρόθεση να προστατεύσει τους αμερικανούς εργάτες και τη βιομηχανία. Για αυτό τον εκτιμά ο Τραμπ, γιατί, όπως διακηρύττει, «ο πρόεδρος Μακίνλεϊ έκανε πλούσια τη χώρα μας με δασμούς και ταλέντο». Ο κόσμος έχει, βέβαια, αλλάξει πολύ τα χρόνια που μεσολάβησαν. Μεταξύ άλλων, οι ΗΠΑ χρειάζονταν τότε επειγόντως έσοδα γιατί δεν είχαν φόρο εισοδήματος. Και αντίθετα με τον Μακίνλεϊ, ο Τραμπ προωθεί σε μεγάλο βαθμό τους δασμούς ως τρόπο τιμωρίας των χωρών με τις οποίες διαφωνεί, σαν ένα είδος ρόπαλου για να επιτύχει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Αλλά δεν είναι από τους ανθρώπους που αφήνουν την αλήθεια να τους χαλάσει μια ωραία ιστορία.
Το ρεζουμέ της ιστορίας αυτής, το έκανε ο ίδιος ο Τραμπ λίγο μετά την ορκωμοσία του. Οι Αμερικανοί, είπε, «διέσχισαν ερήμους, ανέβηκαν βουνά, αψήφησαν ανείπωτους κινδύνους, κέρδισαν την Αγρια Δύση, τερμάτισαν τη δουλεία, έσωσαν εκατομμύρια ανθρώπους από την τυραννία, απεγκλώβισαν δισεκατομμύρια από τη φτώχεια, τιθάσευσαν τον ηλεκτρισμό, διέσπασαν το άτομο, εκτόξευσαν την ανθρωπότητα στα ουράνια και τοποθέτησαν το σύμπαν της ανθρώπινης γνώσης στην παλάμη του ανθρώπινου χεριού». Εκτοτε, όμως, ένα «ριζοσπαστικό και διεφθαρμένο κατεστημένο» προχώρησε σε «πολλές προδοσίες». Αυτή η προδοτική ελίτ έκλεψε τον πλούτο και την ελευθερία των Αμερικανών, κανάκεψε εγκληματίες και μετανάστες και τώρα «διδάσκει στα παιδιά μας να ντρέπονται για τον εαυτό τους». Ακόμα πιο συνοπτικά: η Αμερική είναι ένα άλλοτε σπουδαίο, μοναδικά ενάρετο έθνος, το παρελθόν του οποίου προδόθηκε από αδύναμους ηγέτες και μοχθηρούς αντιπάλους. Αυτά που κάνει εκείνος τώρα, λοιπόν, δεν είναι πράξεις επιθετικότητας, εναντίον των μεταναστών για παράδειγμα, ή ξένων κρατών, αλλά μάλλον τρόποι αποκατάστασης των αδικιών του παρελθόντος.
Ετσι λοιπόν, η επίθεση της 6ης Ιανουαρίου του 2021 στο Καπιτώλιο δεν ήταν μία βίαιη απόπειρα ανατροπής των εκλογών αλλά μία ηρωική πράξη συλλογικού πατριωτισμού. Ετσι λοιπόν δις, το «Πρόδηλο Πεπρωμένο», η ιδέα του 19ου αιώνα ότι ο Θεός είχε ευλογήσει την κατάκτηση της Βόρειας Αμερικής από τους Λευκούς Αμερικανούς, ήταν στην πραγματικότητα ένα ευγενές κάλεσμα άξιο μίμησης – ο Τραμπ υποσχέθηκε «να κυνηγήσει το πρόδηλο πεπρωμένο μας στα αστέρια, στέλνοντας αμερικανούς αστροναύτες να υψώσουν την αμερικανική σημαία στον πλανήτη Αρη».
Οταν μετατρέπεις την Ιστορία σε προπαγάνδα, οι ΗΠΑ δικαιούνται να πάρουν πίσω τη Διώρυγα του Παναμά και, φυσικά, να αγοράσουν τη Γροιλανδία. Οταν κάνεις σημαία σου το Πρώτα η Αμερική, το σύνθημα ενός κινήματος, συχνά θεωρούμενου ως αντισημιτικού και φιλοφασιστικού, που αντιτασσόταν στην επέμβαση των ΗΠΑ κατά των Γερμανών στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τότε η USAID, η Αμερικανική Υπηρεσία για τη Διεθνή Ανάπτυξη, που μεταξύ άλλων παρέχει βοήθεια σε περιοχές του Σουδάν που πλήττονται από λοιμό και σχολικά βιβλία για εκτοπισμένους μαθητές στην Ουκρανία, χαρακτηρίζεται από το «Πρώτο Φιλαράκι» σου «εγκληματική οργάνωση» βουτηγμένη στη διαφθορά, τη σπατάλη, και την αριστερίλα (sic) – και απλά κλείνει. Αμα είσαι, δε, και λίγο σκατόψυχος, γιατί, κακά τα ψέματα, είναι απαραίτητη προϋπόθεση, σπεύδεις να αποδώσεις ένα τραγικό δυστύχημα, μία σύγκρουση επιβατικού αεροσκάφους με στρατιωτικό ελικόπτερο, στα προγράμματα Διαφορετικότητας, Ισότητας και Συμπερίληψης – έτσι, επειδή μπορείς, και επειδή κατά βάθος δεν σε πειράζει καθόλου που λες με τον τρόπο σου στους οπαδούς σου, απανταχού της Γης, πως όλοι οι «διαφορετικοί» είναι νόμιμοι στόχοι.
«Δεν γνωρίζουμε τι οδήγησε σε αυτό το δυστύχημα», αναγνώρισε ο Τραμπ σε εκείνη τη φοβερή συνέντευξη Τύπου που έδωσε ενώ οι διασώστες περισυνέλεγαν ακόμα νεκρούς από τον ποταμό Πότομακ, αλλά «έχουμε πολύ ισχυρές απόψεις και ιδέες και νομίζω ότι μάλλον θα διατυπώσουμε αυτές τις απόψεις τώρα». Θα μπορούσε να πει κανείς πως αυτό είναι το μότο της κυβέρνησής του. Ισχυρότατες απόψεις, βασισμένες στο πουθενά. Αν το δικό μας «πρόδηλο πεπρωμένο» μας είχε ήδη οδηγήσει σε κάποιον άλλο πλανήτη, τη συνέχεια θα την παρακολουθούσαμε μασουλώντας ποπ-κορν – αλλά φευ.
Πηγή: tanea.gr