Ανάχωμα ΕΚΤ στην επιβράδυνση της Ευρωζώνης

Πρόωρη η συζήτηση για το πότε θα σταματήσουν οι μειώσεις...

Του Τάσου Δασόπουλου

Ανάχωμα στη διαφαινόμενη μεγάλη επιβράδυνση – αν όχι ύφεση – που αναμένεται να εμφανίσει η Ευρωζώνη προτίθεται να βάλει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διαμορφώνοντας ένα πεδίο ουδέτερων επιτοκίων ακόμη και κάτω από το 2%.

Αυτό τουλάχιστον άφησε να φανεί η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, την προηγούμενη Πέμπτη, μετά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου Νομισματικής Πολιτικής, το οποίο, ως γνωστό, πήρε την απόφαση να μειώσει για πέμπτη φορά τα επιτόκια του ευρώ κατά 0,25%. Όσον αφορά τα επόμενα βήματα στην πορεία της μείωσης των επιτοκίων του ευρώ, προανήγγειλε προσεκτικές κινήσεις, οι οποίες θα συναρτώνται με τα στοιχεία που θα έχει στη διάθεσή της η Τράπεζα, αλλά και με τις υπόλοιπες εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο. 

Με τον τρόπο αυτό η επικεφαλής της ΕΚΤ παραδέχεται ανεπίσημα ότι θα περιμένει πρώτα τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, να καθορίσει του όρους της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ απέναντι στην Ε.Ε., πριν αποφασίσει το χρονολόγιο των επόμενων μειώσεων των επιτοκίων. Παραδέχθηκε πάντως ότι η επιβολή δασμών θα πλήξει την ανάπτυξη της Ευρωζώνης, αλλά και την παγκόσμια εμπορική κίνηση, σημειώνοντας ότι ένας εμπορικός πόλεμος θα εμπεδώσει κλίμα αβεβαιότητας για την παγκόσμια οικονομία. 

Όσον αφορά τις εξελίξεις στο μέτωπο της ανάκαμψης της Ευρωζώνης, η επικεφαλής της ΕΚΤ, μετά τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν για την εξέλιξη του ΑΕΠ της Ευρωζώνης το τελευταίο τρίμηνο του 2024, υποστήριξε ότι με τα πρόσφατα δεδομένα οι κίνδυνοι περαιτέρω επιβράδυνσης της οικονομίας της Ευρωζώνης έχουν πλέον κορυφωθεί. Προσπάθησε πάντως να απαλύνει κάπως τις εντυπώσεις από τη στασιμότητα για το δ’ τρίμηνο του 2024, σημειώνοντας ότι είναι αποτέλεσμα της συγκεκριμένης περιόδου, ενώ τα άλλα τρία τρίμηνα του 2024 ήταν θετικά.

Το “όπλο” του ουδέτερου επιτοκίου 

Ωστόσο η κ. Λαγκάρντ κράτησε την περασμένη εβδομάδα κλειστά τα χαρτιά της για το ύψος των λεγόμενων “ουδέτερων επιτοκίων”, δηλαδή το ύψος των επιτοκίων που θα καλύπτουν την επιβράδυνση του πληθωρισμού, χωρίς όμως να πλήττουν την ανάπτυξη. Μέχρι στιγμής μέλη του δ.σ. μιλούσαν για ένα επίπεδο επιτοκίων στο 2%. Όμως στις αγορές έχουν αρχίσει να καλλιεργούνται φήμες, σύμφωνα με τις οποίες τα “ουδέτερα” επιτόκια μπορεί να είναι ακόμη χαμηλότερα στο 1,75% ή στο 1,5%, ώστε να διευκολυνθεί η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και να επιταχυνθεί η ανάπτυξη.

Η κ. Λαγκάρντ κάλεσε τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης να ακολουθήσουν την ατζέντα της ανταγωνιστικότητας που δημοσίευσε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και να προχωρήσουν στην υλοποίηση των υποδείξεων της έκθεσης Ντράγκι, για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας. 

Πρακτικά, όμως, με τη Γερμανία και τη Γαλλία σε πολιτικοοικονομική κρίση, το άτυπο δίπολο της διοίκησης της Ευρωζώνης είναι προς το παρόν απενεργοποιημένο. Συνεπώς θα είναι μάλλον δύσκολο να γίνουν συζητήσεις και πολύ περισσότερο να ληφθούν αποφάσεις, οι οποίες θα οδηγήσουν σε αύξηση των επενδύσεων κατά 800 δισ. ευρώ τον χρόνο, οι οποίες μάλιστα θα χρηματοδοτούνται από ευρωομόλογα, όπως ζητεί η έκθεση Ντράγκι. 

Όλα αυτά καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η ΕΚΤ είναι ο μοναδικός πυλώνας του ενιαίου νομίσματος που μπορεί να κάνει κάτι άμεσα, για να επιβραδύνει έστω τη διολίσθηση της Ευρωζώνης στην ύφεση, ειδικά αν ο από καιρό προαναγγελθείς εμπορικός πόλεμος ξεσπάσει το επόμενο χρονικό διάστημα. 

Οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό 

Όμως για να γίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει η ίδια η ΕΚΤ να έχει στοιχεία ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί στο 2% μετά τα μέσα του χρόνου. Η πρόεδρος της ΕΚΤ αναφέρθηκε σε όλους τους ενδεχόμενους κινδύνους, δήλωσε όμως σίγουρη ότι ο στόχος του 2% θα επιτευχθεί.

Η κ. Λαγκάρντ μίλησε επίσης για την αστάθεια που παρατηρείται στις τιμές της ενέργειας και τις πιέσεις στις υπηρεσίες, οι οποίες παραμένουν υψηλές. Σημείωσε ότι ο κίνδυνος για νέα κλιμάκωση του πληθωρισμού αφορά κυρίως τις μεγάλες αυξήσεις μισθών και τις γεωπολιτικές εντάσεις. Παράλληλα αναμένει ότι ο πληθωρισμός θα παρουσιάσει σκαμπανεβάσματα στα τρέχοντα επίπεδα το επόμενο διάστημα, πριν σταθεροποιηθεί στον στόχο του 2%. Καταλήγοντας σημείωσε ότι η νομισματική πολιτική δεν είναι προκαθορισμένη, αλλά μπορεί να προσαρμοστεί ανάλογα με τις συνθήκες. 

Πηγή: capital.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ