Στο πρόβλημα της αρνητικής αποταμίευσης των ελληνικών νοικοκυριών – παρά την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος το εννεάμηνο του 2024 – αναφέρεται το τελευταίο τεύχος της ανάλυσης της Eurobank “7 Ημέρες Οικονομία”.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την ανάλυση, την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2024, σημειώθηκε αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης των νοικοκυριών, η οποία συνδέεται κυρίως με την άνοδο των μισθών. Εντούτοις, η ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος δεν αποτυπώθηκε και στο σκέλος της αποταμίευσης, καθώς αυτή παρέμεινε αρνητική.
“Η αρνητική αποταμίευση των νοικοκυριών στερεί πόρους για την εγχώρια χρηματοδότηση των επενδύσεων με αποτέλεσμα η οικονομία να προσφεύγει εν μέρει στον εξωτερικό δανεισμό” επισημαίνει η ανάλυση χαρακτηριστικά.
Αναλυτικότερα, όπως σημειώνουν οι αναλυτές της Eurobank, “η ιδιωτική κατανάλωση στην Ελλάδα διατήρησε τη δυναμική της το 9μηνο Ιαν-Σεπ-24, καταγράφοντας ετήσια πραγματική αύξηση 2,0% ή 5,6% σε τρέχουσες τιμές. Ένας από τους κύριους ερμηνευτικούς παράγοντες αυτού του αποτελέσματος ήταν η ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Αποδεικνύεται ότι οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας ανά απασχολούμενο είχαν τη μεγαλύτερη συνεισφορά στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, αύξηση η οποία ωστόσο διοχετεύτηκε αποκλειστικά στην κατανάλωση με αποτέλεσμα ο ρυθμός αποταμίευσης των νοικοκυριών να παραμείνει σε αρνητικό έδαφος.
Σύμφωνα με τους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς θεσμικών τομέων που δημοσιεύει η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών (gross disposable income of households), δηλαδή το εισόδημα που διατίθεται προς κατανάλωση και αποταμίευση, παρουσίασε ετήσια ονομαστική αύξηση 5,6% το 9μηνο Ιαν-Σεπ-24. Σε πραγματικούς όρους, ήτοι σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, η αύξηση ήταν ηπιότερη στο 2,5%, καθότι την ίδια περίοδο το γενικό επίπεδο των τιμών κινήθηκε ανοδικά κατά 3,0%.
Από ποιες συνιστώσες πόρων (resources) και χρήσεων (uses) που διαμορφώνουν το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών προήλθε η παραπάνω αύξηση; Από το εισόδημα εξαρτημένης εργασίας; Από το εισόδημα των αυτοαπασχολούμενων; Από το εισόδημα περιουσίας; Ή από τις μεταβιβαστικές πληρωμές του κράτους; Την υψηλότερη συμβολή είχε το εισόδημα εξαρτημένης εργασίας, καταγράφοντας ισχυρή άνοδο 8,9% και προσθέτοντας 4,3 ποσοστιαίες μονάδες στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Ακολούθησαν το μικτό εισόδημα και το καθαρό εισόδημα περιουσίας με αρκετά μικρότερη συνεισφορά. Η αύξηση του εισοδήματος εξαρτημένης εργασίας αντανακλά κυρίως την ενίσχυση των αμοιβών ανά απασχολούμενο κατά 7,7%, καθότι η απασχόληση, πλην αυτοαπασχολούμενων, κινήθηκε ανοδικά κατά 1,0%. Συνεπώς, βάσει των παραπάνω στοιχείων, η άνοδος των μισθών είχε τη μεγαλύτερη συμβολή στην ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών το 9μηνο Ιαν-Σεπ-24.
Παρά ταύτα, η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών διοχετεύτηκε στην κατανάλωση και όχι στην αποταμίευση. Αναλυτικά, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών ενισχύθηκε στα 119,4 δισ. ευρώ το 9μηνο Ιαν-Σεπ-24, από 113,1 δισ. ευρώ το 9μηνο Ιαν-Σεπ-23, και η κατανάλωση αυξήθηκε στα 122,1 δισ. ευρώ, από 115,6 δισ. ευρώ. Ως εκ τούτου, η αποταμίευση παρέμεινε σε αρνητικό έδαφος, -2,6 δισ. ευρώ ή -2,2% του διαθέσιμου εισοδήματος, από -2,5 δισ. ευρώ ή -2,2% του διαθέσιμου εισοδήματος την αντίστοιχη περίοδο του 2023.
Εν κατακλείδι, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών στην Ελλάδα κινήθηκε ανοδικά το 9μηνο Ιαν-Σεπ-24, σημειώνοντας ετήσια αύξηση σε ονομαστικούς όρους κατά 5,6% και σε πραγματικούς όρους κατά 2,5%. Οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας ανά απασχολούμενο είχαν την υψηλότερη συνεισφορά σε αυτό το αποτέλεσμα. Επιπρόσθετα, σε σύγκριση με τα προ πανδημίας επίπεδα, ήτοι του 9μηνου Ιαν-Σεπ-19, το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών ήταν ενισχυμένο κατά 9,5%, με το εισόδημα περιουσίας και το εισόδημα των αυτοαπασχολούμενων να εμφανίζουν τη μεγαλύτερη συμβολή. Ο ρυθμός αποταμίευσης των νοικοκυριών παρέμεινε σε αρνητικό έδαφος και διατηρήθηκε στα ίδια επίπεδα με αυτά του 9μηνου Ιαν-Σεπ-23 (-2,2% του διαθέσιμου εισοδήματος). Η αρνητική αποταμίευση του θεσμικού τομέα των νοικοκυριών στην Ελλάδα αποτελεί ένα δομικό πρόβλημα της οικονομίας εδώ και πάρα πολλά χρονιά. Εξαίρεση αποτελεί η περίοδος της πανδημίας, ωστόσο τότε η θετική αποταμιευτική ροή ήταν περισσότερο ακούσια (involuntary savings) λόγω των lockdowns παρά εκούσια (voluntary savings). Η αρνητική αποταμίευση των νοικοκυριών στερεί πόρους για την εγχώρια χρηματοδότηση των επενδύσεων με αποτέλεσμα η οικονομία να προσφεύγει εν μέρει στον εξωτερικό δανεισμό”.
Πηγή: capital.gr