Η δεύτερη φορά Τραμπ στις ΗΠΑ σηματοδοτεί, όπως ήδη έχει γίνει σαφές, μια νέα εποχή για την παγκόσμια οικονομία – και όχι μόνο.
Η διακυβέρνηση των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ φέρνει νέες προκλήσεις και εστίες αβεβαιότητας, οι οποίες αναμένεται να αρχίσουν να επηρεάζουν την παγκόσμια οικονομία από φέτος, με τις μεσοπρόθεσμες επιδράσεις να είναι δυνητικά ακόμη πιο σημαντικές.
Τραμπ: Σχεδιάζει δασμούς 10% για όλες τις εισαγωγές απο την ΕΕ
Ήδη, από τις πρώτες αποφάσεις που υπέγραψε και τις πρώτες δηλώσεις προθέσεων για τα όσα πρόκειται να ακολουθήσουν, έχουν προκληθεί σημαντικοί κραδασμοί και έξαρση της αβεβαιότητας διεθνώς, όπως επισημαίνει η Εθνική Τράπεζα στην πρώτη διερεύνηση σε σχέση με τις εξελίξεις στις ΗΠΑ και τις επιδράσεις στην Ελλάδα.
Η Ευρώπη στη δεύτερη θητεία Τραμπ
Σε ό, τι αφορά, δε, την Ευρώπη, η δεύτερη θητεία του Τραμπ την βρίσκει σε διαφορετική συγκυρία από ό, τι η πρώτη. Πριν από δέκα χρόνια, όταν ξεκινούσε η πρώτη θητεία του, κατά την πρώτη θητεία οι οικονομίες στην ΕΕ είχαν αρχίσει να ανακάμπτουν από την πολυετή δημοσιονομική και τραπεζική κρίση, που επηρέασε κυρίως τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου με επίκεντρο την Ελλάδα, με τον πυρήνα της ευρωζώνης και ειδικά τη Γερμανία να υπεραποδίδει, ενώ η νομισματική πολιτική ήταν επεκτατική στην Ευρώπη, με τον πληθωρισμό σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Οι αναταράξεις στο διεθνές εμπόριο ήταν περιορισμένες, αφού δεν είχε μεσολαβήσει η κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων. Τα ζητήματα αυξημένου δημοσίου χρέους σε αρκετές ανεπτυγμένες οικονομίες και οι επιπτώσεις από την πολυετή νομισματική χαλάρωση – που κορυφώθηκε κατά την περίοδο της πανδημίας και την οποία διαδέχθηκε μια απότομη σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής μέχρι τα μέσα του 2024.
Οι τρέχουσες συνθήκες χαρακτηρίζονται από σημαντικούς κραδασμούς των τελευταίων ετών (πανδημία, πληθωριστική/ενεργειακή κρίση, πόλεμος στην Ουκρανία, συγκρούσεις στη Μ. Ανατολή) – και βρίσκουν την ευρωζώνη σε μια περίοδο αναιμικών οικονομικών επιδόσεων ενώ. Αντιθέτως, η ελληνική οικονομία εμφανίζει συνεπή υπεραπόδοση.
Με δεδομένη την πρόθεση του Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει δασμούς και στην ΕΕ -μετά από την Κίνα, το Μεξικό και τον Καναδά- έχοντας μάλιστα δηλώσει τις προηγούμενες ημέρες ότι είναι κάτι που θα πραγματοποιήσει σύντομα, εύλογη είναι η ανησυχία που εξαπλώνεται σε όλη την Ευρώπη, είναι εύλογος ο προβληματισμός τόσο για το πώς αυτό θα εφαρμοστεί, σε ποια έκταση και με τι τρόπο θα επηρεάσει την ΕΕ η οποία προετοιμάζεται για να τα αντιμετωπίσει με τις μικρότερες δυνατές επιπτώσεις.
Σε ό, τι αφορά την ελληνική οικονομία, οι οικονομολόγοι της Εθνικής Τράπεζας εκτιμούν ότι οι άμεσες επιπτώσεις στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ θα είναι περιορισμένες, δεδομένου ότι το μερίδιο των ΗΠΑ στις ελληνικές εμπορευματικές εξαγωγές βρίσκεται μεν σε ανοδική πορεία, σε όρους αξίας, συνεχίζει δε να έχει σχετικά μικρή συνεισφορά, αλλά μεγαλύτερος θα είναι ο αντίκτυπος μέσω μιας πιθανής επιδείνωσης των οικονομικών συνθηκών σε βασικούς αγοραστές των προϊόντων μας στην ΕΕ, σε περίπτωση κλιμάκωσης των πιέσεων στις δικές τους εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, λόγω αυξημένων δασμών ή άλλων αντιμέτρων.
Μέσα σε αυτό το τοπίο αβεβαιότητας, ωστόσο, η ΕΤΕ ξεχωρίζει δύο κλάδους της ελληνικής οικονομίας, που, όχι μόνο δεν αναμένεται να πληγούν, αλλά αντιθέτως θα συνεχίσουν να διευρύνονται και μάλιστα να παίρνουν νέα ώθηση. Ο ένας είναι ο τουρισμός και ο άλλος η ενέργεια.
Τουρισμός
Πλεονέκτημα για τη χώρα μας στην τρέχουσα συγκυρία συνιστά και ο σημαντικός ρόλος του τουρισμού για την ελληνική οικονομία, αφού ο συγκεκριμένος κλάδος εμφανίζει χαμηλή ευαισθησία στις αναμενόμενες αλλαγές πολιτικής των ΗΠΑ.
Μάλιστα, η εν λόγω αγορά φαίνεται να αυξάνει σταθερά τη συνεισφορά της στις συνολικές τουριστικές αφίξεις και εισπράξεις της χώρας μας την τελευταία δεκαετία (εξαιρώντας την περίοδο της πανδημίας).
Πράγματι, οι αφίξεις Αμερικανών τουριστών ως ποσοστό των συνολικών τουριστικών αφίξεων στην Ελλάδα αυξήθηκαν από 2,4% το 2012 σε 4,3% το 2023 (4,2% το 11μηνο του 2024), ενώ αντίστοιχα οι τουριστικές εισπράξεις από τις ΗΠΑ ως ποσοστό των συνολικών τουριστικών εισπράξεων της Ελλάδας ανήλθαν από 5,7% το 2016 σε 7,0% το 2023 και 7,6% το 11μηνο του 2024, με τη μέση δαπάνη ανά ταξίδι στα €1.032 το 11μηνο του 2024, έναντι €654 για τις αφίξεις στην Ελλάδα από την ευρωζώνη.
Οι ετήσιες εισπράξεις από τις ΗΠΑ ανήλθαν από €0,7 δισ. το 2016 σε σχεδόν €1,4 δισ. το 2023 και για το 2024 φαίνεται ότι τα έσοδα θα φθάσουν σε νέο ιστορικό υψηλό (€1,5 δισ. στο 11μηνο του 2024), με τον τουρισμό και γενικότερα τις υπηρεσίες να μην απειλούνται από τους κινδύνους που αφορούν το διεθνές εμπόριο. Ο προγραμματισμός πτήσεων από τις ΗΠΑ προς την Ελλάδα δείχνει νέα αύξηση για το 2025, αποτυπώνοντας την αξιόπιστη ανοδική δυναμική.
Διατηρούν, ωστόσο, οι αναλυτές μια επιφύλαξη εξαιτίας των σεισμών στην περιοχή του Αιγαίου τις τελευταίες εβδομάδες: η όξυνση της αβεβαιότητας λόγω της πολύ έντονης σεισμικής δραστηριότητας που παρατηρείται από τον Ιανουάριο σε συγκεκριμένη περιοχή του Ν. Αιγαίου θα μπορούσε να εξασθενήσει την ανοδική τροχιά του τουρισμού, καθώς οι άμεσα επηρεαζόμενες περιοχές αντιστοιχούν στο 4% τόσο των ετήσιων τουριστικών εσόδων όσο και του ετήσιου κύκλου εργασιών στον τομέα διαμονής και εστίασης, στο σύνολο της χώρας (περίπου 10% όσον αφορά το σύνολο των Κυκλάδων), αναφέρουν συγκεκριμένα.
Ενέργεια
Οι ενεργειακές εξελίξεις θα μπορούσαν να λειτουργήσουν αντιπληθωριστικά, ειδικά για τη χώρα μας, και να δώσουν τη δυνατότητα για μια πιο ομαλή πορεία υλοποίησης της ενεργειακής μετάβασης, με χαμηλότερο κόστος, παρά την πιθανή αποδυνάμωση των διεθνών κλιματικών πρωτοβουλιών εξαιτίας της διαφαινόμενης αποστασιοποίησης των ΗΠΑ για τα προσεχή τουλάχιστον έτη.
Η πρόθεση του Ντόναλντ Τραμπ να ενθαρρύνει περαιτέρω την εξορυκτική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα συντείνει σε χαμηλότερες διεθνείς ενεργειακές τιμές, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, τόσο για το πετρέλαιο όσο και για το φυσικό αέριο, ειδικά αν συνδυαζόταν και με αποκλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων. Επίσης, η εξειδίκευση των μέτρων εναντίον Καναδά, Μεξικού και Κίνας οδήγησε σε κάμψη των τιμών ορισμένων βιομηχανικών εμπορευμάτων και του πετρελαίου, λόγω ανησυχιών για την παγκόσμια ζήτηση, επισημαίνουν οι αναλυτές.
Η ελληνική οικονομία, που λόγω διαρθρωτικών χαρακτηριστικών (σημαντικός ρόλος ορυκτών καυσίμων στις μεταφορές και τη θέρμανση, καθώς και φυσικού αερίου στην
ηλεκτροπαραγωγή) παραμένει περισσότερο εξαρτημένη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στα ορυκτά καύσιμα, θα επωφελούνταν περισσότερο από τις χαμηλότερες τιμές ενέργειας μεσοπρόθεσμα, εφόσον ξεπεραστούν οι βραχυπρόθεσμες αναταράξεις.
Εκτιμάται ότι μια μείωση 10% στις διεθνείς τιμές καυσίμων σε ευρώ ενισχύει τον ρυθμό αύξησης του ελληνικού ΑΕΠ κατά σχεδόν 0,2%. Το δυνητικό όφελος θα μπορούσε να μετριαστεί εάν οι πολυμερείς εμπορικές πιέσεις ενταθούν και μεταφραστούν σε αυξανόμενο κόστος παραγωγής εντός ευρωζώνης αλλά και τιμών εισαγωγών εξοπλισμού απαραίτητου για την ενεργειακή μετάβαση από αγορές εκτός ΕΕ, λειτουργώντας ως αντικίνητρο για πράσινες επενδύσεις και λοιπές επενδύσεις σε «καθαρές» τεχνολογίες.
Αντιστρόφως, τα οφέλη για τη χώρα μας θα ενισχυθούν αν οι περιορισμοί πρόσβασης στις ΗΠΑ οδηγήσουν σε φθηνότερες εισαγωγές αγαθών αλλά και εξοπλισμού για την ΕΕ που παράγονται σε τρίτες χώρες (λ.χ. μπαταρίες, ηλεκτρικά αυτοκίνητα, εξοπλισμός για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας), με την Ελλάδα να έχει βραχυπρόθεσμα κίνητρο να εισάγει από το φθηνότερο προμηθευτή καθώς έχει περιορισμένη εγχώρια παραγωγή σε αντίθεση με ορισμένες χώρες της ΕΕ.
Οι σημαντικοί ακόμη διαθέσιμοι πόροι του TAA μπορούν να διατηρήσουν σε σταθερή τροχιά την πορεία ενεργειακής μετάβασης της Ελλάδας, παρά τη διεθνή μεταβλητότητα, επιτρέποντας και την πιο σταδιακή επίτευξη κάποιων από τους πολύ φιλόδοξους στόχους που θέτει η ΕΕ.
Πηγή: ot.gr