Γερμανία: Πόλωση λίγο πριν τις κάλπες – Τι δείχνουν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις

Γερμανία: Πόλωση λίγο πριν τις κάλπες - Τι δείχνουν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις

Πρόσω ολοταχώς προχωράνε οι προετοιμασίες για τις εκλογές στην Γερμανία, με τα αποτελέσματα προεκλογικών δημοσκοπήσεων να δείχνουν πόλωση και αναποφασιστικότητα μεταξύ των πολιτών.

Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις στην Γερμανία

Αξιοσημείωτη πτώση για την προπορευόμενη Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) και άνοδο για την ακροδεξιά Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD) δείχνει το τελευταίο πριν από τις εκλογές «Πολιτικό Βαρόμετρο» του Ινστιτούτου Wahlen, για λογαριασμό του δεύτερου καναλιού της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ZDF. Υψηλό παραμένει το ποσοστό των αναποφάσιστων.

Οι CDU/CSU καταγράφουν απώλειες, αλλά διατηρούν το σαφές προβάδισμά τους με ποσοστό 28% (-2), ενώ η AfD παραμένει δεύτερη και ενισχύεται, φθάνοντας στο 21% (+1). Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) ακολουθεί με 16% και χωρίς μεταβολή των ποσοστών του, όπως και οι Πράσινοι με 14%. Η Αριστερά εξακολουθεί να αυξάνει τις δυνάμεις της και φθάνει στο 8% (+1), ενώ Φιλελεύθεροι (FDP) και Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) ενισχύονται κατά μισή μονάδα, αλλά παραμένουν κάτω από το όριο του 5%, με 4,5%. Οι αναποφάσιστοι, τρεις μέρες πριν από τις εκλογές, ανέρχονται σε 27%. Παρόμοια ήταν η εικόνα και πριν από τις εκλογές του 2021, ωστόσο τότε η διαφορά μεταξύ πρώτου (SPD) και δεύτερου κόμματος (CDU/CSU) ήταν οριακή.

Με τα δεδομένα της δημοσκόπησης, ο μόνος πολιτικά ρεαλιστικός συνασπισμός θα ήταν εφικτός μεταξύ της Ένωσης και του SPD, με οριακή ωστόσο πλειοψηφία. Καθοριστικής σημασίας θα είναι ο αριθμός των κομμάτων που θα κατορθώσουν τελικά να βρεθούν στην επόμενη βουλή, καθώς όσο περισσότερα είναι, τόσο περιορίζεται η πιθανότητα να αρκούν δύο κόμματα για τον σχηματισμό βιώσιμου κυβερνητικού συνασπισμού, αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Στην ερώτηση για την απευθείας επιλογή καγκελάριου, ο αρχηγός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματoς (CDU) Φρίντριχ Μερτς συγκεντρώνει το 32% της προτίμησης (-1), ο υποψήφιος των Πρασίνων Ρόμπερτ Χάμπεκ το 21% (-3), ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς (SPD) το 18% (+1) και η υποψήφια της AfD Αλίς Βάιντελ το 14% χωρίς μεταβολή στα ποσοστά της. Επιπλέον, το 57% θεωρεί ότι ο Όλαφ Σολτς δεν κάνει καλά την δουλειά του, ενώ αντίθετη άποψη εκφράζει το 39%.

Οι εκλογές και ο Μερτς

Ένας από τους λόγους για τον οποίο ο Μερτς αγωνιά για το «μαγικό 30%» είναι ότι με ένα τέτοιο ποσοστό θα χρειαζόταν, κατά πάσα πιθανότητα, μόνο έναν κυβερνητικό εταίρο στα επόμενα τέσσερα χρόνια. Το είπε ξεκάθαρα σε πρόσφατο τηλεοπτικό ντιμπέιτ: «Στρατηγικός μου στόχος είναι να έχουμε ανοιχτές τουλάχιστον δύο επιλογές, αλλά τελικά να χρειαστούμε μόνο μία. Είτε τους Σοσιαλδημοκράτες, είτε τους Πράσινους».

Πιο πιθανό σενάριο είναι μία νέα έκδοση, μετά την εποχή Μέρκελ, του «μεγάλου συνασπισμού» με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD).

Αλλά ο Μερτς, σε αντίθεση με τους ομοϊδεάτες του από το Λαϊκό Κόμμα (ÖVP) στην Αυστρία, είχε την προνοητικότητα να μην αποκλείσει προεκλογικά ούτε μία πιθανή μετεκλογική συμμαχία με τους Πράσινους. Για το θέμα αυτό έφτασε ακόμα και στα όρια της σύγκρουσης με τον Μάρκους Ζέντερ, επικεφαλής του αδελφού κόμματος των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), ο οποίος αρχικά απέρριπτε κατηγορηματικά τη συνεργασία με τους Πράσινους, αλλά τις τελευταίες ημέρες δηλώνει με νόημα ότι απορρίπτει μία συνεργασία «με αυτούς τους Πράσινους».

Σε τελική ανάλυση βέβαια, τα πάντα εξαρτώνται από το πόσα κόμματα θα μπουν στη Βουλή σε μία εποχή που το πολιτικό τοπίο στη Γερμανία εμφανίζεται εξαιρετικά κατακερματισμένο. Αυτό που σίγουρα θέλει να αποφύγει ο Μερτς είναι να αναζητήσει δύο ετερόκλητους κυβερνητικούς εταίρους, αναφέρει δημοσίευμα της Deutsche Welle.

Η ύφεση στην Γερμανία

Το στοίχημα του Μερτς είναι ιδιαίτερα αινιγματικό, επειδή η μετανάστευση είναι μόνο μία από τις πολλές μεγάλες ανησυχίες που φέρεται να έχουν οι ψηφοφόροι. Εξίσου σημαντική είναι η οικονομία. Η Γερμανία εξακολουθεί να έχει τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, αλλά βρίσκεται στη μέση μιας διαρκούς ύφεσης. Το ΑΕΠ της χώρας έχει σχεδόν ισοπεδωθεί από το 2019, εν μέσω των κραδασμών της πανδημίας, του αυξημένου ανταγωνισμού με την Κίνα και της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, η οποία προκάλεσε την εκτόξευση των τιμών της ενέργειας.

Η αποκατάσταση των ζημιών που θα προκύψουν θα είναι δύσκολη, σε μεγάλο βαθμό επειδή το διεθνές οικονομικό περιβάλλον έχει αλλάξει σημαντικά μετά την πανδημία. Για δεκαετίες, η Γερμανία επωφελούνταν από μια παγκόσμια αγορά στην οποία κυριαρχούσαν οι εξαγωγές της, προσφέροντας στη χώρα σημαντικά εμπορικά πλεονάσματα. Αλλά τώρα, άλλες χώρες έχουν πάρει το μερίδιό της.

Πηγή: in.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ