Σύμφωνα με έρευνες στη γνωστική και κοινωνική ψυχολογία, όταν μια σχέση τελειώνει, το μυαλό μας τείνει να διαστρεβλώνει τις αναμνήσεις, δίνοντας έμφαση στις καλές στιγμές και μειώνοντας τη σημασία των αρνητικών γεγονότων. Αυτό μπορεί να μας οδηγήσει στην πεποίθηση ότι η σχέση ήταν πιο ιδανική από ό,τι πραγματικά ήταν.
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι άνθρωποι αναρωτιούνται αν πρέπει να δώσουν μια δεύτερη ευκαιρία σε έναν πρώην σύντροφο.
Ωστόσο, πότε πραγματικά αξίζει να προσπαθήσουμε ξανά;
Οι βασικές προϋποθέσεις περιλαμβάνουν:
Βασικές αξίες και συναισθήματα: Εάν η σχέση είχε αγάπη, σεβασμό και εμπιστοσύνη, υπάρχει πιθανότητα να ξαναχτιστεί σωστά.
Αποδοχή του άλλου όπως είναι: Μια σχέση δεν μπορεί να βασίζεται στην προσδοκία ότι ο άλλος θα αλλάξει δραματικά.
Επίλυση των προηγούμενων συγκρούσεων: Η επιστροφή δεν πρέπει να σημαίνει απλώς μια συναισθηματική παρόρμηση, αλλά μια συνειδητή απόφαση με ουσιαστικό διάλογο.
Διάθεση για επικοινωνία και εξέλιξη: Και οι δύο πρέπει να είναι ανοιχτοί στο να κατανοήσουν τι πήγε λάθος και να δουλέψουν πάνω σε αυτό.
Διάθεση για ρίσκο: Όπως και κάθε σχέση, η επανασύνδεση εμπεριέχει το ρίσκο της αποτυχίας.
Σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου του Kansas, οι άνθρωποι που χωρίζουν και επανενώνονται πολλές φορές έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να καταλήξουν ξανά σε χωρισμό, κάτι που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ψυχική τους υγεία.
Το συναισθηματικό κόστος μιας αποτυχημένης επανασύνδεσης μπορεί να είναι μεγαλύτερο από τον αρχικό χωρισμό, καθώς οι ελπίδες διαψεύδονται ξανά.
Δεν υπάρχει μια απλή απάντηση στο ερώτημα αν αξίζει να δώσει κανείς μια δεύτερη ευκαιρία.
Εξαρτάται από το τι έφερε τον αρχικό χωρισμό, αν έχουν αλλάξει οι συνθήκες και αν και οι δύο πλευρές είναι διατεθειμένες να δουλέψουν πραγματικά για μια νέα αρχή. Οι σχέσεις χρειάζονται φροντίδα, επικοινωνία και μια ρεαλιστική προσέγγιση των προσδοκιών μας.
Αν μια σχέση είχε τα σωστά θεμέλια, τότε, ίσως, μπορεί να αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία.
Πηγή: govastileto.gr