Ο Φρίντριχ Μέρτς, ένας πρώην τραπεζίτης ο οποίος δεν έχει διατελέσει υπουργός, θα είναι σχεδόν σίγουρα ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, η επιλογή του να κερδίσει μια ψηφοφορία στο κοινοβούλιο βασιζόμενος στη στήριξη της Ακροδεξιάς αποδείχθηκε ένα ιστορικό και συνάμα αμφιλεγόμενο σημείο καμπής, έστω κι αν ο ίδιος επέμεινε έκτοτε πως δεν πρόκειται ποτέ να παραβιάσει το «τείχος ασφαλείας» της Γερμανίας σχηματίζοντας κυβέρνηση συνεργασίας με την AfD.
Πάντως, εξίσου μεγάλες προκλήσεις με το εσωτερικό πολιτικό – και οικονομικό – σκηνικό ενδέχεται να προέλθουν για τον Μερτς εκτός Γερμανίας. Σε κάθε περίπτωση, ο άνθρωπος τον οποίο η σύζυγός του απέτρεψε από το να αγοράσει ιδιωτικό αεροσκάφος μέχρις ότου τα τρία παιδιά του φύγουν από το πατρικό τους (τώρα, πλέον, φέρεται ότι κατέχει δύο), θα θελήσει να αφήσει γρήγορα το αποτύπωμά του.
Στις σχέσεις με τις ΗΠΑ, αν και υπήρξε αισιόδοξος για τις διατλαντικές σχέσεις, πήρε μια πρώτη δόση της πραγματικής πολιτικής προτού καν κερδίσει τις εκλογές. Ο Μερτς, μάλιστα, δεν έκανε καν τον κόπο να κρύψει το σοκ που υπέστη εξαιτίας των δηλώσεων Τραμπ με τις οποίες επέρριψε την ευθύνη για τον πόλεμο στην Ουκρανία – κάτι που ο ίδιος περιέγραψε ως «κλασική αντιστροφή της σχέσης θύτη και θύματος». Η πρόκληση είναι τεράστια. Ως ηγέτης της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης, η διαχείριση από μέρους του της κρίσης στις σχέσεις Ουάσιγκτον και Βερολίνου θα αποδειχθεί καθοριστική για τη στάση που θα τηρήσει ολόκληρη η ήπειρος απέναντι στη νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων.
Την ίδια στιγμή, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης έχει ανάγκη από μια επανεκκίνηση. Για να την επιτύχει, όμως, είναι πιθανό να απαιτηθεί η χαλάρωση ενός συνταγματικά κατοχυρωμένου νόμου, γνωστού ως «φρένο χρέους», ο οποίος αποτέλεσε επί χρόνια ακρογωνιαίο λίθο της δημοσιονομικής πειθαρχίας, προβλέποντας ότι ο ετήσιος δανεισμός της ομοσπονδιακής κυβέρνησης δεν μπορεί να ξεπερνά το 0,35% του ΑΕΠ. Οφείλει να θυμάται, όμως, πως ήταν μια διαμάχη αναφορικά με το «φρένο χρέους» που τελικώς έριξε την κυβέρνηση του Ολαφ Σολτς. Οσο για το Ουκρανικό, ο Μερτς ανήκει ξεκάθαρα στο στρατόπεδο εκείνων που πιστεύουν ότι η μη στήριξη προς το Κίεβο θα συνιστούσε ένδειξη αδυναμίας απέναντι στον Βλαντίμιρ Πούτιν, έχει προειδοποιήσει τον Σολτς να μην υιοθετήσει μια «πολιτική κατευνασμού», ενώ έχει επισκεφθεί την πρωτεύουσα της Ουκρανίας πριν από τον απερχόμενο καγκελάριο. Εχει δηλώσει, μάλιστα, πως θα ήθελε να αυξήσει τη στήριξη που προσφέρει, παρέχοντας πυραύλους μακρού βεληνεκούς Taurus, ενώ είναι πιθανό να βρεθεί αντιμέτωπος με το αίτημα αποστολής γερμανικών στρατευμάτων στην Ουκρανία στο πλαίσιο μιας αποτρεπτικής ειρηνευτικής δύναμης. Σε σχέση με την Ακροδεξιά, παρά την άρνησή του να συνεργαστεί μαζί της σε κυβερνητικό επίπεδο, αρκετοί φοβούνται πως ένας ασταθής και εύθραυστος συνασπισμός θα οδηγήσει σε επανάληψη του αδιεξόδου που σφράγισε την απερχόμενη τρικομματική κυβέρνηση. Κι αυτό θεωρούν πως αναπόφευκτα θα ανοίξει τον δρόμο για ένα συνασπισμό CDU – AfD υπό έναν νέο ηγέτη μετά τις επόμενες εκλογές, που πιθανώς θα διεξαχθούν το 2029.
Τέλος, αναφορικά με την Αβγκελα Μέρκελ, οι δυο τους δεν τα πήγαιναν ποτέ ιδιαιτέρως καλά. Τον Ιανουάριο, μάλιστα, επήλθε μια σπάνια δημόσια ρήξη, όταν η πρώην καγκελάριος επέκρινε το φλερτ του Μερτς με την AfD. Το σίγουρο είναι πως μεγάλο μέρος των Γερμανών εξακολουθεί να τρέφει σεβασμό για τη Μέρκελ, κάτι που σημαίνει ότι η στάση που θα τηρήσει απέναντι στον ηγετικό του ρόλο είναι κάτι που δεν μπορεί να παραγνωριστεί.
Πηγή: tanea.gr