Με ιστορικά υψηλό ποσοστό, διπλάσιο σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές του 2021 (20,8% από 10,4%) και με αυξημένες κατά 62 τις έδρες του, φτάνοντας τις 152 σε σύνολο 630, η ακροδεξιά «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) θα είναι με τη «βούλα» πια αξιωματική αντιπολίτευση στη νέα Μπούντεσταγκ, την Ομοσπονδιακή Βουλή της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης.
Είχε αποκτήσει και πάλι αυτό το ρόλο μετά τις εκλογές του 2017, όταν είχε 94 βουλευτές και ήταν τρίτο κόμμα.
Τότε συνέβη εξ αντανακλάσεως, λόγω του «μεγάλου συνασπισμού» (GroKo) που είχαν σχηματίσει οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU) και οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) -τα δύο μεγαλύτερα κόμματα- συγκροτώντας την τέταρτη κυβέρνηση υπό την Άνγκελα Μέρκελ.
Αυτή τη φορά ωστόσο το AfD είναι επισήμως πια δεύτερη κοινοβουλευτική δύναμη, πίσω μόνο από την κεντροδεξιά Χριστιανική Ένωση (των Χριστιανοδημοκρατών με το «αδελφό» βαυαρικό κόμμα των Χριστιανοκοινωνιστών), σε μια Μπούντεσταγκ σαφώς πιο συρρικνωμένη σε αριθμό εδρών, βάσει του νέου εκλογικού νόμου.
Ειδικά τώρα -με τις διαφορές στα προγράμματα του CDU και του SPD μεγάλες, τα εσωτερικά προβλήματα στη Γερμανία στοιβαζόμενα και τις γεωπολιτικές προκλήσεις για την Ευρώπη γιγανωμένες- η γερμανική Ακροδεξιά σκοπεύει να κάνει δύσκολη τη «ζωή» σε έναν νέο GroKo.
«Είμαστε το κόμμα του μέλλοντος», διακηρύττει η συμπρόεδρος της AfD, Αλίς Βάιντελ, που ήδη αυτοπροβάλλεται ως… καγκελάριος εν αναμονή.
Γνωρίζοντας εκ προοιμίου την απάντηση, ένεκα του «τείχους προστασίας», δήλωσε ότι «τείνει χείρα για συμμετοχή σε μια κυβέρνηση», επικαλούμενη τη «λαϊκή βούληση» και την υιοθέτηση μέρους της αντιμεταναστευτικής ατζέντας του AfD από τον νικητή των εκλογών και επόμενο καγκελάριο, Χριστιανοδημοκράτη Φρίντριχ Μερτς.
Κατά τα λοιπά, προδίκασε το πρόωρο τέλος της επόμενης κυβέρνησης σε ομοσπονδιακό επίπεδο, ενόσω ο έτερος συμπρόεδρος του ακροδεξιού κόμματος, Τίνο Κρουπάλα, αξίωνε την παραίτηση κυβερνήσεων σε ανατολικά κρατίδια στη Γερμανία χωρίς το AfD, κόντρα στην επικράτησή του στις εκλογές του περασμένου φθινοπώρου.

Χιονισμένη προεκλογική αφίσα του ακροδεξιού κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) στο Βερολίνο, με τη φωτογραφία της υποψήφιας του για την καγκελαρία, Αλίς Βάιντελ (REUTERS/Nadja Wohlleben)
«Πόλεμος φθοράς»
Προσώρας το ακροδεξιό AfD αναμένεται να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τα προνόμιά του ως κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη νέα Μπούντεσταγκ, υποσκάπτοντας τα θεμέλια της σύγχρονης γερμανικής Δημοκρατίας.
Θα έχει περισσότερα κονδύλια, χρόνο παρεμβάσεων στη Βουλή και πρόσβαση σε σημαντικές κοινοβουλευτικές επιτροπές, συμπεριλαμβανομένων αυτών για τον προϋπολογισμό ή για την επίβλεψη των μυστικών υπηρεσιών και του έργου της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας για την Προστασία του Συντάγματος, που έχει θέσει το AfD υπό παρακολούθηση, ως ύποπτο για δεξιό εξτρεμισμό.
Διεκδικεί επίσης θέση αντιπροέδρου στη Μπούντεσταγκ.
Όμως το πιο ισχυρό ίσως «χαρτί» του AfD είναι ότι θα έχει δυνητικά την δυνατότητα της λεγόμενης «αναστέλλουσας μειοψηφίας» απέναντι σε κομβικές κυβερνητικές αποφάσεις, για τις οποίες απαιτείται κοινοβουλευτική πλειοψηφία δύο τρίτων.
Αυτές περιλαμβάνουν αλλαγές στον Βασικό Νόμο -ήτοι το γερμανικό Σύνταγμα- όπως η μεταρρύθμιση του περιώνυμου «φρένου χρέους».
Κανόνα που κατοχυρώθηκε συνταγματικά το 2009 επί καγκελαρίας Μέρκελ, βάζοντας όριο στον κρατικό δανεισμό στο 0,35% του ΑΕΠ, που θεωρείται τώρα αυτοκαταστροφικό, έπειτα από δύο και πλέον χρόνια ύφεσης, υβριδικής και μη.
Η δημιουργία νέου ειδικού ταμείου για τις αμυντικές δαπάνες περνά επίσης από τις ίδιες κοινοβουλευτικές «Συμπληγάδες», την ώρα που στο ΝΑΤΟ φουντώνει η συζήτηση για αύξηση στο 5% του ΑΕΠ, κατ’ απαίτηση του Αμερικανού προέδρου Τραμπ.
Αντιτιθέμενα για διαφορετικούς λόγους έκαστο σε ανάλογες αποφάσεις, το AfD και το αριστερό κόμμα Die Linke θα έχουν στη νέα Μπούντεσταγκ περισσότερο από το ένα τρίτο των εδρών (216 σε σύνολο 630).
Το εάν θα μπορούσαν προς τούτο να συμπράξουν κοινοβουλευτικά είναι ένα μεγάλο ερώτημα, δεδομένης της αδιαπραγμάτευτης στήριξης της Αριστεράς στο δημοκρατικό «τείχος προστασίας».
Παρά ταύτα, εντείνονται οι φήμες ότι ο επόμενος καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς διαπραγματεύεται πλέον με τον απερχόμενο Όλαφ Σολτς την έγκριση μεταρρύθμισης του «φρένου χρέους» στο πλαίσιο της υφιστάμενης (προεκλογικής) σύνθεσης της Μπούντεσταγκ, η οποία θα παραμείνει τυπικά σε ισχύ έως τις 24 Μαρτίου.


Οι συμπρόεδροι του AfD, Αλίς Βάιντελ και Τίνο Κρουπάλα, βγάζουν προεκλογικά selfie με τους βουλευτές του ακροδεξιού κόμματος, πανηγυρίζοντας για την κοινοβουλευτική σύμπραξη με την κεντροδεξιά σε προτάσεις επί του μεταναστευτικού (REUTERS/Liesa Johannssen)
Επαναχαράσσοντας τον πολιτικό «χάρτη» στη Γερμανία
Αυτά, σε μια Γερμανία που οι κάλπες της 23ης Φεβρουαρίου επαναχάραξαν τα όρια του Ψυχρού Πολέμου, «βάφοντας» τα ανατολικά στο «μπλε χρώμα» του AfD και τα δυτικά στο «μαύρο» της Χριστιανικής Ένωσης.
Ο εκλογικός χάρτης καταδεικνύει ότι η ενοποίηση δεν κατάφερε να «γεφυρώσει» το χάσμα -οικονομικό και κοινωνικό- μεταξύ δύο διαφορετικών ταχυτήτων «Γερμανιών».
Αυτή τη φορά ωστόσο το AfD δεν κατάφερε να αλώσει μόνο τα ανατολικά -μάλιστα με κέρδη σε σύγκριση με τις κρατιδιακές εκλογές του περασμένου φθινοπώρου- αλλά κατέδειξε ότι παίρνει «κεφάλι» και στα δυτικά.
Στο Γκελζενκίρχεν στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, την πιο φτωχή πόλη της Γερμανίας, η Ακροδεξιά πέρασε μπροστά από τους Σοσιαλδημοκράτες και στο Καϊζερσλάουτερν στη Ρηνανία-Παλατινάτο επικράτησε των Χριστιανοδημοκρατών.
Όλα αυτά παρά τη συνεχιζόμενη ριζοσπαστικοποίησή του και την ταυτόχρονη διείσδυσή του στις τάξεις των πιο νέων σε ηλικία ψηφοφόρων.
Στις ηλικίες 35-44 ετών το AfD συγκέντρωσε τις περισσότερους ψήφους.
Στις ηλικίες 18-24 ετών ήρθε δεύτερο μετά το αριστερό Die Linke, εξασφαλίζοντας το 21% των ψήφων.
Στην ενδιάμεση κατηγορία των 25-34 ετών απέσπασε το 23%.
Στο μεσοδιάστημα, τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας CDU και SPD τείνουν να γίνουν παρατάξεις συνταξιούχων.
Αυτό ωστόσο δεν σημαίνει αυτόματα «άνεμο ανανέωσης» στους κόλπους του AfD.
Εξέλεξε μεν τους περισσότερους νέους βουλευτές στην Μπούντεσταγκ (92 από τους 152), όμως έχει τον μεγαλύτερο μέσο όρο ηλικίας εκλεγμένων εκπροσώπων μεταξύ των κοινοβουλευτικών κομμάτων, πάνω από τα 51 έτη.
Σε αυτούς συγκαταλέγεται ο 84χρονος εξτρεμιστής Αλεξάντερ Γκάουλαντ, μακράν ο γηραιότερος στη νέα Μπούντεσταγκ.
Το ακροδεξιό κόμμα έχει επίσης το μικρότερο ποσοστό εκπροσώπησης γυναικών -αποτελούν μόλις το 12% της κοινοβουλευτικής του ομάδας.
Παρ’ όλα αυτά αναδεικνύεται ως κόμμα των εργατών και των ανέργων, επωφελούμενο της απογοήτευσης από τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας, της οικονομικής ανασφάλειας και της τοξικής παραπληροφόρησης, που ανάγει μισαλλόδοξα τους -απαραίτητους για την οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας- μετανάστες σε «πηγή» σχεδόν όλων των εγχώριων δεινών.


Η Αλίς Βάιντελ, συμπρόεδρος του ακροδεξιού AfD, στο βήμα της Ομοσπονδιακής Βουλής της Γερμανίας (REUTERS/Nadja Wohlleben)
Μια εύθραυστη σταθερότητα
Αν και όλα δείχνουν ότι η Γερμανία σπεύδει -δεδομένων των κρίσιμων εγχώριων και διεθνών συνθηκών- προς έναν «μεγάλο συνασπισμό», η ευρωσκεπτικιστική και ρωσόφιλη αξιωματική αντιπολίτευση δείχνει να επικρέμαται ως «Δαμόκλειος Σπάθη» πάνω από τη χώρα.
Το μεγάλο «στοίχημα» για τα μεν κόμματα του «δημοκρατικού τόξου» -και δη αυτών που θα συγκροτήσουν την επόμενη κυβέρνηση- θα είναι να ανακόψουν την ανατριχιαστική εκλογική άνοδο του AfD με πράξεις, όχι με λόγια.
Για τη δε γερμανική ακροδεξιά θα είναι να αυξήσει, εκμεταλλευόμενη τα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τα εκλογικά ποσοστά της.
Το 20,8% που εξασφάλισε -περίπου όσο της έδιναν οι δημοσκοπήσεις- διέψευσε τις προσδοκίες ότι θα έφτανε ακόμη υψηλότερα, με το «πουσάρισμα» που είχε εξ Αμερικής στην εποχή Τραμπ 2.0.
Συνεχίζει ωστόσο να αποτελεί υπαρκτή απειλή για τις επόμενες εκλογές, που κανονικά αναμένονται το 2029.
Ήδη βλέπει με ικανοποίηση τις «ρωγμές» στο «τείχος προστασίας» από την πρόσφατη κοινοβουλευτική σύμπραξη με τη γερμανική κεντροδεξιά στην υιοθέτηση των αντιμεταναστευτικών προτάσεων του Φρίντριχ Μερτς.
Η Βάιντελ ρίχνει στο μεσοδιάστημα «την μπάλα στην εξέδρα», απαντώντας με λεκτικές επιθέσεις κατά των ΜΜΕ για «εκστρατείες συκοφαντικής δυσφήμισης» σε ερωτήματα, διατυπωμένα ακόμη και από ακροδεξιές εφημερίδες, ως προς το εάν θα καταφέρει ως αξιωματική αντιπολίτευση να διατηρήσει ή να αυξήσει την εκλογική της βάση, σε αντίθεση με το 2017.
Επιχειρεί να προσπεράσει τις ερωτήσεις για τη «θολή» προεκλογική δωρεά 2,35 εκατομμυρίων ευρώ, μέσω Αυστρίας, παραπέμποντας στον Τίνο Κρουπάλα, ο οποίος αρνείται οποιαδήποτε γνώση παρατυπιών.
Τούτων λεχθέντων, η Βάιντελ έσπευσε να «ευλογήσει τα γένια» του διασημότερου υποστηρικτή της, πλουσιότερου ανθρώπου στον πλανήτη και «δεξιού χεριού» του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, του Έλον Μασκ, υποστηρίζοντας ότι η Γερμανία θα πρέπει να ακολουθήσει το «πετσόκομμα» του κράτους.
«Αν το AfD ήταν στην κυβέρνηση, θα κάναμε ακριβώς το ίδιο», είπε για τη Γερμανία, όπου ουδένα πολιτικό κόμμα δείχνει να έχει διάθεση σκληρής αυτοκριτικής.
Πηγή: in.gr