Η αυτονόμηση της Γερμανίας

Στην εξουσία για τέταρτη φορά

Το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών επιβεβαιώνει τις δημοσκοπικές προβλέψεις και η επόμενη κυβέρνηση θα έχει ως «κορμό» τη συντηρητική ένωση Χριστιανοδημοκρατών (CDU) και Χριστιανοκοινωνιστών (CSU). Ωστόσο, το διεθνές ενδιαφέρον έχει στραφεί στην πρώτη δήλωση του επικεφαλής του CDU και νέου καγκελάριου, Φρίντριχ Μερτς, με την οποία εξήγγειλε ότι θα εργαστεί για τη στρατηγική αυτονόμηση της Γερμανίας από τις ΗΠΑ μέσω της θεσμικής εμβάθυνσης της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Εάν η δήλωσή του δεν έχει μόνο επικοινωνιακό χαρακτήρα, σημαίνει ότι ολόκληρο το μεταπολεμικό consensus του ευρωατλαντικού άξονα μετασχηματίζεται και η νέα κυβέρνηση θα καθοδηγήσει τη χώρα και την υπόλοιπη Ευρώπη σε νέα και αχαρτογράφητη πορεία.

Ο Mερτς χαρακτηρίζεται από τις φιλοαμερικανικές του απόψεις. Ομως, η νέα στρατηγική του προέδρου Τραμπ, όπως εκφράστηκε από τον αντιπρόεδρο Βανς στη Διάσκεψη του Μονάχου, δεν αφήνει περιθώρια για ψευδαισθήσεις. Οι ΗΠΑ διαμήνυσαν ότι η Ευρώπη έχει πάψει να βρίσκεται στις αμερικανικές προτεραιότητες. Το γεωπολιτικό ενδιαφέρον επικεντρώνεται στην Ανατολική Ασία και στην ανάσχεση της Κίνας. Η άρτι εκλεγείσα πολιτική ελίτ στο Βερολίνο, έδειξε ότι κατανοεί αυτή τη μεταβολή κι αφού οι ευρωατλαντικοί δεσμοί δεν είναι πια τόσο σφιχτοί, είναι διατεθειμένη να αναζητήσει εναλλακτικές για το μέλλον, όχι μόνο στην άμυνα και την ασφάλεια, αλλά και στην οικονομία.

Το ρήγμα στις σχέσεις Ουάσιγκτον – Βερολίνου δεν είναι πρόσφατο. Η παρέμβαση Βανς είναι η κορύφωση μιας μακράς υποδόριας αντιπαράθεσης που προηγουμένως δεν μπορούσε να εκφραστεί ανοικτά, για λόγους ευρύτερης ασφάλειας. Η Γερμανία, στην αρχή με τον καγκελάριο Σρέντερ και στη συνέχεια επί Μέρκελ, επιχείρησε να χαράξει μια αυτόνομη εξωτερική πολιτική, αναβιώνοντας την πάλαι ποτέ Ostpolitik και προχώρησε σε μια – γεωπολιτικής σπουδαιότητας – ενεργειακή σύμπραξη με το Κρεμλίνο. Αυτό το εγχείρημα, όμως, έγινε δυνατό αφενός χάρη στην αμυντική εξασφάλιση του ΝΑΤΟ και αφετέρου μέσω της ασφυκτικής ηγεμονίας επί των υπόλοιπων κρατών-μελών της ΕΕ, που διακινδύνεψε τη συνοχή της ευρωζώνης. Η πέτρα του σκανδάλου ήταν η κατασκευή των δίδυμων αγωγών Nord Stream, που θορύβησε τους Αμερικανούς και οδήγησε στην παρακολούθηση του τηλεφώνου της Μέρκελ επί Ομπάμα, σε βαρύτατα πρόστιμα σε γερμανικές εταιρείες και σε ευθείες απειλές κατά την προηγούμενη θητεία του Τραμπ.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(“300x250_middle_2”); });

Αυτή η φιλόδοξη πολιτική του Βερολίνου, που σε ορισμένες εκφάνσεις της έλαβε αποικιακά χαρακτηριστικά, συνετρίβη στις πεδιάδες της Ουκρανίας, μόλις τα ρωσικά στρατεύματα παραβίασαν τα ουκρανικά σύνορα. Στη συνέχεια, οι αγωγοί βομβαρδίστηκαν και σήμερα, η νέα γερμανική ηγεσία κατανοεί το αδιέξοδο στην πληρότητά του. Με την απόσυρση των Αμερικανών, οι Γερμανοί είναι μόνοι και μοναδικό αξιόπιστο στήριγμα παραμένει γι’ αυτούς η Ευρωπαϊκή Ενωση.

Η Ευρώπη έχει μία από τις μεγαλύτερες και πιο ανταγωνιστικές οικονομίες παγκοσμίως. Επομένως, διαθέτει τους πόρους και την εμπειρία που χρειάζεται για να θεμελιώσει τη δική της άμυνα και ασφάλεια. Εάν λοιπόν οι ΗΠΑ μεταφέρουν τους πόρους που έχουν εγκατεστημένους στη Γηραιά Ηπειρο, σε άλλα πιο καίρια σημεία του πλανήτη, θα είναι επιβεβλημένο για τη Γερμανία να ηγηθεί της μακροπρόθεσμης οικοδόμησης αμυντικής ασπίδας για την Ευρώπη. Θα είναι επίσης αναγκασμένη να συμβιβαστεί με τη Ρωσία, συμπαρασύροντας τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, προκειμένου να εξασφαλίσει ξανά πρόσβαση σε φτηνή ενέργεια. Ολα αυτά απαιτούν επιδέξια διπλωματία, ρεαλιστική προσέγγιση και ευρεία συναίνεση απ’ όλους τους Ευρωπαίους.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(“300x250_middle_3”); });
googletag.cmd.push(function() { googletag.display(“300x250_m2”); });

Η Ελλάδα, από την πλευρά της, δεν έχει κατανοήσει ακόμα τις τεκτονικές γεωπολιτικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα σε ολόκληρο τον κόσμο. Εκεί όμως που υπάρχει κρίση, κρύβεται και μια ευκαιρία, όπως μας λένε οι Κινέζοι. Αναζητώντας μία αναβαθμισμένη θέση στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας, η χώρα μας μπορεί να διαμορφώσει προς όφελός της τη νέα εποχή του ρεαλισμού, που εγκαινίασε ο Ντόναλντ Τραμπ. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να προσαρμοστούμε αν θέλουμε να επιβιώσουμε.

Ο Αθανάσιος Γραμμένος είναι διεθνολόγος, ερευνητικός συνεργάτης στο ΑΠΘ

Πηγή: tanea.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ