Της Ελευθερίας Κούρταλη
Η ΕΚΤ θα πραγματοποιήσει την έκτη μείωση επιτοκίων στον τρέχοντα κύκλο χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής στη συνεδρίασή της στις 6 Μαρτίου, εν μέσω ζοφερών προοπτικών ανάπτυξης, όπως εκτιμά η Allianz Research, ωστόσο οι εξελίξεις στο μέτωπο των αμυντικών δαπανών της Ευρώπης είναι αυτές που θα καθορίσουν το πού θα διαμορφωθεί το τελικό επιτόκιο.
Πιο αναλυτικά, όπως επισημαίνει ο οίκος, στις 6 Μαρτίου, η ΕΚΤ αναμένεται να μειώσει ξανά το επιτόκιο καταθέσεων κατά 25 μονάδες βάσης στο 2,5%. Η οικονομική ανάπτυξη εξέπληξε καθοδικά, με χαμηλό +0,1% σε τριμηνιαία βάση το τελευταίο τρίμηνο του 2024 και τα στοιχεία από τους δείκτες PMI δείχνουν ακόμη υποτονική ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα. Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, από τους επικείμενους δασμούς των ΗΠΑ έως τις πιθανές αλλαγές στο μέτωπο του πολέμου στην Ουκρανία, συνεχίζουν να θολώνουν τις προοπτικές, περιπλέκοντας περαιτέρω την πορεία πολιτικής της ΕΚΤ.
Ο ονομαστικός πληθωρισμός αυξήθηκε στο 2,5% ετησίως τον Ιανουάριο λόγω του υψηλότερου ενεργειακού κόστους που ενισχύθηκε από το ασθενέστερο ευρώ, αλλά η υποκείμενη εικόνα του πληθωρισμού εξακολουθεί να φαίνεται πιο σταθερή ενισχύοντας την άποψη της Allianz ότι ο πληθωρισμός θα επιβραδυνθεί προς τον στόχο του 2% τους επόμενους μήνες.
Ο οίκος τονίζει πως τον Σεπτέμβριο του περασμένου έτους ο πληθωρισμός ήταν στο 1,7%. Εντωμεταξύ, ο δομικός πληθωρισμός παρέμεινε σταθερός καθ’ όλη τη διάρκεια της ίδιας περιόδου (Σεπτέμβριος 2024-Ιανουάριος 2025) στο 2,7% ετησίως. Η άνοδος του ονομαστικού πληθωρισμού οφείλεται εν μέρει στα δυσμενή αποτελέσματα βάσης, αλλά και στην άνοδο των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου καθώς και στο ασθενέστερο ευρώ, το οποίο έχει υποχωρήσει περίπου 8% από τον Σεπτέμβριο. Αυτή η επίδραση από μόνη της αυξάνει τον πληθωρισμό κατά περίπου 0,2-0,4%.
Ωστόσο, κοιτάζοντας διαδοχικά τις τιμές καταναλωτή, η εικόνα φαίνεται πιο ευνοϊκή. Η τριμηνιαία μεταβολή στις τιμές ανέρχεται σε ετήσια βάση στο 1,9%, κάτω από τον στόχο της ΕΚΤ. Κορυφαίοι δείκτες όπως οι τιμές εισροών PMI αυξήθηκαν πρόσφατα, αλλά εξακολουθούν να κυμαίνονται γύρω από τους μακροπρόθεσμους μέσους όρους που συνάδουν με τον στόχο πληθωρισμού 2%. Επιπλέον, η αύξηση των μισθών μειώθηκε σημαντικά το τελευταίο διάστημα, με τα πιο πρόσφατα στοιχεία να δείχνουν άνοδο 2,6% τον Ιανουάριο, το χαμηλότερο ποσοστό από το 2021. Ως αποτέλεσμα, η Allianz αναμένει ότι ο ονομαστικός πληθωρισμός θα πλησιάσει ξανά προς τον στόχο τους επόμενους μήνες τη στιγμή που ήδη τον Φεβρουάριο φαίνεται να έχει υποχωρήσει στο 2,2%.
Οι προοπτικές της νομισματικής πολιτικής εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη γεωπολιτική, όπως επισημαίνει ο οίκος. Το βασικό του σενάριο για το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία, με υψηλότερες αμυντικές δαπάνες και χαμηλότερες τιμές ενέργειας, θα μεταφραστεί σε υψηλότερη ανάπτυξη και χαμηλότερο πληθωρισμό βραχυπρόθεσμα. Αυτό το σενάριο δεν θα άλλαζε την προηγούμενη πρόβλεψη τη Allianz για τελικό επιτόκιο στο 2% που θα επιτευχθεί τον Ιούνιο και συνεχιζόμενης ποσοτικής σύσφιγξης. Η κλίμακα της υψηλότερης ανάπτυξης και του χαμηλότερου πληθωρισμού θα εξαρτηθεί τελικά από τον βαθμό στον οποίο θα αρθούν οι κυρώσεις στη Ρωσία και, συνεπώς, από το πόσο θα μειωθούν οι τιμές του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη, όπως σημειώνει.
Στα αρνητικά σενάρια ενός παρατεταμένου πολέμου στην Ουκρανία, αμετάβλητων τιμών ενέργειας και σημαντικά υψηλότερων αμυντικών δαπανών, η Allianz βλέπει να ακολουθείται μια πιο υποστηρικτική στάση της νομισματικής πολιτικής, με το τελικό επιτόκιο να διαμορφώνεται στο 1,5%, για δύο λόγους, τους εξής:
Πρώτον, μια ασθενέστερη προοπτική ανάπτυξης παρά τη δημοσιονομική ώθηση από τις αμυντικές δαπάνες, καθώς το σοκ εμπιστοσύνης μεταξύ των καταναλωτών θα αντιστάθμιζε τη δημοσιονομική ώθηση. Ένα διατλαντικό χάσμα, η απειλή μιας επίθεσης από τη Ρωσία στην Ευρώπη και στη χειρότερη περίπτωση μια σύγκρουση με τις ΗΠΑ για τη Γροιλανδία, θα οδηγούσαν σε υψηλότερες προληπτικές αποταμιεύσεις και συνεπώς χαμηλότερη κατανάλωση και ιδιωτικές επενδύσεις.
Δεύτερον, τα υψηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα θα απειλούσαν τη βιωσιμότητα του χρέους και θα πυροδοτούσαν διεύρυνση των spreads των κρατικών ομολόγων. Αυτό μπορεί να απαιτήσει από την ΕΚΤ να παρέμβει επίσης ποσοτικά χρησιμοποιώντας το εργαλείο TPI, επανεκκινώντας έτσι ουσιαστικά την ποσοτική χαλάρωση (QE). Ωστόσο, η απροθυμία για χρήση της ποσοτικής χαλάρωσης είναι υψηλή, δεδομένων των μεγάλων ζημιών που έχουν καταγράψει οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης, που στην πραγματικότητα είναι και το αποτέλεσμα αυτού του νομισματικού πειράματος, όπως επισημαίνει η Allianz.
Πηγή: capital.gr