Ετοιμος για πόλεμο αλλά και για παζάρι

Ετοιμος για πόλεμο αλλά και για παζάρι

Ετοιμη για όλα δηλώνει η Κίνα απέναντι στον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος μοιάζει να έχει θέσει συνειδητά τις Ηνωμένες Πολιτείες σε τροχιά σύγκρουσης μαζί της. «Εάν αυτό που επιθυμούν οι ΗΠΑ είναι ο πόλεμος, είτε πρόκειται για πόλεμο δασμών είτε για εμπορικό πόλεμο είτε για οποιοδήποτε άλλο είδος πολέμου, είμαστε έτοιμοι να πολεμήσουμε ως το τέλος» δήλωσε χαρακτηριστικά, πριν από μία εβδομάδα, ο κινέζος υπουργός Εξωτερικών Ουάνγκ Γι.

Είχε προηγηθεί, προτού καν ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ συμπληρώσει 50 μέρες στον Λευκό Οίκο, η επιβολή επιπλέον δασμών ύψους 20%, σε δύο ισόποσες δόσεις (10% + 10%) σε εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα αξίας πολλών δεκάδων δισ. δολαρίων, καθώς και η πρώτη απάντηση του Πεκίνου, που επίσης ανακοίνωσε δασμούς 15% σε αρκετά αμερικανικά προϊόντα που εισάγονται στη χώρα. Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι σε αντίθεση με την ευελιξία την οποία έχει επιδείξει ο Τραμπ έναντι του Καναδά και του Μεξικού, αναστέλλοντας δύο φορές την επιβολή δασμών εις βάρος τους και δίνοντας χώρο στη διαπραγμάτευση, στην περίπτωση της Κίνας εξακολουθεί να εμφανίζεται σκληρός και ανυποχώρητος.

Για την ώρα, βεβαίως, είναι αλήθεια πως και οι δύο πλευρές εφαρμόζουν την τακτική του «μαστιγίου και καρότου», φροντίζοντας να διατηρούν ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας και περιθώρια ελιγμών, προς όλες τις κατευθύνσεις. Περισσότερο, όμως, μοιάζουν να μετρούν η μία τη δύναμη της άλλης και να προσπαθούν να εντοπίσουν την αχίλλειο πτέρνα της, παρά να δηλώνουν έτοιμες για ένα εφ’ όλης της ύλης παζάρι που θα διασφαλίσει μια όσο το δυνατόν πιο ειρηνική και αναίμακτη μοιρασιά. Δύσκολα, εξάλλου, μπορεί κανείς να φανταστεί ότι η γενίκευση του πολέμου σε εμπορικό, οικονομικό και, πιθανώς, νομισματικό επίπεδο (είναι γνωστή η φιλοδοξία του Πεκίνου να αναγάγει το ρένμινμπι σε αντίπαλο δέος του δολαρίου) μπορεί να συνυπάρξει με ειρηνικές σχέσεις σε όλα τα υπόλοιπα.

Δεν θέλει να είναι κομπάρσος

Το σίγουρο, σύμφωνα τουλάχιστον με την ανάλυση του Associated Press, είναι ότι η ηγεσία της Κίνας – που έχει να αντιμετωπίσει και σοβαρά δομικά προβλήματα στην οικονομία της – έχει πάρει το μάθημά της από την πρώτη προεδρία Τραμπ. Ετσι, αυτή τη φορά είναι καλύτερα προετοιμασμένη για να αντιμετωπίσει το κόστος μιας σύγκρουσης με όπλο τους δασμούς, έχοντας επεξεργαστεί ένα πακέτο αντιμέτρων που μπορούν να εφαρμοστούν χωρίς καθυστέρηση.

«Αυτό δεν σημαίνει πως το Πεκίνο είναι απρόθυμο να διαπραγματευτεί, όμως δεν μπορεί να φανεί ότι εκλιπαρεί για συνομιλίες ή για έλεος», όπως σημειώνει η Σουν Γιουν, στέλεχος του Stimson Center της Ουάσιγκτον. «Ο Σι δεν πρόκειται να δεχθεί να συνομιλήσει με τον Τραμπ εάν υπάρχει έστω και μικρή περίπτωση να δεχθεί επίθεση ή να ταπεινωθεί. Για πολιτικούς αλλά και στρατηγικούς λόγους, ο Σι δεν θα παίξει τον ρόλο ενός συμπληρωματικού» τονίζει από την πλευρά του ο Ντάνιελ Ράσελ, αντιπρόεδρος του Asia Society Policy Institute. «Η Κίνα θα χρησιμοποιήσει την τακτική του οφθαλμόν αντί οφθαλμού, κάτι που σημαίνει πως εάν οι ΗΠΑ επιλέξουν τη σύγκρουση, θα ακολουθήσει αμέσως και θα ανταποδώσει. Στην περίπτωση, όμως, που επιστρέψουν στη συνεργασία, θα κάνει το ίδιο» εκτιμά και ο Ουάνγκ Ντονγκ, καθηγητής Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου, μιλώντας στο NBC.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m2’); });

Σε αυτό το φόντο, θα άξιζε να αναρωτηθούμε ποια είναι η θέση της Ευρώπης, που είναι το τρίτο – θεωρητικά τουλάχιστον – οικονομικό μπλοκ παγκοσμίως. Κι εδώ η εικόνα δεν είναι ευχάριστη για τους ηγέτες της. Η πίεση την οποία ασκούν οι Αμερικανοί προκειμένου να στρατευτεί άνευ όρων στο πλευρό τους προκειμένου να αντιμετωπιστεί η «απειλή της Κίνας» δεν βρίσκει σύμφωνους πολλούς από τους «27», που θεωρούν ότι το κόστος το οποίο θα καταβάλουν είναι δυσανάλογο σε σύγκριση με το όποιο όφελος, ενώ ενδέχεται να γονατίσει τις οικονομίες της Ευρώπης. Ειδικά δε μετά το άδειασμα που έχουν φάει από τον Τραμπ στην περίπτωση της Ρωσίας και του Ουκρανικού, τους κάνει δύο φορές πιο επιφυλακτικούς.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_middle_2’); });

Η τέταρτη φάση στις σχέσεις ΗΠΑ – Κίνας

Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, Ηνωμένες Πολιτείες και Κίνα βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του ’50 συγκρούστηκαν και στον Πόλεμο της Κορέας, ο οποίος πρακτικά έληξε με «ισοπαλία» και άφησε ανοιχτούς λογαριασμούς. Αυτή ήταν και η πρώτη φάση των σχέσεων ανάμεσα στη νέα παγκόσμια υπερδύναμη και ηγέτιδα της Δύσης και τη νεαρή αλλά αδύναμη ακόμη Λαϊκή Δημοκρατία, που είχε δημιουργήσει ο Μάο.

Η δεύτερη φάση, όπως σημειώνει και ο ανταποκριτής της «Le Monde» στο Πεκίνο, Χάρολντ Τιμπό, εκτυλίχθηκε κατά τη δεκαετία του ’70, με πρωτοβουλία των ΗΠΑ που επεδίωξαν την αποδυνάμωση της ΕΣΣΔ και των συμμαχιών της. Ξεκίνησε με το μυστικό ταξίδι στο Πεκίνο του τότε συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ, το 1971, τον οποίο ακολούθησε ο πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον το επόμενο έτος – με τελική κατάληξη την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες, το 1979.

Η τρίτη φάση, που πρακτικά αποτέλεσε συνέχεια της δεύτερης, ήρθε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και σφραγίστηκε από το πράσινο φως της Ουάσιγκτον για ένταξη της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, το 2001. Ηταν μια κίνηση η οποία πρακτικά ανταποκρινόταν στις θεωρίες περί του «τέλους της ιστορίας» και της παγκόσμιας κυριαρχίας του μοντέλου του αμερικανικού καπιταλισμού – η οποία, όμως, χαρακτηρίστηκε στρατηγικό λάθος από αρκετούς, ανάμεσά τους και τον γνωστό θεωρητικό επί των διεθνών σχέσεων, Τζον Μιρσχάιμερ.

Σήμερα, όλα δείχνουν ότι έχουμε εισέλθει στην τέταρτη και πιο κρίσιμη φάση, με την απειλή μιας κατά μέτωπο σύγκρουσης ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα να είναι ορατή. Ο πόλεμος των δασμών που μαίνεται την τελευταία οκταετία (ξεκίνησε την πρώτη προεδρία Τραμπ και συνεχίστηκε επί Μπάιντεν), καθώς και οι απειλές πολεμικού περιεχομένου, κυρίως με επίκεντρο την Ταϊβάν, πυκνώνουν τα σύννεφα και προκαλούν τεράστια ανασφάλεια σε όλο τον πλανήτη.

Πηγή: tanea.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ