Του Στάθη Βασιλόπουλου
Ικανοποίηση για το Gigabit Voucher αλλά και προβληματισμός για το Smart Readiness επικρατούν στις τάξεις του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης σχετικά με τα κουπόνια των δύο προγραμμάτων που διατίθενται για την προώθηση ευρυζωνικών συνδέσεων υπερ-υψηλών ταχυτήτων σε νοικοκυριά και
μικρομεσαίες επιχειρήσεις καθώς και για την αναβάθμιση των υποδομών συνδεσιμότητας των πολυκατοικιών.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, μέχρι το τέλος της προηγούμενης εβδομάδας είχαν υποβληθεί 97.000 αιτήσεις για το πρόγραμμα Gigabit Voucher, κάτι που μεταφράζεται σε περίπου 25.000 αιτήσεις το μήνα (από τις 19 Νοεμβρίου 2024 που άνοιξε η πλατφόρμα) ενώ αντίθετα η ζήτηση για το Smart Readiness παραμένει “αναιμική”, με μόλις 4.500 αιτήσεις.
Σε μια προσπάθεια να τονώσει το ενδιαφέρον για το Smart Readiness, το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, σε συνεννόηση με τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους, απλοποίησε τις διαδικασίες για την απόκτησή του, με την λειτουργία νέας πλατφόρμας. Όμως τα εμπόδια παραμένουν, καθώς για την εφαρμογή του προγράμματος απαιτείται συνεννόηση μεταξύ των ιδιοκτητών και των διαχειριστών των πολυκατοικιών, γεγονός που δυσχεραίνει τη διαδικασία. Αντιθέτως πολύ πιο εύκολη και απλή είναι η χρησιμοποίηση του Gigabyte Voucher, καθώς αφορά σε μεμονωμένους χρήστες.
Σημειώνεται πως η συνολική αξία του Gigabit Voucher ανέρχεται στο ποσό των 200 ευρώ ανά ωφελούμενο καλύπτοντας το κόστος της αρχικής σύνδεσης, καθώς και μέρος του μηνιαίου παγίου της παρεχόμενης υπηρεσίας. Δικαιούχοι είναι ιδιώτες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που έχουν έδρα σε κτήρια των περιοχών παρέμβασης και δεν διαθέτουν σύνδεση μεγαλύτερη των 100 Mbps. Το voucher για το Smart Readiness αφορά στον εκσυγχρονισμό της καλωδίωσης των κτιρίων, παρέχοντας επιδότηση για εγκατάσταση υποδομής καλωδίωσης οπτικών ινών με ταχύτητες έως 1 Gbps σε 120.000 ακίνητα της χώρας με στόχο να γίνουν “έξυπνα”.
Οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι έχουν “ποντάρει” στα κουπόνια του Gigabit Voucher προσδοκώντας ότι οι επιδοτήσεις αυτές θα δώσουν ώθηση στη μετάβαση των συνδρομητών από παραδοσιακές συνδέσεις σε ευρυζωνικά δίκτυα υψηλών ταχυτήτων και έτσι θα ενισχύσουν τα έσοδά τους. Για αυτό και από τα τέλη του περασμένου Νοεμβρίου έχουν μπει στο “χορό” των προσφορών με πακέτα σταθερής και ίντερνετ σε μειωμένες τιμές για όσους αξιοποιήσουν τα κουπόνια. Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε η διοίκηση του ΟΤΕ κατά την πρόσφατη ενημέρωση των αναλυτών, περίπου 25.000 συνδρομητές έχουν κάνει χρήση του προγράμματος Gigabit Voucher και πως κάθε εβδομάδα καταγράφονται κατά μέσο όρο 2.000 αιτήματα για κουπόνια από υφιστάμενους πελάτες του ΟΤΕ.
Τα δύο προγράμματα είναι αλληλένδετα μεταξύ τους, βάσει της Κοινής Υπουργικής Απόφασης που έχει εκδοθεί. Αυτό σημαίνει πως αν το Smart Readiness δεν πιάσει τον –μακρινό με τα σημερινά δεδομένα-στόχο των 60.000 αιτήσεων, θα υπάρξουν εμπόδια στην υλοποίηση της δεύτερης φάσης του Gigabit
Voucher.
Η πρώτη φάση θα ολοκληρωθεί με την διάθεση 200.000 κουπονιών συνδεσιμότητας Gigabit, κατά την οποία πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί 60.000 συνδέσεις κτηρίων του προγράμματος Smart Readiness. H δεύτερη φάση εκκινεί υπό την προϋπόθεση να έχει εκπληρωθεί η συνθήκη της ένταξης 60.000 κτιρίων
στο πρόγραμμα Smart Readiness και ολοκληρώνεται με την διάθεση 100.000 κουπονιών του προγράμματος Gigabit. Κατά την Β’ φάση πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί 30.000 συνδέσεις κτιρίων του Προγράμματος Smart Readiness. Στην τρίτη και τέταρτη φάση προβλέπονται από 50.000 Gigabit κουπόνια και 15.000 Smart Readiness, πάντα υπό τον όρο ότι έχουν διατεθεί τα προβλεπόμενα
κουπόνια για την καλωδίωση των κτιρίων.
Ο προϋπολογισμός του Gigabit Voucher ανέρχεται στα 80 εκατ. ευρώ. Για το Smart Readiness έχει εξασφαλιστεί κονδύλι ύψους 100 εκατ. ευρώ. Αμφότερα τα προγράμματα χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Ουραγός της Ευρώπης η Ελλάδα στις γρήγορες ταχύτητες
Τα δύο αυτά προγράμματα φιλοδοξούν να ενισχύσουν τη ζήτηση για ευρυζωνικά δίκτυα υπερ-υψηλών ταχυτήτων, καθώς η χώρα μας εξακολουθεί να παρουσιάζει σημαντική υστέρηση σε σχέση με άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πιο συγκεκριμένα, με βάση τον δείκτη DESI (Digital Economy and Society Index) για το 2023, η κάλυψη σταθερών δικτύων υπερ-υψηλών ταχυτήτων (VHCN) ανέρχεται σε 28% έναντι 73% του Ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ η διείσδυση ευρυζωνικών υπηρεσιών ταχύτητας 100 Mbps ή μεγαλύτερης ανέρχεται σε 20% έναντι 55% του ευρωπαϊκού μέσου όρου κατατάσσοντας την Ελλάδα στην τελευταία θέση μεταξύ των κρατών – μελών στους συγκεκριμένους υποδείκτες.
Επιπλέον, η διείσδυση υπηρεσιών μέσω υποδομών VHCN εκτιμάται σε πολύ μικρότερα ποσοστά, της τάξης του 7%, καταδεικνύοντας τη σημαντική υστέρηση της χώρας στη διείσδυση των υπηρεσιών αυτών.
Πηγή: capital.gr