Πόσο κοστίζει η καθυστέρηση στα…

Πόσο κοστίζει η καθυστέρηση στα...

ΞΕΝΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Σε κρίσιμο σταυροδρόμι έχει βρεθεί η Ελλάδα, όσον αφορά τη στρατηγική αξιοποίηση των λιμανιών της. Η κυβέρνηση φαίνεται να στρέφεται όλο και περισσότερο για τη διαχείριση δημόσιας περιουσίας και την ανάθεση σημαντικών έργων αναβάθμισης και αποκατάστασης στο Υπερταμείο, ακυρώνοντας πρόσφατα και τον διαγωνισμό για την αξιοποίηση του λιμανιού του Βόλου, όπως είχε κάνει και το 2022 για το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Δεδομένης της τεράστιας γεωπολιτικής αξίας των ελληνικών λιμανιών και των ευκαιριών που προσφέρουν για την ελληνική οικονομία – σε εθνικό και τοπικό επίπεδο – η τακτική αυτή μοιάζει ιδιαίτερα επισφαλής: Σε αντίθεση με τον ιδιωτικό τομέα, που δρα ταχύτερα για να εξασφαλίσει άμεση κερδοφορία και ανάπτυξη, η συστηματική αργοπορία του κράτους στην υλοποίηση κρίσιμων έργων προκαλεί ανησυχία για το μέλλον των ελληνικών λιμανιών.

Τι σημαίνει η ακύρωση των διαγωνισμών

Το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης αποτελεί, τώρα περισσότερο από ποτέ, γεωπολιτικό και ενεργειακό κόμβο. Με αυτό το σκεπτικό, το ελληνικό δημόσιο αποφάσισε την ακύρωση του διαγωνισμού για την παραχώρησή του το 2022. Δύο χρόνια χρειάστηκαν για να δοθεί το πράσινο φως σχετικά με την έναρξη των αναγκαίων έργων, ενώ ο ορίζοντας ολοκλήρωσής τους είναι αβέβαιος. Σε κάθε περίπτωση, η απουσία ενός στρατηγικού, προσεκτικά συγκροτημένου σχεδίου για την αξιοποίηση ενός τόσο κρίσιμου λιμανιού είναι εμφανής, και συνεπάγεται το ρίσκο της απώλειας πολύτιμων οικονομικών ευκαιριών για τη χώρα.

Παρόμοια είναι η κατάσταση και στον Βόλο. Η διαγωνιστική διαδικασία για το λιμάνι του Βόλου ακυρώθηκε, ενώ αρχικά είχε αναδειχθεί πλειοδότης ο ΟΛΘ με 51 εκατ. ευρώ. Σημαντική καθυστέρηση στην αξιοποίηση του λιμανιού επέφερε και η καταστροφική κακοκαιρία Daniel, με μείωση του λειτουργικού πλάτους για την προσέγγιση των πλοίων, αδυναμία εξυπηρέτησης χρηστών του λιμανιού και σοβαρές επιπτώσεις για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αυτό. Δεδομένου του κόστους και του χρόνου που απαιτείται για τα έργα αποκατάστασης (σημειώνεται ότι ήδη η αξιοποίηση του λιμανιού έχει πάει 1,5 χρόνο πίσω), είναι σαφές πως μόνο μια ιδιωτική επένδυση θα εξασφάλιζε άμεση ανασυγκρότηση, ένεση ρευστότητας και ταχύτερη υλοποίηση των αναγκαίων έργων. 

Η στρατηγική θέση του Βόλου, σε άμεση σύνδεση με αναπτυγμένες και υπό κατασκευή οδικές και σιδηροδρομικές υποδομές, ενισχύει τον ρόλο του λιμανιού ως βασικό κόμβο για τις θαλάσσιες μεταφορές της Ελλάδας και της Βαλκανικής. 
Το λιμάνι έχει τεράστια στρατηγική σημασία για την περιοχή και την εθνική οικονομία, όμως η απουσία επενδύσεων δεν μπορεί παρά να επιβραδύνει την ανάπτυξή του. Παράλληλα, η ανάπτυξη του λιμανιού θα προσέθετε αξία στην οικονομία της Μαγνησίας. Με την ακύρωση του διαγωνισμού και ενώ ΟΛΘ, ως πλειοδότης, ήταν έτοιμος να υλοποιήσει ένα αναπτυξιακό πλάνο, όλες οι διαδικασίες αξιοποίησης και τα αναμενόμενα πολλαπλασιαστικά οφέλη πηγαίνουν πίσω από 2 έως 4 χρόνια, σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς.

Η ανάγκη στήριξης από τον ιδιωτικό τομέα

Αποτελεί έκπληξη πως μία κυβέρνηση που αναγνωρίζει την προσφορά και τη σημασία του ιδιωτικού τομέα για την ταχύτερη δυνατή ανάπτυξη, ειδικά στις κρίσιμες υποδομές της χώρας, επιλέγει να βάζει εμπόδια στις προσφερόμενες προοπτικές. Ιδιαίτερα όταν τα λιμάνια που έχουν περάσει σε ιδιωτικά χέρια γνωρίζουν πρωτοφανή ανάπτυξη. 

Ο Πειραιάς, υπό τον έλεγχο της Cosco, έχει αναδειχθεί σε ένα από τα πιο σημαντικά εμπορευματικά λιμάνια της Ευρώπης, αυξάνοντας τα έσοδά του και δημιουργώντας χιλιάδες θέσεις εργασίας. Ο ίδιος ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, παραδέχτηκε πως “το λιμάνι λειτουργεί σίγουρα πολύ καλύτερα σήμερα απ’ ό,τι στο παρελθόν”.

Στη Θεσσαλονίκη, ο ΟΛΘ σημείωσε ισχυρές επιδόσεις σε όλους τους κύριους τομείς δραστηριότητας  το 1ο εξάμηνο του 2024, με τα Λειτουργικά Κέρδη (EBITDA) να αυξάνονται κατά 37,6%. Από το 2018, ο ΟΛΘ έχει ήδη υλοποιήσει επενδύσεις άνω των 71,3 εκατομμυρίων ευρώ, υποχρεωτικές και μη. Η υλοποίηση των υποχρεωτικών επενδύσεων στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης προχωρά, καθώς πρόσφατα εγκρίθηκε το αναπτυξιακό πρόγραμμα (Master Plan) του λιμανιού, με το συνολικό ύψος των επενδύσεων να ανέρχεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Μετά την έκδοση του σχετικού Προεδρικού Διατάγματος, μάλιστα, επιταχύνονται οι διαδικασίες για την κατασκευή του Προβλήτα 6, του πλέον εμβληματικού έργου ανάπτυξης για το λιμάνι. Οι επενδύσεις αυτές αναμένεται να έχουν πολλαπλασιαστικό αντίκτυπο στην οικονομία και την κοινωνία. 

Παρόμοια θετική πορεία ακολούθησαν και τα λιμάνια της Ηγουμενίτσας και του Ηρακλείου αφού ο ιταλικός όμιλος Grimaldi επένδυσε σημαντικά ποσά, ενισχύοντας την τοπική οικονομία και την απασχόληση. Το 2023, ο κύκλος εργασιών του ΟΛΗΓ παρουσίασε αύξηση 16,7%, εμφανίζοντας εντυπωσιακή βελτίωση συγκριτικά με τα χρόνια πριν την ιδιωτικοποίησή του. Αντίστοιχα, οι επενδύσεις στο λιμάνι του Ηρακλείου έφεραν, εκτός από αύξηση κερδών, αυξήσεις επιβατών, ενίσχυση στη διακίνηση αυτοκινήτων και την κρουαζιέρα.  

Η μέγιστη αξιοποίηση των λιμανιών μέσω της ιδιωτικής πρωτοβουλίας δεν αποτελεί ελληνικό φαινόμενο, αλλά μια παγκόσμια στρατηγική που αποδίδει. Χαρακτηριστικό είναι το πρόσφατο παράδειγμα της Διώρυγας του Παναμά, όπου τα λιμάνια Μπαλμπόα και Κριστόμπαλ πέρασαν από τον έλεγχο κινεζικών εταιρειών σε  έλεγχο εταιρειών αμερικανικών συμφερόντων. Η συμφωνία, ύψους 22,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αποδεικνύει τη δυναμική των ιδιωτικών επενδύσεων στον λιμενικό τομέα. Τη στιγμή που μεγάλες δυνάμεις αξιοποιούν στο έπακρο τα λιμάνια τους μέσω ιδιωτικοποιήσεων, η Ελλάδα επιλέγει να παγώσει διαγωνισμούς, χάνοντας πολύτιμα κεφάλαια και αναπτυξιακές προοπτικές.

Η ιστορία έχει δείξει ότι η ιδιωτική διαχείριση των λιμένων οδηγεί τόσο σε άμεση, όσο και σε μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, κάτι που η κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει υπόψιν πριν αποφασίσει να απορρίψει προοπτικές υψηλών επενδύσεων, με κίνδυνο την παράταση της υπολειτουργίας βασικών στρατηγικών υποδομών της χώρας. 

Πηγή: capital.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ