Οι καρδιαγγειακές παθήσεις ευθύνονται για περίπου 30% των θανάτων στις γυναίκες κάθε χρόνο και μάλιστα ανεξαρτήτως ηλικίας, παρ’ όλα αυτά παραμένουν συχνά υποδιαγνωσμένες και υποθεραπευμένες. Αυτό είναι κατά κύριο λόγο το αποτέλεσμα διαφόρων παρανοήσεων, συμπεριλαμβανομένης της ευρέως διαδεδομένης άποψης ότι τα καρδιαγγειακά νοσήματα επηρεάζουν περισσότερο τους άνδρες παρά τις γυναίκες.
Την παραπάνω επισήμανση κάνει ο καθηγητής Καρδιολογίας του ΕΚΠΑ και πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, Κωνσταντίνος Τούτουζας, συμπληρώνοντας με νόημα ότι ορισμένα συμπτώματα καρδιακής νόσου στις γυναίκες μπορεί να διαφέρουν από εκείνα των ανδρών, γεγονός που οδηγεί στη συχνότερη λανθασμένη διάγνωση των γυναικών. Επιπρόσθετα και κάθε άλλο παρά σπάνια τα συμπτώματά τους δύναται να απορρίπτονται ως σχετιζόμενα με το άγχος.
Ο ίδιος στο κείμενο που ακολουθεί αναλύει τις ιδιαιτερότητες της γυναικείας καρδιάς, αλλά και την ευαλωτότητα της υγείας του καρδιαγγειακού συστήματος ανάλογα με το στάδιο ζωής που διανύουν οι γυναίκες.
Κύριοι παράγοντες κινδύνου
Αρκετοί κύριοι παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο επηρεάζουν τόσο τις γυναίκες όσο και τους άνδρες. Αλλά κάποιοι παράγοντες κινδύνου μπορεί να διαδραματίσουν μεγαλύτερο ρόλο στην ανάπτυξη καρδιαγγειακής νόσου στις γυναίκες. Πιο συγκεκριμένα:
Διαβήτης: Οι γυναίκες με διαβήτη έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρδιακές παθήσεις από τους άνδρες με διαβήτη.
Κάπνισμα: Εκείνες που καπνίζουν έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρδιαγγειακή νόσο από τους άνδρες που καπνίζουν.
Εμμηνόπαυση: Τα χαμηλά επίπεδα οιστρογόνων μετά την εμμηνόπαυση αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων.
Επιπλοκές εγκυμοσύνης: Η υψηλή αρτηριακή πίεση ή ο διαβήτης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να αυξήσει τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο της μητέρας για υψηλή αρτηριακή πίεση, διαβήτη και καρδιαγγειακή νόσο.
Εμφραγμα. Το πιο κοινό σύμπτωμα καρδιακής προσβολής, τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες, είναι κάποιος τύπος πόνου στο στήθος, πίεσης ή δυσφορίας. Αλλά ο πόνος στο στήθος δεν είναι πάντα το πιο εμφανές σύμπτωμα, ειδικά στις γυναίκες, που είναι πιο πιθανό να τον βιώσουν ως πίεση ή σφίξιμο στο στήθος. Μπορεί ακόμη και να μην έχουν καθόλου πόνο στο στήθος.
Για τις γυναίκες, ο πόνος μπορεί να είναι πιο διάχυτος, να εξαπλώνεται στους ώμους, τον λαιμό, το σαγόνι, τα χέρια, την κοιλιά και την πλάτη. Οι γυναίκες μπορεί να εμφανίσουν πόνο περισσότερο σαν καούρα ή δυσπεψία, καθώς και ανεξήγητο άγχος, ναυτία, ζάλη, δύσπνοια, αίσθημα παλμών και κρύο ιδρώτα.
Σε σύγκριση με τους άνδρες, οι γυναίκες τείνουν να έχουν συμπτώματα πιο συχνά όταν ξεκουράζονται, κάνουν τακτικές καθημερινές δραστηριότητες ή ακόμα και όταν κοιμούνται.
Μελέτες έχουν δείξει ότι οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να υποστούν δυσμενή έκβαση έπειτα από καρδιακή προσβολή από τους άνδρες. Επειδή τα συμπτώματα της καρδιακής προσβολής των γυναικών μπορεί να διαφέρουν από τα συμπτώματα των ανδρών, οι γυναίκες μπορεί να διαγνωστούν με καρδιακή νόσο λιγότερο συχνά από τους άνδρες. Η γνώση των συμπτωμάτων είναι το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση της καρδιαγγειακής νόσου.
Εγκυμοσύνη. Πριν από την εγκυμοσύνη είναι απαραίτητο οι γυναίκες με ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου, είτε συγγενούς είτε επίκτητης, να ενημερώνονται και να συμβουλεύονται τον καρδιολόγο τους. Ο ειδικός θα αξιολογήσει την κατάσταση και είτε θα προτείνει περαιτέρω εξετάσεις είτε θα εγκρίνει την προγραμματισμένη εγκυμοσύνη. Το ίδιο ισχύει και για γυναίκες με προδιαθεσικούς παράγοντες για καρδιαγγειακές παθήσεις, όπως υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη, αυξημένη χοληστερόλη, κάπνισμα ή οικογενειακό ιστορικό καρδιολογικών νοσημάτων.
Οσον αφορά τις γυναίκες που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση, η διαδικασία μπορεί να προκαλέσει μικρές μεταβολές στην καρδιακή συχνότητα, την αρτηριακή πίεση και τη λειτουργία της καρδιάς, οι οποίες εξαρτώνται από το πρωτόκολλο διέγερσης των ωοθηκών. Συνήθως, αυτές οι αλλαγές είναι ήπιες και περνούν απαρατήρητες.
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ακόμη και γυναίκες χωρίς προϋπάρχον καρδιολογικό ιστορικό ενδέχεται να εμφανίσουν επιπλοκές όπως υπέρταση κύησης, διαβήτη κύησης, προεκλαμψία ή εκλαμψία, χαμηλό βάρος γέννησης του νεογνού, καθυστέρηση της ενδομήτριας ανάπτυξής του και, σε σπάνιες περιπτώσεις, θνησιγένεια. Αυτές οι επιπλοκές υποδηλώνουν ανεπαρκή λειτουργία των αγγείων του πλακούντα και αποτελούν προειδοποιητικό σημάδι για τη μελλοντική καρδιαγγειακή υγεία της γυναίκας.
Για τον λόγο αυτό, στα σύγχρονα καρδιολογικά ιατρεία λαμβάνεται υπόψη και το μαιευτικό ιστορικό των γυναικών. Σε περιπτώσεις επιπλοκών της κύησης, είναι σημαντικό να τροποποιηθούν οι παράγοντες κινδύνου αμέσως μετά τον τοκετό, μέσω της ρύθμισης της αρτηριακής πίεσης, του σακχάρου και της χοληστερόλης, της διακοπής του καπνίσματος, της σωματικής άσκησης, της υγιεινής διατροφής και της απώλειας βάρους, εάν αυτό είναι απαραίτητο.
Πρόωρη εμμηνόπαυση
Οι γυναίκες που βιώνουν πρώιμη εμμηνόπαυση, δηλαδή πριν από την ηλικία των 40 ετών, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα και εγκεφαλικό επεισόδιο, εξαιτίας της απώλειας της προστατευτικής δράσης των οιστρογόνων. Η κατάσταση αυτή αφορά περίπου το 1% των γυναικών. Η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης δεν αυξάνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, εφόσον ξεκινήσει πριν από την ηλικία των 60 ετών και εντός 10 ετών από την εμμηνόπαυση. Συγκεκριμένα, η θεραπεία που περιέχει μόνο οιστρογόνα δεν επηρεάζει ή μπορεί και να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακών επεισοδίων. Αντίθετα, η προσθήκη προγεσταγόνου ενδέχεται να οδηγήσει σε μια μικρή αύξηση του κινδύνου. Οσον αφορά το εγκεφαλικό επεισόδιο, η λήψη ορμονοθεραπείας από το στόμα μπορεί να αυξήσει ελαφρώς την πιθανότητα εμφάνισής του, ενώ η διαδερμική χορήγηση δεν φαίνεται να έχει τέτοια επίδραση και θεωρείται ασφαλής, ακόμα και για γυναίκες με αυξημένο σωματικό βάρος.
Κολπική μαρμαρυγή
Τα τελευταία χρόνια δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στις διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών όσον αφορά τη συχνότητα εμφάνισης, τη θεραπευτική αντιμετώπιση και την πρόγνωση της νόσου. Σε άτομα άνω των 75 ετών, η κολπική μαρμαρυγή εμφανίζεται συχνότερα στις γυναίκες, οι οποίες συχνά πάσχουν από βαλβιδοπάθειες, στεφανιαία νόσο και άλλες συνοσηρότητες.
Επιπλέον, οι γυναίκες με κολπική μαρμαρυγή διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου και θανάτου συγκριτικά με τους άνδρες, γεγονός που αντικατοπτρίζεται και στη βαθμολόγηση του κινδύνου εμβολικών επεισοδίων (CHA₂DS₂-VASc), όπου το γυναικείο φύλο συγκαταλέγεται στους επιβαρυντικούς παράγοντες. Παρουσιάζουν επίσης εντονότερα συμπτώματα, πιο εκτεταμένα εγκεφαλικά επεισόδια, χειρότερη ποιότητα ζωής και δυσμενέστερη πρόγνωση. Οι θεραπευτικές προσεγγίσεις διαφέρουν επίσης μεταξύ των φύλων. Οι γυναίκες υποβάλλονται λιγότερο συχνά σε καρδιομετατροπή ή κατάλυση (ablation), ενώ προτιμώνται συχνότερα η φαρμακευτική ρύθμιση του καρδιακού ρυθμού και η χορήγηση αντιαρρυθμικών φαρμάκων. Παράλληλα, οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται στις μεγάλες πολυκεντρικές μελέτες, καθιστώντας δυσκολότερη την εξαγωγή αξιόπιστων συμπερασμάτων σχετικά με τη βέλτιστη αντιμετώπισή τους.
Είναι αναγκαία η περαιτέρω έρευνα βασισμένη σε τεκμηριωμένη ιατρική (evidence-based medicine) για την καλύτερη κατανόηση αυτών των διαφορών και τη βελτιστοποίηση των θεραπευτικών στρατηγικών, είτε μέσω φαρμακευτικής αγωγής (αντιπηκτικά, αντιαρρυθμικά φάρμακα) είτε μέσω επεμβατικών μεθόδων, όπως η κατάλυση της κολπικής μαρμαρυγής και η σύγκλειση του ωτίου του αριστερού κόλπου με ειδική συσκευή.
Η καρδιαγγειακή υγεία των γυναικών επομένως απαιτεί μεγαλύτερη προσοχή και προληπτικά μέτρα. Οι διαφορές μεταξύ των φύλων στην εμφάνιση, διάγνωση και διαχείριση των καρδιαγγειακών νοσημάτων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τους επαγγελματίες υγείας. Η έγκαιρη πρόληψη, η ενημέρωση και η προσαρμοσμένη ιατρική προσέγγιση μπορούν να μειώσουν σημαντικά την επιβάρυνση των καρδιαγγειακών νοσημάτων στις γυναίκες.
Πηγή: tanea.gr