Η πενταμερής διάσκεψη στη Γενεύη άνοιξε τον δρόμο για την επανάληψη των συνομιλιών για το Κυπριακό ύστερα από οκτώ χρόνια στασιμότητας, αδιεξόδων αλλά και νέων τετελεσμένων, τα οποία εν πολλοίς προσπεράστηκαν στη δημόσια συζήτηση για το Κυπριακό το τελευταίο διάστημα, εντούτοις είναι εξίσου και ενδεχομένως σοβαρότερα από όλες τις άλλες εξελίξεις.
Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι στο μέσον αυτού διαστήματος, το 2021, η τουρκική πλευρά προχώρησε στο άνοιγμα της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου, το σοβαρότερο τετελεσμένο μετά το 1974, με δεδομένο ότι η ανακήρυξη του ψευδοκράτους δεν πέτυχε τον στόχο της. Ακόμα τουλάχιστον. Συνεπώς, το ερώτημα είναι το εξής: Με ορόσημο τον ερχόμενο Ιούλιο, οπότε και θα γίνει η νέα συνάντηση των δύο ηγετών με τον γενικό γραμματέα (ίσως και των τριών εγγυητριών δυνάμεων σε νέα πενταμερή), τι θα πρέπει να περιμένουμε να συμβεί και τι μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις και μαζί την πορεία που χαράχθηκε στη Γενεύη;
Το πρώτο και πολύ σημαντικό είναι ο διορισμός ειδικού απεσταλμένου του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ για το Κυπριακό. Η εξέλιξη από μόνη της ήταν επιδίωξη και της ελληνοκυπριακής πλευράς καθώς η κίνηση έρχεται όταν υπάρχουν ενδείξεις για συνομιλίες επί της ουσίας.
Το δεύτερο είναι οι επαφές που θα έχουν μέχρι τότε οι δύο πλευρές υλοποιώντας ή και όχι τις δεσμεύσεις που έδωσαν στον γ.γ. του ΟΗΕ. Δυσκολότερη θα είναι η υπόσχεση για το άνοιγμα τεσσάρων νέων σημείων διέλευσης, κάτι που συζητήθηκε ήδη χωρίς επιτυχία.
Το τρίτο δεν είναι σίγουρο εάν θα το δούμε, αν και έτσι δείχνουν τα δεδομένα σήμερα. Οι κακές επιδόσεις της «κυβέρνησης» (του UBP του Τατάρ) στα Κατεχόμενα και η απαρέσκεια εναντίον της οδηγεί μάλλον σε πρόωρες «βουλευτικές» ως τον Ιούνιο. Η αντιπολίτευση προηγείται στις δημοσκοπήσεις, η δε απόφαση της «κυβέρνησης» να επιτρέψει τη μαντίλα στα σχολεία έχει εξοργίσει την απολύτως κεμαλική και κοσμική τουρκοκυπριακή κοινότητα στο σύνολό της.
Το τέταρτο που θα πρέπει να προσμετράται είναι οι «προεδρικές εκλογές» στο ψευδοκράτος. Αν και, εκτός απροόπτου, δεν θα γίνουν πριν από τον Οκτώβριο, δεδομένου ότι ο «πρόεδρος» είναι εκείνος που εκπροσωπεί την κοινότητα, είναι ακόμα πιο σημαντικές. Η τελευταία δημοσκόπηση (και όχι μόνο) δείχνει τον αρχηγό της αντιπολίτευσης Ερχιουρμάν στο 36%, τον δε Τατάρ στο 29%.
Η εμπειρία της Γενεύης και ειδικά το δείπνο της Δευτέρας υπενθύμισε σε όσους το είχαν ξεχάσει πως τα πάντα είναι σχετικά αν μιλάμε για τη βούληση του εκάστοτε τουρκοκύπριου ηγέτη, ειδικά εάν ανήκει στον εθνικιστικό χώρο της Δεξιάς στον οποίο ανήκει ο Τατάρ και συνεπώς είναι εκ θέσεως εχθρικός προς την όποια λύση στο Κυπριακό. Το γεγονός ότι ο Τατάρ μπήκε στο δείπνο μιλώντας για δύο κράτη και για «άσκοπη» συζήτηση για ομοσπονδία, ενώ βγαίνοντας επικαλέστηκε τον Αλλάχ για την ειρήνη και για κοινό μέλλον, λέει πολλά. Ωστόσο είναι πολύ σημαντική η γραμμή του εκάστοτε ηγέτη για την ίδια την κοινότητα. Αν και πρωτίστως την τελευταία εικοσαετία, μετά το Σχέδιο Ανάν, οι Τουρκοκύπριοι ψηφίζουν με κριτήριο το βιωτικό τους επίπεδο κυρίως, το Κυπριακό είναι πολύ πιο ψηλά στις προτεραιότητές τους από ό,τι είναι για τους Ελληνοκύπριους με βάση όλες τις δημοσκοπήσεις.
Τι διατάζει η Αγκυρα
Συνεπώς το πώς θα κινηθεί μέχρι τότε ο Τατάρ είναι, εάν όχι τόσο σημαντικό από μόνο του, σίγουρα απολύτως ενδεικτικό, πρώτον, του τι διατάζει η Αγκυρα, και δεύτερον, του πού κινούνται τα πράγματα στην ίδια την κοινότητα.
Το γεγονός ότι υπάρχει κινητικότητα στο Κυπριακό ευνοεί σίγουρα την αντιπολίτευση, η οποία παραδοσιακά στηρίζει τη λύση, εν αντιθέσει με το κόμμα του Τατάρ. Το πόσο ακραίος ή πόσο (κάπως) διαλλακτικός θα είναι θα επηρεάσει τις «εκλογές» αναλόγως πάντα του εάν μέχρι τότε οι Τουρκοκύπριοι πλειοψηφικά κινούνται προς τη στήριξη λύσης ή την απόρριψή της.
Πηγή: tanea.gr