Η καρδιά του λιονταριού είχε ρίζες βαθιές, ήταν μια καρδιά ποτισμένη γενναιότητα, αυταπάρνηση και αυτοθυσία. Και η ψυχή πιο βαθιά.
Ετοιμος πάντα, θαρρείς μάλιστα από καιρό, να ριχτεί στον αγώνα. Κι όχι στις πίσω σειρές, δεν ήταν οι πίσω σειρές για το λιοντάρι. Μπροστάρης πάντα ήταν και έδινε το σύνθημα για ν’ ακολουθήσουν όλοι.
Σε όλους τους αγώνες που έδωσε στη ζωή του και ήταν πολλοί. Γεμάτος αγώνες ο βίος του «κόκκινου» ήρωα που γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου του 1926 και οι γονείς του είχαν έρθει πρόσφυγες στην Ελλάδα για να βρουν το ριζικό τους.
Ο θρυλικός «Μιζούρι», ο τεράστιος Ανδρέας Μουράτης, υπήρξε σημαία για τον Ολυμπιακό και ήταν το λιοντάρι του Θρύλου, αυτός που ήταν πρώτος σε κάθε μάχη για το μεγαλείο των Πειραιωτών.
Τα προσωνύμια πολλά και όλα εύστοχα. «Μουράτ Ασλάν» (δηλαδή Μουράτης το λιοντάρι) τον φώναζαν οι Τούρκοι, έπειτα από παιχνίδι της Εθνικής μας ομάδας στην Κωνσταντινούπολη, θέλοντας μ’ αυτόν τον τρόπο να αναδείξουν τη δύναμη και την αυτοθυσία του στο γήπεδο.
Από το γήπεδο μέχρι την Εθνική Αντίσταση, ο Μουράτης αποτέλεσε σύμβολο μαχητικότητας, θάρρους και ανιδιοτελούς προσφοράς
«Μιζούρι» τον είπαν πολλοί οπαδοί του Ολυμπιακού, όταν τον είδαν με μπανταρισμένο κεφάλι και γεμάτο αίματα, να συνεχίζει το παιχνίδι φορώντας τη φανέλα με τον δαφνοστεφανωμένο έφηβο.
Θέλησαν μ’ αυτόν τον τρόπο να τον παρομοιάσουν με το πανίσχυρο αμερικανικό πολεμικό πλοίο «Μιζούρι», που είχε δέσει εκείνη την περίοδο στον Πειραιά.
Αρνήθηκε να βγει απ’ το γήπεδο, αρνήθηκε να εγκαταλείψει το… πεδίο μάχης, γιατί για τον Μουράτη, κάθε παιχνίδι ήταν και μια μάχη μ’ έναν και μοναδικό στόχο.
Τη νίκη του Ολυμπιακού. Εγραψε, όπως προαναφέραμε, ιστορία με τον τρόπο παιχνιδιού του και υπήρξε αμυντικός φτιαγμένος από «ατσάλι». Δεν ήταν όμως μόνο η σωματική δομή που έκανε τον Ανδρέα Μουράτη να ξεχωρίζει και να κάνει τη διαφορά.
«Με της καρδιάς το πύρωμα…» έχει γράψει τόσο απλά και τόσο εύστοχα ο Κωστής Παλαμάς. Κι αυτή η καρδιά του Μουράτη ήταν τόσο δυνατή που μέριαζαν ακόμα και οι… βράχοι.
Η πρώτη εμφάνιση
Ο Μουράτης φόρεσε για πρώτη φορά τη φανέλα του Ολυμπιακού το 1945, λίγο μετά το τέλος της γερμανικής κατοχής και αγωνίστηκε στους Ερυθρόλευκους για μία δεκαετία, συμβάλλοντας μ’ έναν μοναδικό τρόπο στους στίχους που τραγουδούν ακόμα και σήμερα εκατομμύρια οπαδοί της ομάδας του λιμανιού. «Γράψαν θριάμβους σαν παραμύθια».
Και είναι γεγονός αναμφισβήτητο, πως ο «Μιζούρι» πορεύτηκε στη ζωή του με ιδανικά που ταίριαζαν απόλυτα με τη φανέλα της ομάδας του Ολυμπιακού.
Στις φτωχογειτονιές του Πειραιά όπου γεννήθηκε το 1925 ο Ολυμπιακός Σύνδεσμος Φιλάθλων Πειραιώς, ανδρώθηκε ο πρόσφυγας που έμελλε να γράψει ιστορία με τη φανέλα του Θρύλου.
Πάλεψε, πείσμωσε, ζορίστηκε, νίκησε, θριάμβευσε και ήταν πάντα ταπεινός. «Στρατιώτης» του Ολυμπιακού από την πρώτη μέρα που φόρεσε τα ερυθρόλευκα, μέχρι την τελευταία πνοή του.
Στα δέκα χρόνια παρουσίας του στον Ολυμπιακό, γεύθηκε τη δόξα και το μεγαλείο, όπως δεν θα μπορούσε να το φανταστεί ποτέ, κι αυτός εκεί, ταπεινός «στρατιώτης», πάντα έτοιμος να ριχθεί στη μάχη. Και μην ξεχνάτε, πάντα πρώτος ο «Μιζούρι».
Πρωταθλήματα και Κύπελλα
Ο Ανδρέας Μουράτης ήταν ηγετική φυσιογνωμία του Ολυμπιακού τα δέκα χρόνια που αγωνίστηκε με την ομάδα του λιμανιού κι αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι όλοι αναγνώριζαν το μεγαλείο του.
Ηταν σπουδαίος όχι μόνο ως παίκτης, αλλά και ως άνθρωπος, καθώς η λαϊκή σοφία που πήγαζε από μέσα του έκανε πολλούς γραμματιζούμενους να αναρωτιούνται αν ξέρουν γράμματα κι αν αξίζουν τα πτυχία τους.
Ο Μουράτης πανηγύρισε την κατάκτηση πολλών τίτλων με τη φανέλα της ομάδας του Πειραιά και κατάφερε να διαμορφώσει ένα στυλ παιχνιδιού που είχε τη «σφραγίδα» του. Ολοι ήθελαν να μοιάσουν στον Ανδρέα μα η καρδιά του λιονταριού δεν κοπιάρεται. Την έχεις ή δεν την έχεις.
Ο θρυλικός «Μιζούρι» έγραψε χρυσή ιστορία στον Ολυμπιακό κατακτώντας έξι πρωταθλήματα και πέντε Κύπελλα, καθώς και πολλά πρωταθλήματα Πειραιά.

Ο «Μιζούρι», όρθιος, όρθιος πρώτος από αριστερά σε φωτογραφία με ένα ακόμη τρόπαιο
Μετά τη δεκαετή θρυλική παρουσία του στους Ερυθρόλευκους αγωνίστηκε για δύο χρόνια στον Αργοναύτη κι εν συνεχεία σταμάτησε το ποδόσφαιρο. Η σχέση ζωής όμως με τον Ολυμπιακό συνεχίστηκε και δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά τα πράγματα.
«Γίνεται να λείπω εγώ από τον Ρέντη;» έλεγε με περίσσιο καμάρι ο Ανδρέας όταν τον ρωτούσαν αν θα πήγαινε και αύριο στο προπονητικό κέντρο των Ερυθρολεύκων.
Εμεινε στον Ολυμπιακό μέχρι τον θάνατό του, το 2000, δουλεύοντας κάθε μέρα στον Ρέντη για να είναι κοντά στους παίκτες της ομάδας του Πειραιά.
Το περιστατικό με τον Τοχούρογλου
Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα που θα αναφέρουμε και έλαβε χώρα στο προπονητικό κέντρο της ομάδας του λιμανιού το 1998.
Απομεσήμερο και η συνέντευξη Τύπου θα δινόταν στον Ρέντη. Επειτα απ’ αυτήν θα ξεκινούσε η προπόνηση και ο Ανδρέας Μουράτης κουβαλάει τα νερά για τους παίκτες.
Ο Κυριάκος Τοχούρογλου θα τρέξει να του πει: «Κυρ Ανδρέα, άσε τα νερά και θα τα πάρω εγώ. Μη σηκώνεις βάρη». Και η απάντηση που έδωσε ο Μουράτης, ενδεικτική της αγάπης του για τον Ολυμπιακό: «Εσείς έχετε παιχνίδι, στο μυαλό σου μόνο πώς θα νικήσει ο Ολυμπιακός», κι έφυγε κουβαλώντας τα νερά.
Κουβαλώντας στις πλάτες του βάσανα και βάρη μιας ζωής, που άλλοι δεν θα τολμούσαν να ζήσουν. Θα τους κυρίευε ο φόβος και μόνο στη σκέψη.
Η Αντίσταση και η φιλία με τον Γόδα
Είπαμε ότι οι αγώνες του Μουράτη ήταν πολλοί και δεν είχαν να κάνουν μόνο με το ποδόσφαιρο. Είχαν όμως πάντα να κάνουν με το δίκιο και ο Ανδρέας με την καρδιά λιονταριού, πολέμησε κατά των γερμανών κατακτητών στην περίοδο της Κατοχής.
Μαζί με τον φίλο του και παίκτη του Ολυμπιακού, Νίκο Γόδα, πολέμησαν με γενναιότητα τους κατακτητές και είχε να λέει με περηφάνια για τον αγώνα του ελληνικού λαού για λευτεριά.
Είχε επίσης να λέει για τις μάχες που έδωσε κατά των Γερμανών μαζί με τον φίλο του Διονύση Γεωργάτο και πώς πάλευαν με όλο τους το είναι για να διώξουν τους κατακτητές.
Ηταν μπροστάρης στο γήπεδο, αλλά ήταν μπροστάρης και σε κάθε μορφής διεκδίκηση και είναι χαρακτηριστική η κόντρα του με την ΕΠΟ το 1953, για τη μη καταβολή κάποιων πριμ που είχε υποσχεθεί η ομοσπονδία στους διεθνείς.
Διεκδίκησε τα χρήματα για όλους τους συμπαίκτες του και η ελληνική ποδοσφαιρική ομοσπονδία τον είχε τιμωρήσει με διετή αποκλεισμό, αλλά ύστερα από 10 μήνες πήρε πίσω την ποινή.
Ολοι ήξεραν ότι είχε δίκιο ο Μουράτης και το «λιοντάρι» για το δίκιο του δεν κάνει πίσω.
Ηταν ένα μεγάλο θέμα για το ελληνικό ποδόσφαιρο εκείνη την περίοδο και μάλιστα έγινε και κινηματογραφική ταινία, με τίτλο «Ασσοι του γηπέδου» κι εν συνεχεία ο τίτλος ήταν «Κυριακάτικοι ήρωες». Μια ταινία στην οποία μάλιστα είχαν πρωταγωνιστήσει παίκτες της εθνικής ομάδας και φυσικά ο ίδιος ο Μουράτης, υποδυόμενος τον εαυτό του.
Ο Ανδρέας Μουράτης έφυγε από τη ζωή στις 10 Δεκεμβρίου του 2000 αλλά το «λιοντάρι» θα βρυχάται πάντα για να θυμίζει σε όλους την δύναμη του Θρύλου.
Σε δρόμο κοντά στο γήπεδο Γ. Καραϊσκάκης υπάρχει οδός με το όνομα του θρυλικού Μουράτη και ο «Μιζούρι» θα έχει πάντα ξεχωριστή θέση στην καρδιά των οπαδών του Ολυμπιακού.
Ο Ολυμπιακός γίνεται 100 χρονών και η ψυχή του Μουράτη είναι πάντα στον Ρέντη, στο Γ. Καραϊσκάκης, όπου υπάρχει Θρύλος.
Κι ο ίδιος άλλωστε είχε πει σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του, «η ζωή μου είναι γεμάτη Ολυμπιακό. Σ’ αυτά τα 500 μέτρα είναι η ζωή μου όλη, όλα οδηγούν στον Ολυμπιακό»
Πηγή: in.gr