Οι ηγέτες της ΕΕ μας έχουν συνηθίσει να συζητούν περισσότερο από ό,τι προβλέπει το επίσημο χρονοδιάγραμμα, ειδικά όταν το διακύβευμα είναι μεγάλο.
Στη συγκεκριμένη Σύνοδο Κορυφής, ωστόσο, διαπίστωσαν ότι οι διαφωνίες για τον εξοπλισμό της Ευρώπης και την «πολεμική οικονομία» ήταν μάλλον αγεφύρωτες, οπότε δεν είχε νόημα να ακολουθήσουν το πρόγραμμα και συνεχίσουν τη συνεδρίαση.
Ετσι, επέλεξαν να βάλουν μια άνω τελεία λίγο πριν τα μεσάνυχτα της Πέμπτης, εκδίδοντας ένα κοινό ανακοινωθέν που δεν μας κάνει ιδιαιτέρως… σοφότερους και ενισχύει τα σενάρια για «συμμαχίες προθύμων» σε όλα τα επίπεδα.
Ταυτόχρονα, οι «27» παρέπεμψαν τις κρίσιμες αποφάσεις για το μέλλον και, πιθανότατα, στην τακτική Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου, η οποία θα διεξαχθεί αμέσως μετά την αντίστοιχη του ΝΑΤΟ, όπου αναμένεται (ή ελπίζεται) να γίνουν πιο σαφείς και οι προθέσεις του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ.
«Ολα αναβλήθηκαν.
Ως τον Ιούνιο. Ή, τουλάχιστον, ως τις επόμενες εβδομάδες. Η αίσθηση του επείγοντος εξαφανίστηκε», όπως εμφατικά σημείωσε ο ανταποκριτής της ιταλικής «la Repubblica» από τις Βρυξέλλες.
Ο ελέφαντας στο δωμάτιο δεν ήταν, βεβαίως, η Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπαν, οι απόψεις της οποίας ήταν γνωστές εκ των προτέρων και είχε ήδη βρεθεί τρόπος να παρακαμφθούν.
Ηταν η απόσταση που υπάρχει σε μια σειρά σημαντικά θέματα, που θα καθορίσουν το πώς θα βαδίσει η Ευρώπη εφεξής. Ιταλία και Ισπανία, για παράδειγμα, μαζί με άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, έδειξαν απρόθυμες να δώσουν λευκή επιταγή στη Λευκή Βίβλο που παρουσίασε την Τετάρτη η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, με το επιχείρημα ότι «εάν η Ευρώπη θέλει να αποφύγει τον πόλεμο, οφείλει να προετοιμαστεί για πόλεμο».
Ακόμη και η Γαλλία του Εμανουέλ Μακρόν, η οποία αναμφίβολα διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο, εμφανίστηκε επιφυλακτική για το πλαίσιο που θα εφαρμοστεί και επιφυλακτική για τις πραγματικές επιδιώξεις της Γερμανίας.
Σύμφωνα με τα σχετικά ρεπορτάζ, το σημείο-κλειδί που προκαλεί τις μεγαλύτερες τριβές είναι η χρηματοδότηση των φιλόδοξων σχεδίων και, πιο συγκεκριμένα, εάν θα γίνει κυρίως με έκδοση κοινού χρέους (δηλαδή ευρωομολόγων) από τους «27» ή εάν θα επιβαρύνει περαιτέρω τα δημοσιονομικά (χρέος και έλλειμμα) του κάθε κράτους, έστω και με ευνοϊκές ρήτρες εξαίρεσης.
Δεν είναι τυχαίο ότι το Βερολίνο διεμήνυσε ήδη πως δεν αντιμετωπίζει θετικά το σενάριο του κοινού χρέους, έχοντας μάλιστα στο πλευρό του και άλλους συνήθεις υπόπτους, όπως η Ολλανδία.
Από την πλευρά της, η Τζόρτζια Μελόνι, πρωθυπουργός μιας από τις πιο υπερχρεωμένες χώρες της ΕΕ, κατέστησε σαφές προς τη Φον ντερ Λάιεν ότι δεν είναι σε θέση να στηρίξει το σχέδιό της με τα σημερινά δεδομένα.
Οσο για τον ισπανό ομόλογό της Πέδρο Σάντσεθ επεδίωξε – χωρίς επιτυχία – να διευρύνει τα κριτήρια που περιγράφουν την «άμυνα» και θα είναι προϋπόθεση για την αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων του νέου υπό διαμόρφωση πακέτου.
Νέα σύνοδος στο Παρίσι.
Σε αυτό το φόντο, ένας από τους μεγάλους χαμένους είναι και ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας είδε να ναυαγεί η πρόταση της «υπουργού Εξωτερικών» της ΕΕ Κάγια Κάλας, που πρόβλεπε την έγκριση 40 δισ. ευρώ για τον εξοπλισμό της χώρας του – με την αιτία να βρίσκεται «στα πραγματικά δεδομένα εντός της ΕΕ, όπου το ενδιαφέρον για θυσίες προς χάρη του Κιέβου διαφέρει δραματικά από χώρα σε χώρα», όπως σημειώνει το Politico.
Πλέον, το πιο ρεαλιστικό σενάριο είναι να εγκριθεί για το 2025 η προμήθεια πυρομαχικών συνολικής αξίας 5 δισ. ευρώ, κάτι που ζήτησε και ο ίδιος ο Ζελένσκι – με το μεγάλο πακέτο να περιμένει.
Τέλος, όσον αφορά ένα ακόμη επίμαχο θέμα, αυτό της αποστολής ευρωπαϊκών στρατευμάτων στην Ουκρανία στο πλαίσιο μιας μελλοντικής ειρηνευτικής συμφωνίας, είναι περίπου δεδομένο ότι οι όποιες αποφάσεις δεν θα ληφθούν από την ΕΕ αλλά με το μοντέλο της «συμμαχίας των προθύμων».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Μακρόν συγκάλεσε για την ερχόμενη Πέμπτη 27 Μαρτίου νέα συνάντηση στο Παρίσι, με τη συμμετοχή τόσο του Ζελένσκι όσο και κρατών εκτός ΕΕ, όπως του Ηνωμένου Βασιλείου.
Οσο για τον αριθμό που συζητείται – πάντα υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως η στήριξη των ΗΠΑ – κυμαίνεται από 10.000 ως 30.000 (αν και το Κίεβο ζητά 100.000).
Σε κάθε περίπτωση, αυτή η στιγμή δεν φαίνεται να είναι κοντά καθώς, όπως διαπιστώθηκε κατά τις συνομιλίες, «για την ώρα δεν διεξάγονται πραγματικές διαπραγματεύσεις» για το Ουκρανικό.
Πηγή: tanea.gr