Aνάπτυξη φέτος έως 2,5% αλλά και…

Χρειάζεται προσοχή στις αυξήσεις μισθών -...

Του Τάσου Δασόπουλου

Ανάπτυξη από 2,3% έως και 2,5% προβλέπει για φέτος το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής λόγω της αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων, παρά τη δυσμενή διεθνή συγκυρία που προκαλεί η εμπορική πολιτική των ΗΠΑ.

Στην έκθεση του για το πρώτο τρίμηνο του 2025 το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής αναφέρεται στον πόλεμο των δασμών που έχουν ξεκινήσει οι ΗΠΑ προς όλους τους εμπορικούς τους εταίρους και την ΕΕ. Στην έκθεση τονίζεται ότι η παγκόσμια οικονομία κλυδωνίζεται εξαιτίας της εντεινόμενης γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας που πηγάζει από τον φόβο ενός απρόβλεπτου εμπορικού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ, ΕΕ και Κίνας. Μία ενδεχόμενη ειρηνευτική συμφωνία στην Ουκρανία θα αφαιρούσε μία σημαντική πηγή παγκόσμιας γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας και συνακόλουθα θα αποτελούσε παράγοντα που θα συνεισφέρει θετικά στην μελλοντική ανάπτυξη στην Ευρώπη και κατ’ επέκταση και στη χώρα μας.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον το ΓΠΒ θέτει ως προτεραιότητα τη συνέχιση της ταχείας μείωσης του δημοσίου χρέους η οποία ενισχύει την εκλαμβανόμενη αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής (ένας παράγοντας που οδήγησε στις πρόσφατες αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης ήταν η πορεία του δημόσιου χρέους). Σε αυτό το πλαίσιο, ο δημοσιονομικός χώρος ο οποίος δύναται να προκύψει από την ευρωπαϊκή συμφωνία για τις αμυντικές δαπάνες θα μπορούσε, ανάλογα με το εύρος που θα έχει, να αξιοποιηθεί επίσης για πολιτικές που ενισχύουν την παραγωγική δυναμικότητα της Ελληνικής οικονομίας όπως η ελάφρυνση των φορολογικών βαρών της μισθωτής εργασίας.

Μάλιστα τονίζεται ότι η ελληνική οικονομία έχει να περιμένει θετική επίδραση από την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική της Γερμανίας με το πακέτο πόρων 500 δισ. ευρώ που σκοπεύει να διαθέσει για επενδύσεις η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης. 

Δημοσιονομικός χώρος 2 δισ. ευρώ για παρεμβάσεις 

Σε ό,τι αφορά την δυνατότητα για ελαφρύνσεις και μειώσεις φόρων ο επικεφαλής του Γραφείου, καθηγητής Ιωάννης Τσουκαλάς εκτίμησε ότι με βάση την υπεραπόδοση της οικονομίας για το 2024 και ειδικότερα την καλύτερη του αναμενόμενου απόδοση των φορολογικών εσόδων, δημιουργείται ένας δημοσιονομικός χώρος της τάξης των 2 δισ. ευρώ για ελαφρύνσεις και μέτρα ενίσχυσης. Ο κ. Τσουκαλάς προειδοποιεί ότι τα μέτρα που θα επιλεγούν θα πρέπει να είναι στη σωστή κατεύθυνση και να μην θυμίζουν τις “παροχές” που είχαμε την περασμένη 10ετία που μας οδήγησαν στην πολυετή κρίση της οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό και σε ερώτηση για το αν πρέπει να επανέλθουν τα δώρα στο δημόσιο απάντησε ότι “θα ήταν λάθος να γίνουν τέτοιες παρεμβάσεις, γιατί μας ξαναβάζουν στην διαδικασία που μας έβαλε στην κρίση”.

Πότε κλείνει το επενδυτικό κενό

Η έκθεση τονίζει τόσο για φέτος όσο και για τα επόμενα χρόνια την σημασία που θα έχει για το ΑΕΠ, αλλά και για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, η αύξηση των επενδύσεων που αναμένεται να φτάσει το 9,2% για φέτος. Μάλιστα περιλαμβάνει και μια εκτίμηση για το πότε θα κλείσει το επενδυτικό κενό που έχει δημιουργήσει η πολυετής οικονομική κρίση χρησιμοποιώντας δύο σενάρια. 

Στο πρώτο και πιο αισιόδοξο σενάριο υποθέτει ότι οι επενδύσεις θα “τρέχουν” με ετήσιο ρυθμό 6,6%, δηλαδή τον μέσο όρο της περιόδου 2017-2024. Σε αυτό το σενάριο, η οικονομία θα ανακτήσει το κεφαλαιακό απόθεμα του 2010 το 2030. Στο δεύτερο και πιο συντηρητικό σενάριο, υποθέτουμε ότι οι επενδύσεις θα “τρέχουν” με ετήσιο ρυθμό 4,0%. Σε αυτό το σενάριο, από το οποίο αφαιρούμε την στήριξη από τους πόρους του ΤΑΑ, η οικονομία θα ανακτήσει το κεφαλαιακό απόθεμα του 2010 το 2036. Σε μια οικονομία, το ύψος των επενδύσεων πρέπει να είναι τέτοιο ώστε όχι μόνο να επαρκεί να καλύψει την απόσβεση του υπάρχοντος κεφαλαίου, αλλά να “περισσεύει” ώστε να μπορέσει να δημιουργήσει και νέο κεφάλαιο, καταλήγει στο θέμα η έκθεση του Γραφείου.

Η απόδοση της φορολογικής διοίκησης 

Η έκθεση επισημαίνει και την καλή απόδοση της φορολογικής διοίκησης στην είσπραξη των δημοσίων εσόδων. Ειδικότερα, χρησιμοποιεί το δείκτη του Κενού Είσπραξης Οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση, το οποίο μετρά τη διαφορά ανάμεσα στη φορολογική επιβάρυνση που επιβάλλεται στους φορολογούμενους και το βάρος που εκείνοι τελικά αναλαμβάνουν. Όπως σημειώνει, το κενό διαμορφώθηκε το 2024 στο 0,8%, αγγίζοντας το χαμηλότερο ποσοστό από το 2000 και αντανακλώντας την ενίσχυση της εισπρακτικής απόδοσης της Φορολογικής Διοίκησης. Το ποσοστό αυτό προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ του “μέσου φορολογικού συντελεστή”, ο οποίος ορίζεται ως το σύνολο του απαιτητού ποσού από τη Φορολογική Διοίκηση εντός του έτους προς το ΑΕΠ, και του “αποτελεσματικού φορολογικού συντελεστή”, ο οποίος ορίζεται ως το σύνολο των εισπράξεων της Φορολογικής Διοίκησης εντός του έτους προς το ΑΕΠ. Η εξέλιξη του Κενού Είσπραξης είναι καθοριστικός παράγοντας για την πορεία του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, όπως αυτό συσσωρεύεται με την πάροδο των ετών μέχρι να αγγίξει τα 106,3 δισ. ευρώ το 2024. 

Το μεγαλύτερο μέρος του Κενού Είσπραξης σε όλα τα έτη της περιόδου 2000-2024 πηγάζει από τις μη φορολογικές οφειλές και τα πρόστιμα (57,3% κατά μέσο όρο). Ακολουθούν οι έμμεσοι φόροι με μέσο ποσοστό συμμετοχής 24,3%, ενώ τη μικρότερη συμμετοχή στη διαμόρφωση του Κενού Είσπραξης έχουν οι άμεσοι φόροι.

Πηγή: capital.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ