Οπως κάθε χρόνο η 25η Μαρτίου εορτάστηκε με τον πολύ ιδιαίτερο τρόπο που καμία άλλη εθνική κοινότητα των Ηνωμένων Πολιτειών, πλην των Ιρλανδών, δεν απολαμβάνει: ως εθνική εορτή της ίδιας της χώρας, στον Λευκό Οίκο, παρουσία του προέδρου της. Κάτι που πρέπει να υπενθυμίσει κανείς ότι δεν έγινε… μόνο του: ήταν επίτευγμα του μακαριστού Αρχιεπισκόπου πρώην Αμερικής Ιακώβου και στηρίχθηκε στη στενή σχέση φιλίας και εκτίμησης που είχε αναπτύξει με τον πρόεδρο Ρέιγκαν.
Φέτος, οι νυν διάδοχοι των δύο ανδρών ξεχείλισαν από λόγια αλληλοεκτίμησης και αγάπης: οι κοινές αξίες, η βαθιά συμμαχία, η ακμάζουσα ομογένεια. Ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος παραλλήλισε τον πρόεδρο Τραμπ με τον Κωνσταντίνο τον Μέγα στον τρόπο που πολιτεύεται – και ας μη βιαστεί κανείς να στραβοκοιτάξει: αυτό είναι η διπλωματία και κάνει πολύ καλά. Ο δε αμερικανός πρόεδρος πήγε πίσω στον χρόνο λέγοντας μεταξύ άλλων ότι «ο δεσμός μεταξύ των ΗΠΑ και του σύγχρονου ελληνικού έθνους χρονολογείται περισσότερο από δύο αιώνες, το 1821, όταν οι έλληνες πατριώτες ξεκίνησαν τον ευγενή αγώνα τους για να διεκδικήσουν την ανεξαρτησία τους από μια πολύ ισχυρή αυτοκρατορία. Ο πρόεδρος Μονρόε κατάλαβε ότι οι Αμερικανοί ήταν συνδεδεμένοι μέσα από την ιστορία και τον πολιτισμό με τη γενέτειρα της δημοκρατίας και το λίκνο του δυτικού πολιτισμού: μέσω των σελίδων του Συντάγματος και μέσω της αρχιτεκτονικής αυτής της πρωτεύουσας, η κληρονομιά των Ελλήνων είναι παντού και μας περιβάλει». Εγιναν και πολλά άλλα συναφή και όλοι ανεχώρησαν πανευτυχείς.
Τι δεν έγινε όμως; Κάτι μακράν σημαντικότερο, που είχε συμβεί λίγες ημέρες πριν (και όχι για πρώτη φορά) μεταξύ του αμερικανού προέδρου και του τούρκου ομολόγου του Ερντογάν: ένα πολύ ουσιώδες τηλεφώνημα, με ζητήματα που όχι απλώς αφορούν άμεσα και την Ελλάδα, αλλά και που δείχνουν το πώς τοποθετεί στη σκέψη του ο Τραμπ τη σημασία των δύο κυβερνήσεων, των ηγεσιών τους, και, δυστυχώς, ίσως και των δύο κρατών.
Ενώ ο πρόεδρος Τραμπ μέσα στα ατέλειωτα καλά του λόγια στον Λευκό Οίκο δεν είπε μια λέξη ουσίας περί των σημερινών ζητημάτων που καίνε την Ελλάδα, με τον Ερντογάν συζήτησε, όπως ανακοινώθηκε, μεταξύ άλλων, από την τουρκική προεδρία για «τις διμερείς σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και των ΗΠΑ, περιφερειακά και παγκόσμια ζητήματα. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο πρόεδρος Ερντογάν εξέφρασε την πλήρη πεποίθησή του ότι η Τουρκία και οι ΗΠΑ, ως δύο σύμμαχοι, θα προωθήσουν τη συνεργασία τους στην νέα περίοδο με έναν τρόπο που θα εστιάζει στη στήριξη, τα αποτελέσματα και την ειλικρίνεια». Η ανακοίνωση ουσιαστικά επιχειρεί να δώσει την εικόνα μίας Τουρκίας που θέλει πλέον να αλλάξει στάση και να βρίσκεται σοβαρά στο πλευρό των ΗΠΑ, κάτι όχι παράδοξο έχοντας προηγηθεί η προσέγγιση Ουάσιγκτον – Μόσχας. Και όχι άδικα: σε άμεση συνέχεια του τηλεφωνήματος, Ρούμπιο και Φιντάν ήδη συναντήθηκαν στην Ουάσιγκτον, μίλησαν για όλα ως εταίροι, επιβεβαίωσαν εμμέσως πλην σαφώς τα περί F35, ενώ προαναγγέλθηκε και προεδρική συνάντηση. Για όλα αυτά προφανώς ήδη θα έχει ξεκινήσει και η απαραίτητη διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεων με το Ισραήλ, η οποία είναι εφικτή μόνον μέσω Τραμπ και με κάποια τουρκική υποχώρηση.
Αν πράγματι υπάρξει τουρκική επανένταξη στα F35 θα είναι πάρα πολύ σοβαρό πρόβλημα για την Ελλάδα, η οποία μέχρι στιγμής, σε ριζική αντίθεση με την Τουρκία, παραμένει τελείως εκτός αμερικανικού κάδρου. Επίσης μέγα πρόβλημα θα είναι αν τελικά βρουν τον δρόμο να φτάσουν στην Αγκυρα οι γαλλικοί πύραυλοι Meteor, κάτι που, ακόμα, δεν μπορεί καθόλου να αποκλειστεί. Είτε με το ένα, είτε με το άλλο, είτε, πολύ χειρότερα και με τα δύο, θα πρόκειται για δραματική ανατροπή. Αλλά υπάρχει ένα ζήτημα: ότι εδώ ουδείς παίρνει τηλέφωνο. Δυστυχώς, την Ελλάδα δεν τη ρωτούν για τίποτα…
Πηγή: tanea.gr