Στο νέο Μπούντεσταγκ που συγκροτήθηκε αυτήν την εβδομάδα σε σώμα απουσιάζει η Σάρα Βάγκενκνεχτ. Το κόμμα που ίδρυσε η ίδια και φέρει το όνομά της BSW, στις παγγερμανικές εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου, δεν έπιασε το πλαφόν του 5% και για 13.400 ψήφους (4,97%) έμεινε εκτός. Η 56χρονη «κόκκινη Σάρα» της δεκαετίας του 1990 στην «Κομμουνιστική Πλατφόρμα» του μετακομμουνιστικού PDS της ανατολικής Γερμανίας, δεν θα μπορεί να παρεμβαίνει με το ρητορικό της ταλέντο από το βήμα του Μπούντεσταγκ αυτήν την τετραετία. Και χωρίς κοινοβουλευτική εκπροσώπηση το μέλλον του κόμματος είναι άδηλο.
Το βήμα της Βουλής των Ελλήνων, από την άλλη, έδωσε το τελευταίο διάστημα μία μοναδική δυνατότητα προβολής για την 49χρονη Ζωή Κωνσταντοπούλου στην αντιπαράθεση για την τραγωδία των Τεμπών. Αποτέλεσμα ήταν η εκτίναξη των ποσοστών του κόμματός της στις δημοσκοπήσεις, που θυμίζει την αντίστοιχη, θεαματική πορεία του κόμματος της Βάγκενκνεχτ. Το BSW ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 2024 και μόλις έξι μήνες αργότερα, στις ευρωεκλογές τον Ιούνιο του 2024 πήρε 6,2%, ενώ τον Σεπτέμβριο, στις εκλογικές αναμετρήσεις σε τρία κρατίδια της ανατολικής Γερμανίας, απέσπασε υψηλά ποσοστά, διψήφια μάλιστα σε Θουριγγία και Σαξονία. Πριν κλείσει χρόνο από τη ίδρυσή του εξασφάλισε τη συμμετοχή στις τοπικές κυβερνήσεις συνεργασίας στη Θουριγγία και το Βρανδεμβούργο.
Την ευφορία στο κόμμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ ανέκοψαν οι παγγερμανικές εκλογές. Η ανάλυση του εκλογικού αποτελέσματος που έκανε η «Infratest dimap» έδειξε ότι, πέρα από τη θέση της Βάγκενκνεχτ για αποκατάσταση των σχέσεων με τη Ρωσία, για πολλούς Γερμανούς ήταν ασαφές, τι άλλο αντιπροσώπευε το κόμμα της. Το 49% των ερωτηθέντων ήλπιζαν ότι το κόμμα της Βάγκενκνεχτ θα είχε περισσότερες νέες ιδέες, ενώ το 52% επέλεξε το BSW ως ψήφο διαμαρτυρίας.
Η περίπτωση της Βάγκενκνεχτ δείχνει ότι η ψήφος διαμαρτυρίας μπορεί να οδηγήσει σε συγκυριακή αύξηση των ποσοστών μίας πολιτικής δύναμης που παρουσιάζεται ως εκφραστής της απογοήτευσης των πολιτών. Αλλά, χωρίς έναν συνεκτικό προγραμματικό λόγο, δεν επαρκεί για να καθιερωθεί ως υπολογίσιμη δύναμη στην άσκηση πολιτικής εξουσίας. Η Βάγκενκνεχτ επένδυσε στην «ειρήνη στην Ουκρανία» – ισοδύναμη με την υποταγή της Ρωσίας στον Πούτιν. Και όσο γρήγορα ανέβηκε, τόσο εύκολα έπεσε, γιατί δεν είχε τίποτα άλλο να πει, πέρα από το κλείσιμο των συνόρων στους μετανάστες, το οποίο ζητούσε πολύ πειστικότερα το εξτρεμιστικό, ακροδεξιό AfD.
Αν για τη Σάρα Βάγκενκνεχτ το βασικό όχημα της επιτυχίας της ήταν η αντιπολεμική ρητορεία στον πόλεμο της Ουκρανίας, για τη Ζωή Κωνσταντοπούλου η τραγωδία των Τεμπών είναι ο εκτοξευτήρας των ποσοστών του κόμματός της στη δεύτερη θέση στις δημοσκοπήσεις. Πρόκειται και στην περίπτωση της Κωνσταντοπούλου για μονοθεματική εργαλειοποίηση ενός θέματος, το οποίο έχει κάθε λόγο να διατηρεί επίκαιρο.
Το «ξεφούσκωμα» της Βάγκενκνεχτ, θα ήταν και μία απάντηση στο ερώτημα: τι θα συμβεί, αν πάψει να κυριαρχεί η τραγωδία των Τεμπών στην πολιτική αντιπαράθεση με το πέρασμα π.χ. στη δικαστική διερεύνηση. Διότι, ούτε η Πλεύση Ελευθερίας διακρίθηκε μέχρι τώρα για τον συγκροτημένο προγραμματικό της λόγο.
Η Σάρα Βάγκενκνεχτ είναι τυπική εκπρόσωπος του λαϊκισμού στη Γερμανία. Επέλεγε πάντα την αντίθετη από την κυρίαρχη άποψη, επενδύοντας συνειδητά και στοχευμένα στους φόβους των πολιτών, από τον πόλεμο στην Ουκρανία, από την πανδημία, από τους μετανάστες. Ο αντισυστημισμός σε συνδυασμό με προσωπικές επιθέσεις στους πολιτικούς αντιπάλους είναι το βασικό πολιτικό οπλοστάσιο και της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Δεν λείπουν οι διαφορές: η Σάρα Βάγκενκνεχτ έχει έναν «αριστοκρατικό αέρα», λέει ο Νίκολας Ρίχτερ, επικεφαλής του γραφείου Βερολίνου της «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ», κάτι που δεν είναι τυπικό χαρακτηριστικό της μετακομμουνιστικής «Αριστεράς», την οποία εγκατέλειψε.
Αλλά αυτά δεν διασφαλίζουν πολιτική μακροημέρευση.
Πηγή: tanea.gr