Τζέφρι Γκόλντμπεργκ: Μάθημα δημοσιογραφίας

Τζέφρι Γκόλντμπεργκ: Μάθημα δημοσιογραφίας

Οταν, τη Δευτέρα, έγινε γνωστή η διαρροή των απόρρητων πολεμικών σχεδίων των ΗΠΑ για επιθέσεις στους Χούθι στην Υεμένη, πολλοί δημοσιογράφοι αναρωτηθήκαμε τι θα κάναμε στη θέση του Τζέφρι Γκόλντμπεργκ.

Στις 11 Μαρτίου ο διευθυντής του περιοδικού «Atlantic» δέχθηκε μήνυμα στο κινητό του να πάρει μέρος, μερικές ημέρες αργότερα, σε μια ομάδα chat στην κωδικοποιημένη εφαρμογή Signal.

Η πρόσκληση φαινόταν να είναι από κάποιον Μάικλ Γουόλτς, που είναι το όνομα του συμβούλου εθνικής ασφάλειας του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m1’); });

Ο Γκόλντμπεργκ δεν πίστεψε ότι εκείνος του είχε στείλει την πρόσκληση και υπέθεσε ότι κάποιος προσπαθούσε να τον παγιδεύσει. Παρ’ όλα αυτά την αποδέχθηκε, διότι θεώρησε πως εάν είναι πραγματική θα είχε την ευκαιρία να συζητήσει φλέγοντα διεθνή θέματα.

Δύο μέρες αργότερα δέχθηκε νέα ειδοποίηση ότι η ομάδα στο Signal θα έχει τίτλο «Houthi PC small group», θα διαρκέσει 72 ώρες και οι συμμετέχοντες μεταξύ άλλων θα είναι: ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς, ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, ο υπουργός Αμυνας Πιτ Χέγκσεθ και άλλοι ανώτατοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης, συνολικά 18.

H κατάσταση φαινόταν περίεργη. Γιατί τον κάλεσαν; Μήπως ήταν φάρσα; Ή γκάφα;

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m2’); });

Ο Γκόλντμπεργκ το συζήτησε με συναδέλφους. Μήπως ήταν κάποια εκστρατεία παραπληροφόρησης;

Καθώς του έρχονταν όλο και περισσότερες πληροφορίες για τα θέματα που θα συζητούνταν, απορούσε πώς κανείς δεν φαινόταν να είχε συνειδητοποιήσει ότι θα συμμετείχε και εκείνος.

Ο 60χρονος δημοσιογράφος είναι ιδιαίτερα έμπειρος, έχοντας εργαστεί προηγουμένως τόσο στη «Washington Post» όσο και στους «New York Times».

Γεννήθηκε στο Μπρούκλιν και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια πριν εγκαταλείψει τις σπουδές του και μετακομίσει στο Ισραήλ για να υπηρετήσει στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας. Το 1990, κατά τη διάρκεια της πρώτης Ιντιφάντα, βρέθηκε ως δεσμοφύλακας στις μεγαλύτερες φυλακές του Ισραήλ.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_middle_2’); });

Περιέγραψε την εμπειρία του σε ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2006 με τον τίτλο «Φυλακισμένοι: Ενας μουσουλμάνος και ένας Εβραίος στη διαιρεμένη Μέση Ανατολή».

Στο Ισραήλ ξεκίνησε και τη δημοσιογραφική του καριέρα, στην «Jerusalem Post», πριν επιστρέψει στις ΗΠΑ.

Συνέχισε να αρθρογραφεί για θέματα της Μέσης Ανατολής σε μεγάλα έντυπα και έγινε ανταποκριτής του περιοδικού «New Yorker» στην εύφλεκτη περιοχή.

Παρακολουθώντας την πορεία του, ο ιδιοκτήτης του περιοδικού «Atlantic» Ντέιβιντ Μπράντλεϊ αποφάσισε ότι εκείνος πρέπει να ηγηθεί του εντύπου.

Για να τον πείσει, το 2007 του έστειλε πόνι στο σπίτι του για τα τρία μικρά παιδιά του.

Εντάχθηκε στο δυναμικό του περιοδικού και εννέα χρόνια αργότερα έγινε διευθυντής – υπό τον Γκόλντμπεργκ το «Atlantic» κέρδισε τα πρώτα του βραβεία Πούλιτζερ, τρία χρόνια στη σειρά.

Ολη αυτή η εμπειρία επιστρατεύθηκε, λοιπόν, προκειμένου να προσπαθήσει ο διευθυντής του έγκριτου περιοδικού να αξιολογήσει την τωρινή κατάσταση και να αποφασίσει πώς θα τη χειριστεί. Προφανώς και παρακολούθησε το chat, τη συζήτηση που ξεκίνησε το Σάββατο στις 15 Μαρτίου, λίγο πριν οι ΗΠΑ επιτεθούν στους Χούθι στην Υεμένη.

Εκεί, ο υπουργός Αμυνας Πιτ Χέγκσεθ μοιράστηκε με τους συμμετέχοντες τα ακριβή σχέδια – πότε δηλαδή θα απογειώνονταν τα αμερικανικά μαχητικά και πότε θα χτυπούσαν.

Ο Γκόλντμπεργκ δεν δημοσίευσε κάτι, διότι θεώρησε πως πιθανόν να θέσει σε κίνδυνο τις ζωές των πιλότων. Οταν λίγο αργότερα άκουσε στις ειδήσεις για τις επιθέσεις, πείστηκε ότι όλο αυτό είναι πραγματικό και συνέχισε να απορεί πώς και κανείς δεν αντιλήφθηκε την παρουσία του.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_middle_3’); });

Τη Δευτέρα δημοσίευσε το πρώτο άρθρο, αποκαλύπτοντας το τι έγινε και ένα κομμάτι των συνομιλιών των αξιωματούχων της κυβέρνησης Τραμπ.

Τόνισε πως πρόκειται για μια μεγάλη παραβίαση της εθνικής ασφάλειας που έγινε με ευθύνη της κυβέρνησης και θα μπορούσε, εάν ήταν κάποιος άλλος στη θέση του, να έχει αποβεί μοιραία για τις ζωές στρατιωτών. «Πώς είναι δυνατόν να μην πρόσεξε κανείς την παρουσία μου επί τόσες ώρες;» αναρωτήθηκε ξανά και ξανά.

Δεν είναι μόνο τα πολεμικά σχέδια που αποκαλύφθηκαν.

Εκείνο που προκάλεσε έκπληξη είναι ο βαθμός απέχθειας που φάνηκαν να δείχνουν πρόσωπα όπως ο αντιπρόεδρος Βανς ή ο Χέγκσεθ προς τους ευρωπαίους συμμάχους, τους οποίους αποκάλεσαν «τζαμπατζήδες» που θα επωφεληθούν από τα αμερικανικά χτυπήματα στους Χούθι.

Η κυβέρνηση Τραμπ, όπως συνηθίζει, αντί να παραδεχθεί το τεράστιο λάθος της, επιτέθηκε στον Γκόλντμπεργκ με διάφορα κοσμητικά επίθετα και ο Τραμπ μίλησε υβριστικά για το έγκριτο περιοδικό. Μάλιστα ο Χέγκσεθ διέψευσε πως δημοσιοποίησε απόρρητες πληροφορίες και πολεμικά σχέδια. Ακολούθησε άλλο ένα άρθρο του Γκόλντμπεργκ με τις συνομιλίες στο chat που διαψεύδουν τον Χέγκσεθ.

Τελικά, η απάντηση για κάθε δημοσιογράφο που θα βρισκόταν στη θέση του Γκόλντμπεργκ είναι μία.

Με την προσοχή και την υπευθυνότητα που επέδειξε το «Atlantic» ο καθένας μας θα δημοσιοποιούσε την ιστορία, όχι μόνο ως απόδειξη της ανευθυνότητας της κυβέρνησης Τραμπ, αλλά και ως προειδοποίηση για την ανάγκη περιφρούρησης θεμάτων εθνικής ασφάλειας.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο δημοσιογράφος εκθέτει τον αμερικανό πρόεδρο.

Ηταν εκείνος που είχε αποκαλύψει ότι στην πρώτη του θητεία ο Τραμπ είχε πει ότι χρειαζόταν «το είδος των στρατηγών που είχε ο Χίτλερ».

Ο Τζέφρι Γκόλντμπεργκ έχει ανανεώσει το «Atlantic», το οποίο πέρυσι έγινε κερδοφόρο, με περισσότερες από ένα εκατομμύριο συνδρομές, συνεχίζοντας να κερδίζει βραβεία. Γεγονός που αποδεικνύει πως χώρος για υπεύθυνη και αξιόπιστη δημοσιογραφία υπάρχει πάντα.

Πηγή: tanea.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ