Τον Μάρτιο του 1889, στη διάρκεια του πρώτου εμφυλίου πολέμου των Σαμόα, ενόσω η Βρετανία, οι ΗΠΑ και η Γερμανία προμήθευαν με όπλα και στρατό διάφορες παρατάξεις, μια γερμανική ναυτική δύναμη βομβάρδισε ένα χωριό της περιοχής, καταστρέφοντας κάποιες αμερικανικές περιουσίες. Τρία αμερικανικά πολεμικά πλοία εισήλθαν τότε στο λιμάνι Απια των Σαμόα και ετοιμάστηκαν να βάλουν κατά των τριών γερμανικών πολεμικών πλοίων που βρίσκονταν εκεί. Πριν προλάβουν να ηχήσουν τα όπλα, ωστόσο, ενέσκηψε τυφώνας βυθίζοντας όλα τα πλοία, αμερικανικά και γερμανικά. Κηρύχτηκε λοιπόν υποχρεωτικά ανακωχή, λόγω έλλειψης πολεμικών πλοίων.
Παρότι έχει πολλά να μας πει, η μακρινή αυτή ιστορία δεν έχει άλλο λόγο παρουσίας εδώ πέραν του ότι είναι ένα από τα λίγα ενδιαφέροντα πράγματα που περιλαμβάνει η αμερικανική ιστορία για το συγκεκριμένο σωτήριο έτος, μαζί με την ομαλή μεταβίβαση της προεδρίας από τον Δημοκρατικό Γκρόβερ Κλίβελαντ στον Ρεπουμπλικανό Μπένζαμιν Χάρισον, τη δημιουργία τεσσάρων νέων αμερικανικών Πολιτειών – Βόρειας και Νότιας Ντακότα, Μοντάνα και Ουάσιγκτον –, την κυκλοφορία του πρώτου φύλλου της «Wall Street Journal» στη Νέα Υόρκη, άντε και τη λειτουργία του πρώτου τζουκ μποξ, στο Palais Royale Saloon του Σαν Φρανσίσκο. Από τότε, σε κάθε περίπτωση, από το 1889 δηλαδή, είχε να εκπροσωπήσει Δημοκρατικός την Κομητεία του Λάνκαστερ στην πολιτειακή Γερουσία της Πενσιλβάνια. Και θα την εκπροσωπήσει ξανά τώρα.
Ποια Κομητεία του Λάνκαστερ και ποια πολιτειακή Γερουσία της Πενσιλβάνια θα μπορούσε βέβαια να σκεφτεί κανείς, εδώ χαλάει ο κόσμος. Ακριβώς για αυτό, όμως, έχει σημασία το αποτέλεσμα των επαναληπτικών εκλογών που πραγματοποιήθηκαν την περασμένη Τρίτη σε αυτή την Κομητεία των 550 χιλιάδων κατοίκων – περιλαμβανομένης μιας σημαντικής κοινότητας Αμις. Η έδρα έμεινε ορφανή τον Δεκέμβριο, όταν ο Ρεπουμπλικανός που την κατείχε από το 2015 παραιτήθηκε προκειμένου να εργαστεί για τον Ντέιβ Μακόρμικ, τον πρώην διευθύνοντα σύμβουλο ενός από τα μεγαλύτερα χετζ φαντ παγκοσμίως που εξελέγη στις τελευταίες εκλογές, με τα χρώματα του Ντόναλντ Τραμπ φυσικά, στην αμερικανική Γερουσία.
Στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, ο Τραμπ επικράτησε στην Κομητεία του Λάνκαστερ με 57% – και συνολικότερα στην Πολιτεία της Πενσιλβάνια με σχεδόν 2% διαφορά. Μόλις δυόμισι μήνες αφότου επέστρεψε στον Λευκό Οίκο, λοιπόν, το λογικό θα ήταν να εκλεγεί άνετα την περασμένη Τρίτη στο Λάνκαστερ ο εκλεκτός των Ρεπουμπλικανών και σθεναρός υποστηρικτής του, ο Τζος Πάρσονς, πρόεδρος της επιτροπής της Κομητείας. Και εν τούτοις, επικράτησε, έστω και με μικρή διαφορά, ο Δημοκρατικός αντίπαλός του, ο 51χρονος Τζέιμς Αντριου Μαλόουν, ένας σύμβουλος Πληροφορικής που υπηρετούσε τα τελευταία επτά χρόνια ως δήμαρχος μιας μικρής πόλης βορειοδυτικά του Λάνκαστερ, του Ιστ Πέτερσμπεργκ, και ξεχωρίζει, σύμφωνα με τον αμερικανικό Τύπο, τόσο για την πλούσια γενειάδα του όσο και για την απαλή και ήρεμη φωνή του. Αν και μειλίχιος, πάντως, ο Μαλόουν έκανε ξεκάθαρα εκστρατεία κατά του Τραμπ και του αντ’ αυτού, του Ιλον Μασκ, φροντίζοντας να συνδέει συνεχώς τον αντίπαλό του μαζί τους. Με το Δημοκρατικό Κόμμα να διανύει ακόμα (είναι και πολλά…) τα επτά στάδια του πένθους, η νίκη του χαιρετίστηκε ως «λίγο φως μέσα στο σκοτάδι», μία πρώτη απόδειξη πως η δράση του Τραμπ φέρνει αντίδραση και θα φέρει ακόμα περισσότερη, μια ακόμη επιβεβαίωση, για να παραφράσουμε τη διάσημη ρήση, πως στη δημοκρατία πάντα υπάρχουν διέξοδοι.
Ολα θα έβαιναν καλώς στον καλύτερο δυνατό κόσμο, πράγματι, αν όλοι «έπαιζαν» δίκαια. Μπαίνουμε σε αχαρτογράφητα ύδατα, όμως, όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ διαβεβαιώνει ευθαρσώς πως «δεν αστειεύεται» όταν λέει ότι μπορεί να διεκδικήσει και τρίτη θητεία, και ότι «υπάρχουν μέθοδοι» να γίνει αυτό, παρότι η μόνη «μέθοδος» που διακρίνουν νομικοί είναι η καταπάτηση του αμερικανικού Συντάγματος· ή όταν το «Πρώτο Φιλαράκι» και πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο μοιράζει ξεδιάντροπα μερικά από τα εκατομμύριά του προκειμένου να κερδίσει σήμερα την έδρα που έχει χηρέψει στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ουισκόνσιν – μία διαβόητα αμφίρροπη Πολιτεία – ένας συντηρητικός δικαστής, και όχι η φιλελεύθερη αντίπαλός του, και να ανατραπεί έτσι η ισορροπία στο Σώμα υπέρ των Συντηρητικών, με ό,τι αυτό σημαίνει για «το μέλλον του πολιτισμού», που λέει και ο ίδιος ο Μασκ από την ανάποδη.
Ας είμαστε ειλικρινείς, η δημοκρατία δεν μπορεί να αμυνθεί εύκολα απέναντι σε αντιπάλους που δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν όλα τα όπλα που παρέχει, συν μερικά ακόμα, εναντίον της: αν κρατήσει ένα επίπεδο, θα ηττηθεί, και αν πέσει στο δικό τους, παύει να είναι δημοκρατία. Είναι το υπαρξιακό πρόβλημα των καιρών, και αν υπάρχει ελπίδα, μόνο ο χρόνος θα την αποκαλύψει. Το μόνο βέβαιο, σε αυτό το τοπίο στην ομίχλη, είναι ότι τα δικαστήρια δεν μπορούν να λειτουργούν ως πατερίτσες της δημοκρατίας – δεν έχει σημασία αν πράγματι προσπαθούν μόνο να κάνουν τη δουλειά τους, να επιβάλλουν την αρχή της ισονομίας, απλά αδυνατούν να παίξουν αυτόν τον ρόλο, το απέδειξαν οι δεκάδες κατηγορίες που είχαν απαγγελθεί προεκλογικά σε βάρος του Ντόναλντ Τραμπ, θα το επιβεβαιώσει, δυστυχώς, και η χθεσινή δικαστική ετυμηγορία σε βάρος της Μαρίν Λεπέν.
Πηγή: tanea.gr