Το Μπαντ Αρολσεν είναι μια μικρή πόλη βόρεια του Κάσελ στο κρατίδιο της Εσσης στην Κεντρική Γερμανία. Ξεκίνησε ως μοναστηριακός οικισμός το 1131, ήταν πόλη στρατοπέδου στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αργότερα έγινε άντρο των Ναζί με σχολές εκπαίδευσης για τις μονάδες «SS». Σήμερα η πόλη των σχεδόν 16.000 κατοίκων, που έμεινε σχετικά άθικτη στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι η έδρα του μεγαλύτερου αρχείου στον κόσμο για τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας.
Από την αναζήτηση αγνοουμένων μέχρι την εξακρίβωση της μοίρας των θυμάτων, αυτή είναι η κεντρική αποστολή των «Arolsen Archives», που έχουν συγκεντρώσει πληροφορίες για περίπου 17,5 εκατομμύρια ανθρώπους, περιλαμβάνουν έγγραφα για τις διάφορες ομάδες θυμάτων του ναζιστικού καθεστώτος. Η διεύθυνση των Αρχείων δέχεται περίπου 20.000 ερωτήσεις τον χρόνο για θύματα διώξεων των Ναζί. Αποτελούν μέρος του Μητρώου Μνήμης του Κόσμου της UNESCO.
επιστροφή αντικειμένων. Ανάμεσα στις πληροφορίες και τα ντοκουμέντα για τα θύματα των Ναζί, στα Αρχεία Αρολσεν υπάρχουν και προσωπικά αντικείμενα περίπου 4.000 κρατουμένων σε ναζιστικά στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας. Από τον Νοέμβριο του 2016 που ξεκίνησε η εκστρατεία #StolenMemory, επιστράφηκαν τα προσωπικά αντικείμενα περισσότερων από 1.000 πρώην κρατουμένων στρατοπέδων συγκέντρωσης στις οικογένειές τους. «Η επαγγελματική μας ομάδα αναζήτησης υποστηρίζεται από ένα δίκτυο εθελοντών από περισσότερες από 10 χώρες. Με τις γνώσεις τους και τις δυνατότητες επιτόπιας έρευνας, είναι απαραίτητοι για την εύρεση των οικογενειών σήμερα. Μερικές φορές οι αναζητήσεις στην τηλεόραση ή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι επίσης χρήσιμες» εξηγεί στα «ΝΕΑ» η Σαρλότε Μάιβες, επικεφαλής του προγράμματος.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ο εντοπισμός των οικογενειών, όπως φαίνεται και στην περίπτωση οκτώ ελλήνων κρατουμένων σε ναζιστικά στρατόπεδα, αντικείμενα των οποίων βρίσκονται στα Αρχεία Αρολσεν.
Σε μία μόνο περίπτωση η αναζήτηση ήταν επιτυχής. Πρόκειται για τον Βασίλειο Κοντογεωργίου, το ρολόι του οποίου φυλασσόταν στα Αρχεία και παραδόθηκε στην οικογένειά του τον Ιούνιο του 2024. Σε ειδική τελετή στην Ελληνική Πρεσβεία του Βερολίνου το παρέλαβε η εγγονή του, Αγγελική Κοντογεωργίου. «Είμαι πάρα πολύ συγκινημένη και πολύ χαρούμενη που ο παππούς μου βρίσκεται ξανά στο προσκήνιο, μολονότι έχει πεθάνει πριν από 30 σχεδόν χρόνια» είπε η Αγγελική Κοντογεωργίου, παραλαμβάνοντας το ρολόι από την επιτετραμμένη της Πρεσβείας της Ελλάδας στο Βερολίνο, Παναγιώτα Κωνσταντινοπούλου. «Αυτό που γίνεται τώρα, με φέρνει σε επαφή με ένα κομμάτι της οικογενειακής ιστορίας που δεν έχω βιώσει και είμαι ευγνώμων για τη δουλειά που κάνουν τα Αρχεία Arolsen» είπε η εγγονή του Κοντογεωργίου.
Η αναζήτηση. Ολα ξεκίνησαν με ένα τηλεφώνημα που πήρε ο πατέρας της Αγγελικής από τη Βάσω Πανάγου από τη Λάρισα, ο παππούς της οποίας ήταν στο ίδιο στρατόπεδο με τον Βασίλη Κοντογεωργίου, στο Νόιενγκαμε. Για τον εντοπισμό τους, καθοριστικό ρόλο έπαιξε ο Μιχάλης Λυμπερόπουλος από το Αμβούργο, ο οποίος έχει κάνει μεγάλη έρευνα για τους έλληνες κρατουμένους σε ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και ειδικά στο στρατόπεδο Νόιενγκαμε. Με τη συνδρομή του, η Αγγελική αναζήτησε τα ίχνη του παππού της στην ηλεκτρονική διεύθυνση των Αρχείων Arolsen. «Βρήκα τα χαρτιά του – το όνομά του ήταν τελείως διαφορετικά γραμμένο με λατινικά στοιχεία –, είδα τις κάρτες εισόδου, το ρολόι του», περιγράφει η 39χρονη Αγγελική που ζει τα τελευταία δέκα χρόνια στο Βερολίνο. Το τέλος της αναζήτησης ήταν η παραλαβή του ρολογιού του παππού της.
Ο προϊστάμενος του Ιστορικού και Διπλωματικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών Γιώργος Πολυδωράκης, ο οποίος μετέβη για την εκδήλωση παράδοσης στην Πρεσβεία του Βερολίνου, δεν μπορούσε να φανταστεί καλύτερη σύμπτωση για την εκ περιτροπής προεδρία της Διεθνούς Επιτροπής των Αρχείων που είχε αναλάβει η Ελλάδα μόλις την προηγούμενη ημέρα.
Πηγή: tanea.gr