Η μεγάλη σύγκρουση Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας στο πεδίο των δασμών βρίσκεται εν εξελίξει, με το Πεκίνο να προσπαθεί να προσεταιριστεί την Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία διατηρεί επιφυλακτική στάση, αλλά και να ενισχύσει τους δεσμούς του με τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας, όπου θα βρεθεί αυτή την εβδομάδα ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ. Ολοι περιμένουν να δουν με ενδιαφέρον πού θα οδηγήσει αυτό το «διπλό φλερτ» της Κίνας, την ώρα που ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ προσπαθεί με απειλές να επαναδιαπραγματευθεί τις εμπορικές σχέσεις της χώρας του.
Η αλήθεια είναι ότι ο κατάλογος των χωρών με τις οποίες η Ευρωπαϊκή Ενωση επιδιώκει να ενισχύσει τις εμπορικές της σχέσεις εν μέσω του δασμολογικού πολέμου που ξεκίνησε η κυβέρνηση Τραμπ μεγαλώνει εβδομάδα με την εβδομάδα: Ινδία, Μεξικό, Ελβετία, Ινδονησία, Ταϊλάνδη, Νότια Κορέα, Χιλή, Νότια Αφρική, χώρες Mercosur. Σε αυτόν τον κατάλογο υπάρχει μια αξιοσημείωτη απουσία: η Κίνα. Εντυπωσιακό καθώς η Ευρώπη και η Κίνα είναι δύο από τις μεγαλύτερες αγορές στον κόσμο – ο όγκος πωλήσεων μεταξύ τους είναι τεράστιος: 731,1 δισ. ευρώ το 2024, ενώ μια επενδυτική συμφωνία μεταξύ τους εκκρεμεί από το 2020.
Προνομιακή μεταχείριση
Το Πεκίνο θέλει αναμφίβολα να ενταχθεί στη λίστα των χωρών της ΕΕ με προνομιακή μεταχείριση. Χρειάζεται την πλούσια ευρωπαϊκή αγορά για τις εξαγωγές της, τώρα που η αμερικανική αγορά κλείνει. Το φλερτ είναι εμφανές: «Η Κίνα και η ΕΕ πρέπει να εκπληρώσουν τις ευθύνες τους, να προστατεύσουν από κοινού την τάση της οικονομικής παγκοσμιοποίησης και το δίκαιο διεθνές εμπορικό περιβάλλον και από κοινού να αντισταθούν στον μονομερή εκφοβισμό» τόνισε ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ την περασμένη Παρασκευή, ενώ φιλοξενούσε τον ισπανό πρωθυπουργό Πέδρο Σάντσεθ.
Οι Βρυξέλλες, από την άλλη πλευρά, παραμένουν επιφυλακτικές. Η εμφάνιση των δασμών του Ντόναλντ Τραμπ έχει σίγουρα αλλάξει το τοπίο. Η αγγλική λέξη «de-risking», που αναφέρεται στην ανάγκη μείωσης της μεγάλης εξάρτησης της Ευρώπης από τον ασιατικό γίγαντα, δεν ακούγεται πλέον. Αλλά η βούληση παραμένει: «Πρέπει να εργαστούμε επειγόντως και αποφασιστικά για να βρούμε διαρθρωτικές λύσεις που μπορούν να εξισορροπήσουν την εμπορική σχέση μεταξύ ΕΕ και Κίνας» συνοψίζει ο Ντέιβιντ Μακ Αλιστερ, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Μεγαλύτερη κατανόηση
Μια ευρωπαϊκή διπλωματική πηγή με έδρα το Πεκίνο αναγνωρίζει την προθυμία να διερευνηθεί μεγαλύτερη κατανόηση και να βαθμονομηθεί εκ νέου μια σχέση που ήταν πολύ ψυχρή τα τελευταία χρόνια. Η σύνοδος κορυφής ΕΕ – Κίνας που θα γίνει τον Ιούλιο στο Πεκίνο και θα συμπέσει με την 50ή επέτειο των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο πλευρών αντιπροσωπεύει μια χρυσή ευκαιρία. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ανακοίνωσε τις κατευθυντήριες γραμμές της για τη νέα γεωπολιτική στο Νταβός: «Θέλουμε περισσότερη συνεργασία με όλους όσοι είναι ανοιχτοί σε αυτήν. […] Πρέπει να αλλάξουμε τον τρόπο δράσης μας. Πρέπει να αναζητήσουμε νέες ευκαιρίες από όπου κι αν προκύψουν. Αυτή είναι η ώρα να σπάσουμε τα ταμπού». Δηλαδή, περισσότερος πραγματισμός όταν τα συμφέροντα συγκλίνουν, ακόμα κι αν συνεχίζονται οι βαθιές διαφωνίες σε θέματα όπως ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των πολιτικών συστημάτων, στοιχεία συνεχούς τριβής με την Κίνα και άλλες χώρες.
Στους μήνες που μεσολαβούν μέχρι τον Ιούλιο το Πεκίνο και οι Βρυξέλλες ελπίζουν να έχουν επιλύσει τη διαμάχη για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα που οδήγησε την ΕΕ να επιβάλει πρόσθετους δασμούς στα κινεζικά EV. Ωστόσο εκκρεμούν και άλλα ζητήματα: Τους τρεις πρώτους μήνες του χρόνου η Κομισιόν εφάρμοσε μέτρα κατά των κινεζικών εισαγωγών ανθρακονημάτων, ηλεκτρικών ποδηλάτων, ερυθριτόλης (υποκατάστατο ζάχαρης), βιοντίζελ και διοξειδίου του τιτανίου. Οπως σημειώνει η «El Pais», επικαλούμενη ευρωπαϊκή πηγή, οι Βρυξέλλες πρέπει να δουν δράση και όχι λόγια από την Κίνα, η οποία μέχρι στιγμής δεν έχει αντιμετωπίσει καμία από τις εμπορικές ανησυχίες της Ενωσης – όπως η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα του Πεκίνου, τα εμπόδια πρόσβασης στην κινεζική αγορά για τις ευρωπαϊκές εταιρείες και η ανισορροπία στο εμπορικό ισοζύγιο (300 δισ. ευρώ υπέρ της ασιατικής πλευράς).
Πηγή: tanea.gr