Του Νίκου Ρουσάνογλου
Ο συνδυασμός των υψηλών εσόδων από την εκμετάλλευση μέσω βραχυχρόνιας μίσθωσης και των υπεραξιών που προκύπτουν από τις αυξήσεις των τιμών τα τελευταία χρόνια, “απογειώνει” τις αποδόσεις των εξοχικών κατοικιών στην Ελλάδα, καθιστώντας τες ιδιαίτερα ελκυστικές μεταξύ των ξένων αγοραστών, που έχουν και επενδυτικό προσανατολισμό. Παράλληλα, προσφέρεται και μια σημαντική επιχειρηματική ευκαιρία, καθώς σχεδόν το σύνολο των ανθρώπων αυτών επιθυμεί να έχει μια υπηρεσία διαχείρισης των εξοχικών τους, από την συντήρηση και τις επισκευές, μέχρι τη διαχείριση των κρατήσεων, την υποδοχή κι εξυπηρέτηση των επισκεπτών και την απόδοση των κερδών στους κατόχους των ακινήτων.
Με βάση σχετική ανάλυση που πραγματοποίησε η εξειδικευμένη εταιρεία Elxis-At Home in Greece, μία από τις επικερδέστερες επιλογές είναι η αγορά νεόδμητης κατοικίας από τα σχέδια, σε περιοχή με υψηλό ποσοστό ηλιοφάνειας (π.χ. Κρήτη) και με τουλάχιστον δύο υπνοδωμάτια. Τα ακίνητα αυτών των προδιαγραφών, αφενός μεν προσφέρουν σημαντικές υπεραξίες, αφετέρου δε μπορούν να αποκομίσουν έως 240 ευρώ/υπνοδωμάτιο για κάθε διανυκτέρευση (άρα 480 ευρώ για δύο υπνοδωμάτια και 720 ευρώ για τρία υπνοδωμάτια/βράδι).
“Ανάλογα με την περιοχή και τα χαρακτηριστικά του κάθε ακινήτου, υπολογίζουμε ότι τα έσοδα από την εκμετάλλευση μέσω βραχυχρόνιας μίσθωσης κυμαίνονται από 80 έως 240 ευρώ/υπνοδωμάτιο για μία διανυκτέρευση”, αναφέρει ο κ. Γιώργος Γαβριηλίδης, διευθύνων σύμβουλος της Elxis. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι παράγοντες που επηρεάζουν το ύψος των εσόδων είναι η θέα και η απόσταση από τη θάλασσα και δημοφιλή τουριστικά αξιοθέατα, το έτος κατασκευής, η ύπαρξη ή μη κήπου και/ή πισίνας, αλλά και η απόσταση από το αεροδρόμιο.
Παράλληλα, κατά την διάρκεια του τελευταίου 12μήνου, το κόστος αγοράς μιας νεόδμητης εξοχικής κατοικίας στο Ρέθυμνο της Κρήτης, επιφάνειας 80 τ.μ., τριών υπνοδωματίων και με πισίνα, ανήλθε σε 327.000 ευρώ. Πρόκειται για τιμή που ήταν 16,7% υψηλότερη σε σχέση με το 2023 (280.000 ευρώ) και κατά 23,3% από το 2022 (265.000 ευρώ).
Ως εκ τούτου, αν κάποιος είχε αποκτήσει μια νεόδμητη βίλα τριών υπνοδωματίων με πισίνα το 2019, μετά από τέσσερα χρόνια, θα είχε αποκομίσει σωρευτική απόδοση άνω του 50%, επί του επενδυμένου ποσού. Με βάση το παράδειγμα που αναλύει η Elxis, το κόστος αγοράς από τα σχέδια διαμορφωνόταν τότε σε 450.000 ευρώ (πλέον 65.000 ευρώ εξόδων μεταβίβασης, φόρων και επίπλωσης-εξοπλισμού του σπιτιού). Μέχρι τέλος του 2024, το πιθανό κέρδος από την υπεραξία του σπιτιού (από τις αυξήσεις που έχουν μεσολαβήσει) ανέρχεται σε 183.000 ευρώ, καθώς το ίδιο σπίτι σήμερα κοστίζει άνω των 600.000 ευρώ. Ταυτόχρονα, αν το ακίνητο εκμισθωνόταν για περίοδο τεσσάρων ετών (2021-2024), θα μπορούσε να αποφέρει καθαρά κέρδη 80.000 ευρώ, αφαιρώντας δηλαδή το κόστος διαχείρισης, λειτουργίας και συντήρησης/επισκευών. Έτσι, το συνολικό όφελος σε ενδεχόμενη πώληση, μεταφράζεται σε συνολικό κέρδος 262.979, ή μια απόδοση άνω του 50%, σε σχέση με το αρχικό κεφάλαιο.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο, όλο και περισσότεροι ξένοι αγοραστές, επιλέγουν να εκμεταλλευτούν το ακίνητο που αγοράζουν στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον κ. Γαβριηλίδη, “οι αγοραστές από την Ολλανδία και το Βέλγιο είναι οι πιο ενεργοί επενδυτικά. Περίπου το 50% των ανθρώπων αυτών, τείνουν να προσεγγίζουν την απόκτηση εξοχικής κατοικίας ως επένδυση και προτιμούν να το εκμισθώνουν κατά την περίοδο του έτους, που δεν χρησιμοποιούν το σπίτι οι ίδιοι. Μάλιστα, ορισμένοι εξ αυτών, κυρίως Ολλανδοί, συχνά μεταπωλούν τα εξοχικά τους εντός δύο ετών, εξασφαλίζοντας σημαντικό κέρδος”. Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται αύξηση της τάσης αυτής και μεταξύ των Γερμανών και Γάλλων αγοραστών, παρότι οι περισσότεροι συνεχίζουν να προτιμούν να χρησιμοποιούν τα εξοχικά τους αποκλειστικά για τις διακοπές τους. Όλα δείχνουν πάντως ότι η επενδυτική αξιοποίηση των εξοχικών κατοικιών, ιδίως σε περιοχές όπως η Κρήτη, με μεγάλη περίοδο ηλιοφάνειας από τον Απρίλιο μέχρι και τον Οκτώβριο, θα αποτελέσει μια ανερχόμενη τάση και τα επόμενα χρόνια.
Πηγή: capital.gr