Της Ξανθής Γούναρη
Αλμυρά ή γλυκά, υγιεινά ή μικρές αμαρτίες, κλασικά ή καινοτόμα, τα σνακ, μια αγορά που αγγίζει σε τζίρο το 1,5 δισ. ευρώ, έχουν εξελιχθεί σε mega trend, καταγράφοντας αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα ακόμη και σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς της ακρίβειας, προσελκύοντας τόσο το καταναλωτικό κοινό όσο και το επενδυτικό ενδιαφέρον.
Ευκολία, ταχύτητα, γεύση, διατροφική αξία, υγεία και ευεξία είναι οι λόγοι πίσω από το success story των σνακ, με τις νεότερες γενιές, όπως οι Millennials (όσοι γεννήθηκαν μεταξύ 1981 και 1996) και πολύ περισσότερο οι Gen Ζ-ers (όσοι σήμερα είναι μεταξύ 12 και 27 χρονών) να οδηγούν τις εξελίξεις, αφού επιλέγουν ολοένα και περισσότερο τα σνακ αντί για ένα “κανονικό” γεύμα.
Έχοντας λοιπόν αποκτήσει τη λογική του 24/7, μιας και οι καταναλωτές παγκοσμίως, όπως και στη χώρα μας, δεν επιλέγουν πλέον τα σνακ απλώς για την απόλαυση, αλλά ως καθημερινή και λειτουργική διατροφική συνήθεια, οι βιομηχανίες τροφίμων σπεύδουν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία.
Πρωτεΐνη αγάπη μου…
Είναι χαρακτηριστικό ότι η κατηγορία των σνακ που τα… σπάει είναι τα σχετικά καινούργια επιδόρπια ψυγείου με περισσότερη πρωτεΐνη, με τις γαλακτοβιομηχανίες να συναγωνίζονται ποια θα προσφέρει περισσότερο από το μακροθρεπτικό συστατικό.
Η ΔΕΛΤΑ του ομίλου Vivartia, η σερραϊκή Κρι-Κρι, η ΜΕΒΓΑΛ και η Όλυμπος της οικογένειας Σαράντη ευθυγραμμίζουν τις στρατηγικές τους με τις παγκόσμιες τάσεις, επενδύοντας σε νέους πρωτεϊνούχους κωδικούς. Όπως κάνουν άλλωστε και οι πολυεθνικές Danone, Arla και Friesland Campina.
Μάλιστα, την αναδυόμενη ευκαιρία επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν και οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ λανσάροντας πρωτεϊνούχα γαλακτοκομικά προϊόντα –και όχι μόνο- με τη δική τους ετικέτα.
Την ίδια ώρα στις μπάρες, που καταγράφουν την δεύτερη καλύτερη επίδοση μετά τα πρωτεϊνικά επιδόρπια ψυγείου, εκτός από τους πολυεθνικούς κολοσσούς, όπως η Nestle, η Kellogg’s και η General Mills, στη μάχη της… πρωτεΐνης έχουν ριχτεί και σχεδόν όλες οι μεγάλες ελληνικές εταιρείες που παράγουν σνακ. Από τις ιστορικές βιομηχανίες Παπαδοπούλου, ION και Γιώτης μέχρι την εταιρεία μπισκότων Βιολάντα και την INTROFEX με το σήμα Millhouse. Ταυτόχρονα μερίδιο διεκδικούν και μικρότεροι “παίκτες”, όπως η Σδούκος που δραστηριοποιείται στους ξηρούς καρπούς και η ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΕΒΕ (Jannis) με ειδικότητα στα παστέλια.
Επίσης μόνο τυχαίες δεν είναι οι κινήσεις όπως αυτή της ισχυρής αρτοβιομηχανίας Καραμολέγκος που εξαγόρασε την Nutree, ένα ελληνικό brand με σημαντική διεθνή παρουσία που ειδικεύεται στη δημιουργία υγιεινών σνακ, καθώς και του επενδυτικού ταμείου SMERemediumCap που απέκτησε στρατηγικό ποσοστό στην εταιρεία Organic 3S, που δραστηριοποιείται στην παραγωγή δημητριακών πρωινού, μπαρών δημητριακών και γλυκαντικών υγρών.
Ακόμη όμως και βιομηχανίες που μέχρι πρότινος δεν είχαν σχέση με την εν λόγω κατηγορία έχουν κάνει την είσοδό τους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την γαλακτοβιομηχανία Ήπειρος.
Σε άνοδο και τα κλασικά σνακ
Δεν είναι όμως μόνο η πρωτεΐνη που δίνει ώθηση στην κατηγορία των σνακ, καθώς καλές επιδόσεις έχουν και οι κλασικές επιλογές, όπως π.χ. τα πατατάκια, τα γαριδάκια, τα κρουασάν, ακόμη και οι καραμέλες.
Ενδεικτικό είναι ότι η διοίκηση της PepsiCo Hellas υπό την Inga Dengel, που στοχεύει να διπλασιάσει το οικονομικό αποτύπωμα της εν Ελλάδι θυγατρικής του πολυεθνικού κολοσσού, δεν αποκλείει την πιθανότητα μελλοντικών εξαγορών στον τομέα των σνακ. Άλλωστε, σε σχέση με τα ισχνά μερίδια της εταιρείας στα αναψυκτικά, το πραγματικό “όπλο” της εταιρείας είναι τα σνακ.
Την ίδια ώρα μια από τις πιο δυναμικά αναπτυσσόμενες κατηγορίες προϊόντων της Agrino είναι αυτή των ρυζογκοφρετών με την εταιρεία να εισέρχεται και στην αγορά των rice chips.
Στο snacking ποντάρει και η εταιρεία Το Μάννα – Ν. Τσατσαρωνάκης ΑΒΕΕ, θα ξαναβάζει μπρος το εργοστάσιο της πτωχευμένης Nutriart (πρώην Κατσέλης) στις Αχαρνές Αττικής. “Η κατηγορία του σνακ είναι μια τεράστια αγορά, στην οποία έχουμε μπει δυνατά με τη σειρά ‘Δαγκωτό’, κερδίζοντας καταναλωτές κάτω των 30 ετών και διευρύνοντας την αγορά”, ανέφερε πρόσφατα η κυρία Ελένη Τσατσαρωνάκη, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας.
Επενδύσεις 20 εκατ. ευρώ στις παραγωγικές της εγκαταστάσεις στη Βιομηχανική Περιοχή Θεσσαλονίκης στη Σίνδο πραγματοποιεί η Ohonos Snack των αδερφών Νώντα και Κώστα Όχονου, προκειμένου να ανταποκριθεί στην αυξημένη διεθνή ζήτηση για τα προϊόντα της, αλλά και στις νέες τάσεις της αγοράς, ενώ η El Sabor, που έβαλε στα ελληνικά νοικοκυριά τα νάτσος, τις τορτίγιες (wraps) και τα dips, πρόσθεσε και τρίτη γραμμή παραγωγής στο εργοστάσιό της στα Οινόφυτα, μια επένδυση που συνολικά έφτασε στα 6 εκατ. ευρώ.
Το ζήτημα της σοκολάτας
Σε σχέση με τα υπόλοιπα σνακ, η σοκολάτα έχει τη μικρότερη ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια με εξαίρεση τα προϊόντα που επαναπροσδιορίζονται για να συμβαδίζουν με τις σύγχρονες διατροφικές ανάγκες. Ας σημειωθεί ότι τα σοκολατάκια είναι η κατηγορία που κατέγραψε τη μεγαλύτερη υποχώρηση στην αξία πωλήσεων το 2024 σε σχέση με το 2023, στο -42%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Circana.
Πάντως την ίδια ώρα οι σοκολατοβιομηχανίες δεν κάθονται με σταυρωμένα χέρια, επιδιώκοντας να κρατήσουν ζωντανό το ενδιαφέρον των καταναλωτών.
Η viral σοκολάτα Ντουμπάι (Dubai Chocolate) είναι μια τέτοια περίπτωση. Από τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο, μετοχικό και διοικητικό ηγέτη της ΙΟΝ, μέχρι τη Lidl, την Elbisco της οικογένειας Φιλίππου, τη βιομηχανία μπισκότων Βιολάντα και την Αθηναϊκή Οικογενειακή Αρτοποιία της οικογένειας Ρεμούνδου, άπαντες έχουν λανσάρει σοκολατένια σνακ που παραπέμπουν στην ανακάλυψη της βρετανο-αιγύπτιας Σάρα Χαμούντα, η οποία, έχοντας λιγούρες στη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, έφτιαξε στην κουζίνα του σπιτιού της στο Ντουμπάι μια σοκολάτα γεμιστή με κρέμα φιστικιού και τραγανό κανταΐφι.
Βέβαια, η γλύκα της σοκολάτας συνοδεύεται από την πίκρα στις τιμές, αφού το κόστος του κακάο έχει χτυπήσει “κόκκινο”, αν και κατά τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο η ζήτηση δεν έχει επηρεαστεί.
Εκτινάχθηκαν οι τιμές
Παρόλο που ο πληθωρισμός των τροφίμων έχει αρχίσει να αποκλιμακώνεται, οι τιμές στα σνακ παραμένουν αυξημένες έως 43% σε σχέση με το 2021, αλλά αυτό δεν φαίνεται να πτοεί τους (περισσότερους) καταναλωτές, εξ ου και η ζήτηση παραμένει ακμαία.
Βέβαια σε κάποιες κατηγορίες λόγω της ακρίβειας παρατηρείται στροφή στα φθηνότερα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, αλλά σχεδόν 7 στους 10 δεν εγκαταλείπουν εύκολα το αγαπημένο του επώνυμο προϊόν. Άλλωστε τα σνακ λειτουργούν ενθουσιαστικά.
Πιο αναλυτικά, σε ό,τι αφορά τις τιμές, από την αρχή της πληθωριστικής κρίσης τον Ιούνιο του 2021 μέχρι και τον Μάρτιο του 2025 μπισκότα, συσκευασμένα κρουασάν, κέικ, κράκερ και κουλουράκια έχουν αυξηθεί κατά 23,5%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ).
Στα πατατάκια και στα γαριδάκια η άνοδος των τιμών το ίδιο διάστημα ήταν επίσης 23,5%, ενώ στην κατηγορία “προϊόντα ζαχαροπλαστικής” που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων καραμέλες, τσίχλες και μπάρες δημητριακών οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν κατά 23%.
Στο παγωτό, η αύξηση των τιμών ήταν της τάξης του 21% με βάση την ΕΛΣΤΑΤ, ενώ αυξημένες κατά 19,5% ήταν οι τιμές στη λιανική των ξηρών καρπών και των αποξηραμένων φρούτων έναντι του 2021.
Σημαντικά αυξήθηκαν και οι τιμές στο γιαούρτι στο εν λόγω διάστημα, στο +25,5%, ενώ στα επιδόρπια με βάση το γάλα και στο ξινόγαλο η άνοδος ήταν 23,3%.
Πάντως εκεί που οι τιμές έπαθαν… ελαιόλαδο λόγω του ράλι στις τιμές του κακάο ήταν στα σοκολατοειδή (σοκολάτες γάλακτος και σοκολάτες με ξηρούς καρπούς, γκοφρέτες, άλειμμα σοκολάτας, σοκολατάκια) με την αύξηση να φθάνει στο 43%!
Πηγή: capital.gr